Η καρδιακή προσευχητική ενατένιση προς το θείο, στηριγμένη στην άδολη “ερωτική” προδιάθεση του ανθρώπου και εμφορούμενη από αγαστά συναισθήματα μετανοίας και ταπεινώσεως αποκτά υπερφυσική δύναμη, ικανή να “κάμψει” ακόμη και αυτή τη “θέληση” του Δημιουργού[1].
Υπο αυτές τις συνθήκες ο πιστός μετέχει στην πολλαπλότητα των ενεργειών του Θεού, όχι με την έννοια ότι αυτές είναι αυτοτελείς και αυτόνομες, αλλά ως πολλές ενέργειες «ταυτίζονται πρός τήν μίαν ἐνέργειαν, ἀφοῦ ἡ μία θεία ἐνέργεια πληθύνεται ἐνικῶς καί μερίζεται ἀμερίστως, ὡς ὁ ἥλιος, φερ’ εἰπεῖν, ἀκτινοβολεῖ διά πολλῶν ἀκτίνων τό ἐν φῶς αὐτοῦ»[2].
Ο γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ τονίζει: «Πᾶς ἄνθρωπος ψευσθῆς, ὡς προελθῶν ἐν τοῦ “μή ὄντως”. Μόνον διά τῆς ἐν ἠμίν ἐνοικήσεως τοῦ Θεοῦ – Ἀληθείας γινόμεθα καί ἠμεῖς “ἀληθινοί”. Ἡ Ζῶσα Ἀλήθεια μεταμορφοί ἠμᾶς διά τῆς ἐλεύσεως Αὐτῆς ἐντός ἠμῶν. Ἡ Ἀλήθεια, ἀπόλυτος οὖσα, ἐναγκαλίζεται καί συγκρατεῖ τά πάντα. Ὅστις θά “γνωρίση” τήν Ἀλήθειαν ταύτην, κατά τόν λόγο αὐτῆς ταύτης τῆς Ἀληθείας, ἐλευθεροῦται ἀπό τίς ἔφ ἠμῶν θανατηφόρου ἐξουσίας τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι αἰώνιος, καί καθιστά ἠμᾶς ἀθανάτους. Ὁ Θεός – Ἀλήθεια ἀπεργάζεται καί ἠμᾶς ἐν ἀληθεία Θεοῦ. “Θεούς”, οὐχί διά τά ἄλλα λογικά κτίσματα, ἀλλά θεούς κατά τήν μεταδοθεῖσαν εἰς ἠμῶς μορφήν τοῦ εἶναι καί κατά τό περιεχόμενον τῆς ζωῆς ταύτης»[3].
Παραπομπές:
[1] Βλ.σχ., Γαϊτάνη Βασιλείου, Από την Επικοινωνία στην Κοινωνία, σελ. 271-273.
[2] Βλάχου Ιεροθέου, Το Πολίτευμα του Σταυρού, σελ. 111-112.
[3] Σωφρονίου Σαχάρωφ, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι, σελ.408-409.