Dogma

Τα τρία ελληνικά λάθη στη Σμύρνη

Πώς ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας βρέθηκε προδομένος στα χέρια του τουρκικού στρατού που τον κατάσφαξε Σεπτέμβριο του '22

 Του Βλάση Αγτζίδη,

Με τον τίτλο «Smyrna ablaze• Stories of massacre» (Η φλεγόμενη Σμύρνη. Ιστορίες από τη σφαγή) η εφημερίδα «Sydney Morning Herald» δημοσίευσε στις 18 Σεπτεμβρίου (ή 2 Οκτωβρίου με το νέο ημερολόγιο) ένα αποκαλυπτικό άρθρο, λίγες μέρες μετά την είσοδο του τουρκικού στρατού στην πόλη, την πυρπόλησή της και τη σφαγή μεγάλου μέρους του χριστιανικού της πληθυσμού (ελληνικού και αρμενικού), καθώς και των προσφύγων που είχαν συρρεύσει από το εσωτερικό για να αποφύγουν τις διώξεις.

Εγραφε λοιπόν ο δημοσιογράφος: «Οι φλόγες, την περασμένη νύχτα, ήταν ολοκληρωτικά εκτός ελέγχου και πλησίαζαν το βρετανικό προξενείο. Υπάρχουν 300.000 πρόσφυγες μέσα στην πόλη. Ολα τα συμμαχικά πλοία γέμισαν. Μια αναφορά από την Αθήνα λέει ότι η καταστροφή στη Σμύρνη εκτιμάται από 14 έως 17 εκατομμύρια λίρες. Δεκατέσσερεις Αμερικανοί αγνοούνται. Αναφέρεται ότι οι μαθήτριες του Αμερικανικού Κολεγίου Θηλέων απήχθησαν από τους Τούρκους. Η Σμύρνη αφανίστηκε εκτός από την άθλια τουρκική συνοικία. Οι τράπεζες, οι εμπορικές και κατοικημένες περιοχές κατά μήκος της παραλίας και τα τετράγωνα που κατοικούσαν ξένοι, μετατράπηκαν σε στάχτη. Η φωτιά κάλυψε μια περιοχή δύο τετραγωνικών μιλίων.

Καταθέσεις

Ο σερ Χάρι Λαμπ, ο Βρετανός γενικός πρόξενος, δήλωσε ότι όλα τα ξένα προξενεία κάηκαν εκτός από το βελγικό, το νορβηγικό και το δανέζικο, τα οποία απέχουν τρία μίλια από το κέντρο της πόλης. Η ένορκη κατάθεση Αμερικανών κατοίκων αποδεικνύει ότι Τούρκοι στρατιώτες του τακτικού στρατού, συστηματικά πυρπόλησαν την πόλη, σε αντίποινα της καταστροφής που προκάλεσαν οι Ελληνες (σ.τ.σ. ο στρατός) κατά την αποχώρησή τους και επίσης ότι οι Τούρκοι, με τη φωτιά, θέλησαν να καλύψουν τις σφαγές που σημάδεψαν την είσοδό τους στην πόλη. Αμερικανοί μάρτυρες εκτιμούν ότι ένας μεγάλος αριθμός ατόμων χάθηκε στις φλόγες. Η ελληνική κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε στην Κοινωνία των Εθνών, τους Συμμάχους και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι οι Κεμαλικοί έσφαξαν τους πρόσφυγες. Η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει ότι πολλοί Ελληνες και Αμερικανοί μαζικά εκτελέστηκαν με την κατηγορία ότι βοήθησαν τον ελληνικό στρατό ή ότι διέπραξαν κατά φαντασίαν εγκλήματα. Ενας Αμερικανός δηλώνει ότι είδε αποκεφαλισμένα κορμιά Ελλήνων στρατιωτών δεμένα μαζί…».

Ο τουρκικός στρατός είχε μπει στις 27 Αυγούστου (10 Σεπτεμβρίου με το νέο) στη Σμύρνη. Αμέσως, ομάδες Τούρκων αρχίζουν να γράφουν με κόκκινη μπογιά τη φράση «Sahibi Islamdir» (μουσουλμανική ιδιοκτησία) στα τουρκικής ιδιοκτησίας κτίρια. Ο στρατηγός Νουρεντίν Πασά, Στρατιωτικός Διοικητής Σμύρνης μετά την κατάληψη από τον τουρκικό στρατό, μετέφερε σε συγκεκριμένες οδηγίες την έγγραφη διαταγή της Κεντρικής Διοίκησης δηλαδή του Κεμάλ Πασά: «Σύμφωνα μ’ έγγραφη διαταγή, που έλαβα από την Κεντρική Διοίκηση, είναι δυνατόν το ελληνικό έθνος, υπό τας παρούσας περιστάσεις ανάγκης, να προβεί σε εκδηλώσεις φανατισμού… Δεν πρέπει να παραμελήσετε το καθήκον σας. Κάθε στρατιώτης είναι υποχρεωμένος να σκοτώσει τέσσερις-πέντε Ελληνες για τη δόξα της χώρας μας…».

Οι σφαγές

Ετσι αρχίζει η σφαγή των Ελλήνων και των Αρμενίων. Στις 11 του μηνός ο Νουρεντίν παραδίδει στον τουρκικό όχλο τον μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο, ο οποίος κυριολεκτικά κατακρεουργείται. Η σφαγή και η πυρπόληση της Σμύρνης -που κορυφώθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1922- υπήρξε η τελική πράξη του τουρκικού εθνικισμού που συμβόλιζε τη γένεση της νέας Τουρκίας στο πλέον προνομιούχο τμήμα της παλιάς πολυεθνικής Αυτοκρατορίας. Μιας Τουρκίας απαλλαγμένης από το βάρος των χριστιανικών ομάδων με μοναδικό κυρίαρχο τον τουρκικό στρατό. Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ έγραψε στα απομνημονεύματά του: «Ο Κεμάλ γιόρτασε το θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του εκεί χριστιανικού πληθυσμού». Ο Κεμάλ Πασά θα λάβει το προσωνύμιο «Ατατούρκ», δηλαδή «Πατέρας των Τούρκων», προσφέροντας στους αναλυτές άλλο ένα τεκμήριο για την κατανόηση της τουρκικής εθνογένεσης.

Ο ελληνισμός στη Μικρά Ασία (Ιωνία, Πόντος, Καππαδοκία) και στην Ανατολική Θράκη υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια του ελληνικού έθνους. Κατοικούσαν εκεί 2.500.000 Ελληνες περίπου, οι οποίοι είχαν 2.177 σχολεία με 177.505 μαθητές και 4.596 δάσκαλοι, καθώς και 2.232 εκκλησίες. Επέζησαν από τη Μικρασιατική Καταστροφή περίπου 1.500.000 άτομα. Οι διασωθέντες έφτασαν στον ελεύθερο χώρο του βαλκανικού Νότου, ως πρόσφυγες και τραγικές αποδείξεις μιας ανολοκλήρωτης πορείας.

Στο βιβλίο του με τίτλο «Η ενοποίηση της Ελλάδας», ο Βρετανός ιστορικός Ντάγκλας Ντέικιν θέτει ένα σαφές και προκλητικό ερώτημα: Πώς ηττήθηκε ο ελληνικός στρατός στο μικροαστικό μέτωπο, ενώ ήταν πολυαριθμότερος του τουρκικού και καλύτερα εξοπλισμένος;

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό, μπορεί να βρεθεί μόνο εάν δούμε τις ελληνικές ευθύνες, που κατάφεραν να μετατρέψουν το όνειρο σε εφιάλτη.

Η Μικρασιατική Εκστρατεία άρχιζε με τους καλύτερους οιωνούς. Η Ελλάδα βρισκόταν στο στρατόπεδο των νικητών, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία, υπό την ηγεσία των νεότουρκων εθνικιστών, ήταν ηττημένη. Η εθνική ολοκλήρωση -που αφορούσε τόσο το κράτος της Ελλάδας, όσο, κυρίως, τους υπόδουλους Ελληνες της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης- φάνηκε ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί.

Στις 2 Μαΐου με το νέο ημερολόγιο τα ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στη Σμύρνη. Η Σμύρνη ήταν μια πόλη μεγαλύτερη από την Αθήνα, με μεγαλύτερη βιομηχανική υποδομή. Ο ελληνικός της χαρακτήρας ήταν αδιαμφισβήτητος και από τους ίδιους τους Τούρκους, οι οποίοι την αποκαλούσαν «Γκιαβούρ Ιζμίρ» δηλαδή «Σμύρνη των απίστων».

Το πρώτο λάθος στο μικρασιατικό εγχείρημα υπήρξε ο διορισμός του Αρ. Στεργιάδη, ως αρμοστή Σμύρνης. Ο Στεργιάδης -άνθρωπος του Βενιζέλου καταρχάς και των βασιλικών στη συνέχεια- υπήρξε ο κακός δαίμονας των Μικρασιατών. Ηταν αυτός που καταπίεσε τον ελληνικό πληθυσμό, κατέστειλε τις προσπάθειες για δημιουργία μικρασιατικού στρατού, απέτρεψε την ανακήρυξη της Μικράς Ασίας σε αυτόνομο κράτος και, τέλος, παρέδωσε συνειδητά τους κατοίκους της Σμύρνης στα κεμαλικά στρατεύματα. Το δεύτερο μεγάλο λάθος υπήρξε η υποτίμηση του δυναμικού ποντιακού αντάρτικου στο μικρασιατικό Βορρά, το οποίο θα μπορούσε να αποκόψει τις γραμμές εφοδιασμού των Κεμαλικών από τους μπολσεβίκους.

Το μοιραίο όμως «σφάλμα» ήταν η διενέργεια εκλογών τον Νοέμβριο του 1920. Η εξουσία πέρασε πλέον στην αντιπολεμική βασιλική παράταξη. Ο Νίκος Καζαντζάκης, συνεργάτης του Βενιζέλου, υποστήριξε ευθέως ένα χρόνο αργότερα ότι έκανε τις εκλογές γνωρίζοντας ότι θα τις χάσει. Ο Γ. Βεντήρης θεωρεί ότι το λάθος του Βενιζέλου ήταν ότι παραγνώρισε την αναγκαία προϋπόθεση για την εθνική ολοκλήρωση: Τον έστω και με τη βία εξαναγκασμό της Παλαιάς Ελλάδας να πάρει μέρος στην προσπάθεια και να καταβάλει τις απαιτούμενες θυσίες. Οπως γράφει: «Διότι η πλειοψηφία του λαού της Παλαιάς Ελλάδας, συστηματικώς εξαπατηθείσα, παραγνώριζε κατά βάση την πραγματικότητα». Οι βασιλικοί διάδοχοι στην εξουσία κινούνταν περισσότερο από το μίσος για τους βενιζελικούς, ακόμα και για τους Μικρασιάτες, παρά από διάθεση για την ολοκλήρωση του μεγάλου εγχειρήματος. Αποκαλυπτικές είναιοι επιστολές του αυτοεξόριστου στο Παρίσι Ιωνα Δραγούμη, του κορυφαίου διανοητή του παλαιοελλαδικού εθνικισμού: Ο μέγιστος εχθρός ήταν ο Βενιζέλος και οι συμπαραστάτες του, Κρητικοί και Μικρασιάτες. Και όλα αυτά εν μέσω πολέμου! Την ίδια στιγμή, οι ακραίες τάσεις του ελλαδικού κομμουνιστικού κινήματος συμμαχούσαν με τον τουρκικό εθνικισμό και άρχιζαν την υπονόμευση του ελληνικού στρατού.

Εγκατάλειψη του πληθυσμού

Από τις αρχές του 1922 είχε αρχίσει να συζητιέται σε υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια η εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον ελληνικό στρατό. Παρ’ όλα αυτά, όμως, η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει να απαγορεύσει στον ελληνικό πληθυσμό να εγκαταλείψει τη Μικρά Ασία. Η απόφαση αυτή πήρε τη μορφή του νόμου 2871/22, ο οποίος προέβλεπε αυστηρές πειθαρχικές και χρηματικές ποινές, στην περίπτωση σύλληψης πλοίων που θα μετέφεραν πληθυσμό.

Στις 26 Αυγούστου 1922, ύστερα από τουρκική αντεπίθεση κατέρρευσε το μέτωπο στο Αφιόν Καραχισάρ. Ο ελληνικός στρατός διαλύθηκε μέσα σε λίγες μέρες. Οι υπεύθυνοι δεν είχαν το παραμικρό σχέδιο ανασυγκρότησης και άμυνας. Ο αξιωματικός Σιμιτόπουλος -όπως μας πληροφορεί ο Τάσος Βουρνάς – έγραψε: «Η βλακεία του επιτελείου του στρατού μας ήτο χαρακτηριστικοτάτη». Δεν υπήρχε καμιά πρόβλεψη για την άμυνα της Σμύρνης. Το μόνο μέλημα των υπευθύνων ήταν να αποκρύψουν την είδηση της κατάρρευσης του μετώπου από τον ελληνικό πληθυσμό και να εμποδίσουν την αναχώρησή του. Υπάρχουν καταγγελίες για βίαιη εμπόδιση της αναχώρησης των Ελλήνων της Ιωνίας από τις ελληνικές αρχές της Σμύρνης, λίγες μόνο ημέρες πριν από την είσοδο σε αυτήν των κεμαλικών στρατευμάτων.

Είναι χαρακτηριστικός -και απίστευτος- ο διάλογος Παπανδρέου-Στεργιάδη, που παραθέτει ο ιστορικός του μεσοπολέμου Γρηγόρης Δαφνής στο δίτομο έργο του «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων». Οταν ο Στεργιάδης ανακοίνωσε στο νεαρό τότε πολιτικό Γεώργιο Παπανδρέου την επερχόμενη καταστροφή, δέχθηκε την ερώτηση: «Γιατί δεν ειδοποιείτε τον κόσμο να φύγει;» Η απάντηση του «Ελληνα αρμοστή Σμύρνης» ήταν η εξής: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα!».

Πηγή: http://users.sch.gr/