Καλμούκος Θεόδωρος
Ο λόγος που επανέρχομαι σήμερα για το θέμα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης έπειτα και από αυτόν τον τελευταίο εμπαιγμό της Τουρκίας είναι ότι θα πρέπει να αρχίσουμε να απαγκιστρωνόμαστε από τη μυθώδη νοοτροπία του «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα είναι» και να χαράξουμε πορεία για το μέλλον σήμερα, όχι αύριο, διότι αύριο μπορεί να είναι αργά.
Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται 22 χρόνια από την εκλογή του σημερινού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και πραγματικά νομίζει κανείς πως σαν να ήταν χτες.
Περνά βλέπετε ο καιρός τόσο γοργά και πίσω δεν γυρνά. Ενας από τους στόχους της Πατριαρχίας του ήταν και η επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης, για την οποία βέβαια προχτές ήλθε η ψυχρολουσία με τον πιο επίσημο τρόπο και με τον ανοικτό πλέον εκβιασμό του δόγματος της αμοιβαιότητας προς την Ελλάδα.
Κατ’ αρχήν θα ήταν ασύνετο να αρχίσουμε να ελπίζουμε πάλι άλλα 22 χρόνια, πως θα αποφασίσουν οι αφέντηδες της Τουρκιάς να ανοίξουν τη Χάλκη και δεύτερο αλλά εξόχως σοβαρό και επικίνδυνο θα έλεγα να αρχίσουν οι πιέσεις του Πατριαρχείου προς την Ελλάδα «να δώσει», για να ανοίξει ο Ερντογάν τη Χάλκη. Φτάνουν τόσα ντέρτια και τόσοι καημοί που έχει σήμερα η καθημαγμένη Ελλάδα, προς Θεού να μην μπει σε άλλες περιπέτειες για τα μάτια της Χάλκης.
Οι Τούρκοι εξακολουθούν να είναι Τούρκοι και μια ματιά στην κατεχόμενη Κύπρο θα μας πείσει. Να πούμε όμως και τούτο για λόγους ακριβοδικίας, πως με αφορμή τα τριμερή προβλήματα Ελλάδος – Τουρκίας – Κύπρου χάσαμε τον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της Τενέδου κι έχουμε φτάσει σήμερα «μικρόν προ του τέλους», παρόλο ότι προσπαθούμε να στομώνουμε τους φόβους μας.
Ενας από τους λόγους που αποφεύγω να πηγαίνω τα τελευταία χρόνια στην Κωνσταντινούπολη είναι και αυτός, δηλαδή και συναισθηματικά δεν αντέχω να βλέπω αυτή την ερήμωση παντού αρχίζοντας από τον Πατριαρχικό ναό, πηγαίνοντας στο ναό της Αγίας Τριάδος της πλατείας Ταξίμ, στο Αγίασμα της Παναγιάς των Βλαχερνών χτυπώντας το κουδούνι για να εμφανιστεί δειλά – δειλά ο Αρμένης νεωκόρος να μου ανοίξει για να προσκυνήσω. Ούτε αντέχω να βλέπω πια την Αγιά Σοφιά μεταποιημένη σε μουσείο, ούτε και τη Μονή της Χώρας με τα αμίμητης τεχνοτροπίας και αξίας ψηφιδωτά. Δεν θέλω να δεχθώ ότι αυτή είναι η μοίρα του Γένους. Κι όμως.
Βέβαια μέσα στο Πατριαρχείο, το Φανάρι, τα πράγματα είναι διαφορετικά για τους ιεράρχες και τα ανώτερα κληρικά στελέχη από απόψεως ανέσεως και ανέσεων.
Για τους λαϊκούς εργαζόμενους η κατάσταση είναι άλλη. Να δηλώσω ότι πιστεύω «στα μη σαλευόμενα», αλλά έπειτα και από την πρόσφατη άρνηση της Τουρκίας να ανοίξει η Χάλκη δεν είμαι σίγουρος πόσο μπορώ να αισιοδοξώ ότι αύριο θα την ανοίξουν. Ούτε βέβαια θέλω να βγάλω το χέρι του Θεού από τον ρουν και το γίγνεσθαι της ιστορίας, αλλά με τα σημερινά γενόμενα και τους αριθμούς πρέπει να πω ότι ανησυχώ.
Δεν θέτω καν πρακτικής φύσεως θέματα για τη Χάλκη, αν δηλαδή έχουν γίνει μελέτες του είδους ποίοι και από πού θα πάνε να μαθητεύουν σ’ αυτή; Ποίοι και από πού θα πάνε να διδάξουν και πώς θα πληρώνονται; Κι ακόμα αν έχει γίνει κάποια μελέτη για την οικονομική της στήριξης αν υποθέσουμε πως ανοίγει τον άλλον μήνα; Πιο απλά, ποιος και πώς θα αναλάβει τα έξοδα της λειτουργίας της;
Η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη ας μη ξεγελιόμαστε και πάλι καλά τόσα που κάνει και τόσα που δίνει για τη συντήρηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και των λοιπών Πατριαρχείων και Μητροπόλεων στην αλλοδαπή.
Με εξαίρεση την Αρχιεπισκοπή Αμερικής οι υπόλοιπες Αρχιεπισκοπές και Μητροπόλεις της Διασποράς δεν νομίζω ότι μπορούν να δίνουν σεβαστά ποσά. Αλλά εδώ που τα λέμε και η Αρχιεπισκοπή Αμερικής στα φεστιβάλ στηρίζεται με τα ψητά γουρουνάκια και σουβλάκια των κοινοτήτων της, αυτή είναι η πικρή πραγματικότητα.
Αν είχαμε κάνει τις μισές προσπάθειες από αυτές που έχουν γίνει αυτά τα 40 χρόνια για τη Χάλκη, για τη Σχολή της Βοστώνης, σήμερα θα ήταν το στολίδι της παγκόσμιας Ορθοδοξίας, η Νέα Χάλκη αν προτιμάτε.
Το μέλλον μπορεί να είναι εδώ στην Αμερική, το αύριο της Ορθοδοξίας μπορεί να ξημερώσει εδώ αρκεί να μη μας βρει εμάς κοιμώμενους.
*Ο κ. Θ. Καλμούκος είναι εκκλησιαστικός συντάκτης στην ομογενειακή εφημερίδα Εθνικός Κήρυξ