Τα παλιότερα Γεροντικά του Αγίου Όρους διασώζουν μια άκρως διδακτική ιστορία, στην ευρύτερη περιοχή των Καυσοκαλυβίων. Αρχές στα 1900, και ένας γέροντας μοναχός εγκαταβίωνε στην απόκρημνη αυτή περιοχή μαζί με τον υποτακτικό του.
Ο γέροντας, ενάρετος και νηστευτής μοναχός, άπαξ του έτους, έδινε την εντολή στον ταπεινό υποτακτικό του να πηγαίνει με ένα μικρό δοχείο έως την ακροθαλασσιά και να το γεμίζει με θαλασσινό νερό. Ο υποτακτικός, νεότερος στην ηλικία και χωρίς ιδιαίτερες γραμματικές γνώσεις, αλλά με αληθινή και ανυπόκριτη αγάπη, ευθύς αμέσως, στιγμιαία, έλεγε το «να είναι ευλογημένο γέροντα» και ξεκινούσε το διακόνημά του.
Αυτό συνέβη πολλές φορές και για αρκετά χρόνια. Κάποια χρονιά, ο υποτακτικός άρχισε να βομβαρδίζεται με λογισμούς δυσπιστίας και αμφισβητήσεως, σχετικά με την προτροπή του γέροντά του, διότι αδυνατούσε να κατανοήσει ποιος ο σκοπός μιας τόσο μεγάλης ταλαιπωρίας, καθώς η καλύβα τους ήταν σε αρκετά μεγάλο υψόμετρο από την επιφάνεια της θάλασσας και, εισέτι, η πρόσβαση προς το θαλασσινό νερό, τόσο ο κατήφορος όσο και ο ανήφορος από και προς αυτήν, στην πραγματικότητα, ήταν ένα μικρό «μαρτύριο». Και να πεις ότι είχαν στερηθεί το πόσιμο νερό! Στην περιοχή της καλύβης τους υπήρχε άφθονο!
Έτσι, λοιπόν, αποφάσισε να εξομολογηθεί αυτούς τους λογισμούς στον γέροντά του. Εκείνος, χαμογελώντας ελαφρά, τον πρόσταξε να δοκιμάσει το θαλασσινό νερό. Και, ω του θαύματος! Το νερό δεν ήταν πλέον αλμυρό, αλλά γλυκό, πλέον νόστιμο και εύγευστο! Ο Γέροντας τότε, τον πρόσταξε να μην κοινοποιήσει το θαύμα πουθενά. Ο δε υποτακτικός, κινούμενος από αγάπη προς τον γέροντά του, επέτρεψε να διαρρεύσει η «πληροφορία». Αυτό ήταν! Την επόμενη χρονιά που πήγε να πάρει νερό από τη θάλασσα, το νερό ήταν αλμυρό, ακριβώς ως θαλασσινό νερό. Η δε ημέρα, άπαξ του έτους, που έστελνε ο γέροντας τον υποτακτικό του να εκτελέσει το διακόνημα, ήταν η 6η του μηνός Ιανουαρίου, ανήμερα της εορτής των Φώτων!
Τέτοια θαύματα βιώνουμε πολλοί χριστιανοί και μέσα στον κόσμο, στην ενορία μας, στις οικογένειές μας, στην εργασία μας. Άλλωστε, τι είναι η αθανασία της ψυχής; Και απαντούσε ο άγιος Παΐσιος: «Αθανασία δεν καλούμε μια απλή βιολογική συνέχεια της ζωής, αλλά μετοχή στον Παράδεισο. Να, κοίταξε να δεις: κατασκευάζουν όλοι οι ισχυροί της γης πυραύλους για να πάνε στον Ουρανό. Και όλοι αυτοί οι πύραυλοι, πέρα από τα τόσα εκατομμύρια που στοιχίζουν, ξοδεύουν και τόνους καύσιμα! Ενώ ο χριστιανός, να, μ᾿ ένα παξιμάδι και μόνο, πάει κατευθείαν, κατακόρυφα στον Ουρανό!».
Αυτού του Ουρανού και της γης ο Κτίστης, «παραγίνεται σαρκί εν Ιορδάνη, Βάπτισμα αιτών ο αναμάρτητος, ίνα καθάρη τον κόσμον από της πλάνης του εχθρού», θα ακούσουμε παραμονή των Θεοφανείων, στην ακολουθία του Εσπερινού. «Σήμερον ο Δεσπότης, κλίνει τον αυχένα, χειρί τη του Προδρόμου» (ανήμερα της Εορτής). Και πράγματι! Για πρώτη φορά συναντιούνται επί της γης ο Κύριος Ιησούς Χριστός με τον Τίμιο Πρόδρομο, πρώτη και τελευταία. Μετά το Βάπτισμα (άλλωστε ο Κύριος Ιησούς Χριστός εξήλθε ευθέως από το νερό, ως αναμάρτητος), ο γλυκύτατος Ιησούς επήγε στο Σαραντάριο Όρος, ενώ ο άγιος Ιωάννης, λίγο αργότερα, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και ακολουθεί το μαρτύριο.
Αυτής της Βασιλείας των Ουρανών, εν δυνάμει, είμαστε ουρανοπολίτες! «Επεφάνη ο Σωτήρ, η χάρις η αλήθεια» ανάμεσα στον κόσμο και ο κόσμος απέσυρε αδιάφορα και περιφρονητικά το βλέμμα του, εσφράγισε ορμητικά τα ώτα του στην προτροπή του ιερού υμνωδού: «Ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις, ρείθρα περιβάλλεται σήμερον τα Ιορδάνεια. Και την εμήν καθαίρεται κάθαρσιν, ο του κόσμου αίρων την αμαρτίαν». Καλό φωτισμό, συνηθίζουμε να λέμε την ημέρα αυτή, και λησμονούμε ότι καλός φωτισμός σημαίνει, μεταξύ άλλων, καλή υπακοή, καλή ταπείνωση, καλή νηστεία, καλή προσευχή, καλή αγρυπνία, καλή ελεημοσύνη, καλή υπομονή, καλή μυστηριακή ζωή, καλό προσευχητικό ξενύχτι, καλή μετάνοια!
Και όσοι αληθινά εορτάσαμε λίγες ημέρες πριν, Γέννηση Χριστού στις καρδιές μας, και όσοι εκάμναμε απαρχή του νέου έτους με τη θεία γλυκύτητα της χαρμολύπης εις τα βαθύτατα της ψυχής μας, ας σπεύσουμε πανηγυρικά έμπροσθεν του γλυκυτάτου Ιησού, ας γονατίσουμε ικετευτικά και παρακλητικά, προσευχόμενοι υπέρ ειρήνης και φωτισμού του σύμπαντος κόσμου και ας ψάλλουμε μετά των αγίων Πατέρων μας, των και προγευσαμένων (και αεί απολαμβανόντων) των ουρανίων ηδυτήτων: «Ημείς δε οι φωτισθέντες βοώμεν, Δόξα τω φανέντι Θεώ, και επί γης οφθέντι, και φωτίσαντι τον κόσμον».