Τα «αγκάθια» της Μεγάλης Συνόδου
Τα προβλήματα της Ορθοδοξίας ανά τον κόσμο, που θα απασχολήσουν την εν λόγω Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, έχουν καταχωριστεί σε έναν κατάλογο, ο οποίος έχει τροποποιηθεί σε κάποια σημεία του κατά τη διάρκεια των πενήντα περίπου χρόνων που προετοιμάζεται, καθώς προϊόντος του χρόνου ορισμένα από αυτά κρίθηκαν ότι έπρεπε να μπουν στο αρχείο και να μην συζητηθούν.
Δρ. Ταταγια Μαρια
Εν όψει της σύγκλησης της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου την οποία προανήγγειλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος στην Θρονική εορτή του Πατριαρχείου τον περασμένο Νοέμβριο θα πραγματοποιηθεί στα Τρίκαλα, με πρωτοβουλία ομάδας θεολόγων, επιστημονική ημερίδα με αντικείμενο την επερχόμενη σύγκληση της εν λόγω Συνόδου.
Η εν λόγω Ημερίδα θα γίνει την Πέμπτη 11 Απριλίου και ώρα 6.30 μ.μ. στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου.
Τα προβλήματα της Ορθοδοξίας ανά τον κόσμο, που θα απασχολήσουν την εν λόγω Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, έχουν καταχωριστεί σε έναν κατάλογο, ο οποίος έχει τροποποιηθεί σε κάποια σημεία του κατά τη διάρκεια των πενήντα περίπου χρόνων που προετοιμάζεται, καθώς προϊόντος του χρόνου ορισμένα από αυτά κρίθηκαν ότι έπρεπε να μπουν στο αρχείο και να μην συζητηθούν. Στον κατάλογο αυτόν έχουν παραμείνει:
α) η Ορθόδοξη Διασπορά,
β) το Αυτοκέφαλο και ο τρόπος ανακηρύξεώς του,
γ) το Αυτόνομο και ο τρόπος ανακηρύξεώς του,
δ) τα Δίπτυχα,
ε) το ζήτημα κοινού ημερολογίου,
στ) οι σχέσεις Ορθοδόξων Εκκλησιών προς τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο,
ζ) Ορθοδοξία και Οικουμενική Κίνηση, και
η) η συμβολή των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών για την επικράτηση των χριστιανικών ιδεωδών της ειρήνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών και άρση των φυλετικών διακρίσεων.
Όπως βλέπουμε ένας αριθμός θεμάτων, όπως τα τρία τελευταία, αναφέρονται στην ανθρωπολογία, ενώ τα πρώτα αγγίζουν αυτό που λέγεται στη θεολογική γλώσσα εκκλησιολογία. Υπό διαφορετικό πρίσμα τα θέματα αφορούν αφενός τόσο στις σχέσεις των Ορθοδόξων Εκκλησιών μεταξύ τους όσο και με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και αφετέρου στις σχέσεις της Ορθοδοξίας με το σύνολο του χριστιανικού κόσμου.
Το πρόβλημα που απασχολεί περισσότερο τις σχέσεις των Ορθοδόξων Εκκλησιών είναι η Διασπορά, το οποίο λόγω της σοβαρότητάς του προτάσσεται στον κατάλογο και ακολουθούν τα θέματα του Αυτοκεφάλου, του Αυτόνομου και των Δίπτυχων, τα οποία σχετίζονται ιστορικά, αλλά και οντολογικά με το ζήτημα της Ορθόδοξης Διασποράς.
Το τελευταίο θέμα ανέκυψε στις αρχές του εικοστού αιώνα με τις μεγάλες μεταναστεύσεις των λαών και σήμερα με την παγκοσμιοποίηση και την πολυπολιτισμικότητα που αυτή συνεπάγεται.
Με τον όρο δε «Διασπορά» εννοούμε την περίπτωση εκείνη κατά την οποία μία εθνική Εκκλησία ασκεί εκτός των συνόρων της, υπερόρια, εκκλησιαστική δικαιοδοσία για λογαριασμό της επί ομοεθνών εκκλησιαστικών κοινοτήτων.
Κυριαρχεί με άλλα λόγια στην οργάνωση της Ορθόδοξης Διασποράς η εθνοεκκλησιαστική πολυδικαιοδοσία με την παρουσία διαφορετικών επισκόπων για κάθε εθνοφυλετική ομάδα μεταναστών στην ίδια πόλη ή περιοχή, δηλαδή η Ελλαδική Εκκλησία ασκεί δικαιοδοσία στους Έλληνες, η Ρουμανική Εκκλησία στους Ρουμάνους, η Ρωσική στους Ρώσους κ.ο.κ.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παρουσιάζεται πολυαρχία δικαιοδοσιακών τάσεων η οποία αποτελεί μάρτυρα κανονικής και εκκλησιολογικής αταξίας, αλλά και της δημιουργίας αποστάσεων μεταξύ των Εκκλησιών.
Οι μονοεθνικές αυτές ενορίες σε αντίθεση με την εκκλησιολογία και τους ιερούς κανόνες, οι οποίοι αναγνωρίζουν τοπική δικαιοδοσία, δηλαδή ένας επίσκοπος σε μία πόλη ή περιοχή και όχι δικαιοδοσία επί προσώπων, πολύ περισσότερο ανάλογα με τη φυλή και τη γλώσσα, συνιστούν αυτό που επίσης λέγεται στην εκκλησιαστική γλώσσα «εκκλησιαστικός εθνοφυλετισμός», τον οποίο η Εκκλησία καταδίκασε ως αίρεση με την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο που συγκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 1872.
Διαβάζοντας κανείς τα παραπάνω θα είναι ίσως εύλογο να αναρωτηθεί αν ενδιαφέρουν όλα αυτά τα απλά μέλη της Εκκλησίας, την κοινωνία ή ακόμα και τους ίδιους τους Θεολόγους ή απλώς είναι ζητήματα ακαδημαϊκών ενασχολήσεων. Κατ’ αρχήν το Ορθόδοξο εκκλησιαστικό σώμα είναι εκείνο που καλείται επειγόντως να αντιμετωπίσει τα εκκλησιαστικά προβλήματα.
Στο σώμα αυτό είναι εγκεντρισμένα όλα τα μέλη της Εκκλησίας, λαϊκοί, κληρικοί, μοναχοί και σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για έργο μόνον των ακαδημαϊκών. Αυτοί απλώς επεξεργάζονται τη γνώση και ερευνούν τα θέματα.
Επομένως με αυτή τη λογική όλοι πρέπει να έχουμε τη γνώση για τις διεργασίες που επιτελούνται στις προσυνοδικές διασκέψεις που προετοιμάζουν το μεγάλο αυτό και ιστορικό γεγονός, ανεξάρτητα από τον χρόνο της πραγματοποίησής του, για να κατατείνουμε στην ομόφωνη συμφωνία, να ενισχύουμε κατά αυτόν τρόπο την ορατή ενότητα του χριστιανισμού και ακόμη να βελτιώνουμε την πνευματική διακονία στον σύγχρονο κόσμο, μάλιστα στις μέρες μας που όλοι οι χριστιανοί, μηδενός εξαιρουμένου, έχουν να αναμετρηθούν με την πρόκληση αυτή, την ευαγγελική μαρτυρία εκκλησιαστικής ενότητας και εκκλησιαστικής κοινότητος σε όλον τον κόσμο.
Πέραν αυτών βέβαια σε επίπεδο κοινωνικό επισημαίνουμε ότι ήδη οι ορθόδοξοι της «Διασποράς» συναντούν τα εν λόγω θέματα στην καθημερινότητα, ενώ στη χώρα μας δεν έχουν γίνει ακόμη αρκούντως αισθητά στον καθημερινό και θεσμικό μας βίο.
Ωστόσο η πραγματικότητα ανοίγεται μπροστά μας αδυσώπητη και προκλητική, όντας μάλιστα μέλη και πολίτες στον ευρύτερο κοινωνικοκρατικό σχηματισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αγκαλιάζει ολοένα και περισσότερες πολιτισμικές ενότητες και εθνότητες.
Και αυτό το σημείο συνάντησης του εκκλησιαστικού σώματος και της ανθρωπότητας είναι αναπόφευκτο να έχει συνέχεια στο επερχόμενο και ήδη παρόν ιστορικό γεγονός της πολυπολιτισμικότητας που θα είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό των μελλοντικών κοινωνιών. Γι’ αυτό και η μετοχή μας σε αυτή την πρωτόγνωρη εποχή αποτελεί γεγονός μείζονος πνευματικής σημασίας.
Δεν επιτρέπεται συνεπώς η στάση μας απέναντι σε αυτή την κοσμογονία να είναι υποτονική ή στην χειρότερη περίπτωση εχθρική, ενώ μάλιστα η Ορθοδοξία δεν κινδυνεύει από αυτή, αλλά κινδυνεύει από την αδράνεια και την αδυναμία της να γνωρίσει και να προβάλει με ταπείνωση και σεβασμό προς τους άλλους τον πλούτο της. Το ζήτημα επομένως παραμένει μείζον και σοβαρό, όταν η ανθρωπότητα χρειάζεται απολύτως την εκκλησιαστικότητα για να επιζήσει.
Είναι φανερή από τα παραπάνω η ανάγκη να επιλυθούν, όπως είπαμε, τα εκκρεμή εκκλησιολογικά θέματα, καθώς το ζήτημα είναι ότι η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη «Διασπορά» – και στη δική μας αύριο κοινωνία με τον τρόπο που μετακινούνται οι λαοί και διαδίδονται οι πληροφορίες- δεν επιτρέπει στην Ορθοδοξία να παρουσιάσει έναν ρόλο ενότητας που να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα και αρχέτυπο στη δική της αποστολή στη συγκεκριμένη μάλιστα ιστορική συγκυρία.
Η πρακτική σημασία όσων αναφέρονται εδώ, βρίσκεται στο ότι η Εκκλησία θέλει πάντοτε τον λόγο της, τον λόγο που αρθρώνει προς τον λαό και ουσιαστικά προς την ανθρωπότητα ολόκληρη να τον συνδέει με την πράξη της ζωής που εκείνη βιώνει.
Για να απαντήσουμε στο εύλογο και εναγώνιο αυτό ερώτημα καταλήγουμε ότι είναι απαραίτητο να προετοιμαστούμε μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, την οποία έχουν στα χέρια τους μεταξύ των άλλων ειδικοτήτων και οι θεολόγοι, για τη συμμετοχή μας στο ιστορικό αυτό γίγνεσθαι. Στις μέρες μας διαμορφώνουμε σωστούς πολίτες πρωτίστως, αλλά εξίσου και κοσμοπολίτες με οριοθετημένη εκκλησιαστική αντίληψη, πανέτοιμους να αντιμετωπίσουν τον θρησκευτικό συγκρητισμό που επεκτείνεται στον πλανήτη μας.
Είναι βέβαια γεγονός ότι αυτού του είδους η εκπαιδευτική διαδικασία απαιτεί μελέτη και κατάρτιση. Έτσι, θεωρείται ευχής έργον ο κάθε θεολόγος καθηγητής να έχει υπ’ όψιν του την απόφαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου του 1872, ένα συγκλονιστικό κείμενο που συνοψίζει τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας για την ενότητα και οργάνωση της εκκλησιαστικής διοίκησης, το πλαίσιο καθορισμού δικαιοδοσίας μιας τοπικής Εκκλησίας, τον ρόλο των επισκόπων και ιδίως την ορθή ερμηνεία των ιερών κανόνων. Τολμώ να πω επίσης ότι είναι το πιο δυνατό αντιρατσιστικό κείμενο που γράφτηκε ποτέ.
Με αυτή την προοπτική αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί η ημερίδα. Πιστεύουμε ότι οι περισσότεροι θεολόγοι, αλλά και όσοι έχουν τις ίδιες αγωνίες, καθώς η εκδήλωση είναι ανοικτή στο κοινό, ή ακόμη και αυτοί που είναι σκεπτικιστές και αμφισβητίες θα σπεύσουν να προσλάβουν την ενημέρωση και να τιμήσουν το πνευματικό γεγονός που θα λάβει χώρα στην πόλη τους. Ας θυμόμαστε όλοι ότι η γνώση ανοίγει τον δρόμο για την ελευθερία και την πρόοδο.