Θεία και ανθρώπινη διάκριση
Του Δημητρίου Λυκούδη, θεολόγου, Υπ. Δρα ΕΚΠΑ
Οι Νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας μας αναφέρονται στην ανεκτίμητη αξία της διακρίσεως, η οποία δύναται να ξεχωρίζει τα ουράνια από τα επίγεια, τα υψοποιά από τα χαμερπή, τα άκτιστα από τα κτιστά, τα θεομίμητα από τα ανθρώπινα. Την ονοματίζουν ως δεύτερο φύλακα άγγελο του ανθρώπου, που τον καθοδηγεί απλανώς, ασφαλώς, σταθερώς. Πρόκειται, βέβαια, για την ανθρώπινη διάκριση, η οποία εδράζεται στη λογικότητα και κτιστότητα του ανθρώπου.
Αυτή διαφέρει από τη θεία διάκριση, καθώς η δεύτερη είναι «δάνειο» του Χριστού και προσφέρεται όποτε, όπου, αν, και με τον τρόπο που επιλέγει ο Πανάγιος Θεός. Η ανθρώπινη, όμως, διάκριση είναι προνόμιο του «κατ᾿ εικόνα Θεού» δημιουργήματος ανθρώπου, του λογικού ανθρώπου, και μέσω αυτής ο πιστός δύναται ν᾿ αντιλαμβάνεται κάθε φορά ποιο είναι το ορθό, το δόκιμο, το συνετό, το φρόνιμο, που καλείται να πράξει και να επιλέξει ή, σε άλλη περίπτωση, να επιλέξει εκείνη τη λύση που φέρει συγκριτικά τις λιγότερες δυνατές συνέπειες.
Μέσω της ανθρώπινης διάκρισης ο πιστός δεν εγκαταλείπει την, ούτως ή άλλως, αναπόδραστη πραγματικότητα της καθημερινότητας, αλλά χριστοποιεί τη λογικοκεντρικότητά του. Έρχεται ο Χριστός και μεταμορφώνει σκέψεις, λογισμούς, εικόνες, συναισθήματα, αποφάσεις, προσωπικότητες. Όλα ευωδιάζουν, αλλοιώνονται αγαθοποιά, μεταμορφώνονται αγιαστικά, χαριτώνονται, εξαγιάζονται, θαυματουργούν μυστηριακά.
Είναι αυτή η κατάσταση που λειτουργεί το «κατ᾿ Οικονομίαν» της Αγίας μας Εκκλησίας, τόσο όσο ακριβώς να μην αλλοιώνεται η φρονιμάδα της Πίστεως και να μη στερεύει το «αείρυτον δάκρυον» του χαροποιού πένθους. Είναι αυτή η κατάσταση που οι Κανόνες της Εκκλησίας μας, κατά τον άγιο Παΐσιο τον Εζνεπίδη, γίνονται οδηγός και οδοδείκτης στην ζωή του πιστού και ουχί «κανόνια», που τον κατακεραυνώνουν και τον καταβυθίζουν στα βάθη της απελπισίας και του αφανισμού.