Η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, καθόσον η καθεμία προϋποθέτει την άλλη (βλ. ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 422, Σεπτ. 2018). Η Παλαιά προετοιμάζει το έδαφος για την Καινή. Περιχαρακώνει τους ανθρώπους με τον θείο νόμο που έλαβε ο Μωυσής στο Σινά, για να γίνουν ικανοί να δεχθούν την τέλεια διδασκαλία του Χριστού. Συγχρόνως τους προϊδεάζει με προτυπώσεις και σύμβολα για τα μέλλοντα να συμβούν γεγονότα. Γι’ αυτό και οι δύο Διαθήκες κατανοούνται μόνο σε αλληλεξάρτηση.
Η Εκκλησία μας χρησιμοποιεί και τις δυό μέσα σε αυτή τη φυσική οργανική τους ενότητα πάντα. Παρακολουθεί το κάθε γεγονός της Θείας Οικονομίας σε όλη τη διαδρομή του μέσα στην Ιερά Ιστορία, από τη στιγμή που με κάποιο τρόπο αυτό έχει προσημανθεί στην Παλαιά Διαθήκη, μέχρι την πλήρη εκπλήρωσή του στην Καινή. Έτσι, μόνο η Εκκλησία παραδίδει την ολοκληρωμένη εικόνα του, την πλήρη και αυθεντική ερμηνεία του. Ιδιαίτερη πιστότητα στην τακτική της αυτή η Εκκλησία παρουσιάζει στη λειτουργική γλώσσα της, όπου οι αναφορές στην ενιαία θεία Γραφή είναι εξόχως πυκνές. Σχεδόν δεν υπάρχει ύμνος της θείας λατρείας που να μην υποδηλώνει την αδιάσπαστη συνοχή των δύο Διαθηκών.
Έτσι λοιπόν, για να είναι κατανοητή στην πληρότητά της η θαυμάσια υμνολογία μας, και συνεπώς το νόημα της λατρευτικής και πνευματικής μας ζωής, θα πρέπει να γνωρίζουμε σε βάθος την όλη Ιερά Ιστορία. Αν αγνοούμε την Παλαιά Διαθήκη (όπως δυστυχώς και συνήθως συμβαίνει), θα είναι σε μεγάλο βαθμό ακατανόητο για μας και ξένο το περιεχόμενο της λατρείας μας. Ας το δούμε αυτό με ένα παράδειγμα από τη μεγάλη εορτή της Υπαπαντής.
Στα εορταστικά μεγαλυνάρια της θ΄ ωδής, η οποία έχει αναφορά πάντα στην Υπεραγία Θεοτόκο, παρομοιάζεται η Παναγία μας με μυστική λαβίδα που κρατάει ως αναμμένο κάρβουνο τον Χριστό: «Η λαβίς η μυστική, η τον άνθρακα Χριστόν συλλαβούσα εν γαστρί, συ υπάρχεις, Μαριάμ». Και αρκετοί άλλοι ύμνοι της εορτής (ολόκληρη η ε΄ ωδή), αναφερόμενοι στον συγκεκριμένο συμβολισμό, κάνουν λόγο για κάποιο σχετικό όραμα, το οποίο «είδεν Ησαΐας συμβολικώς», και το οποίο κάνει τον άγιο Συμεών τον Θεοδόχο να αναφωνεί προς την Θεομήτορα: «Πυρ βαστάζεις, Αγνή»! Είναι αυτονόητο λοιπόν, ότι για να εισδύσουμε στην έννοια των λόγων αυτών, πρέπει να ανατρέξουμε στην Παλαιά Διαθήκη και να βρούμε σε τί ακριβώς αναφέρονται οι ύμνοι αυτοί της Υπαπαντής.
Το συγκεκριμένο περιστατικό περιέχεται πράγματι στο 6ο κεφάλαιο του προφήτη Ησαΐα. Η σχετική περικοπή συμπεριλαμβάνεται μάλιστα στα αναγνώσματα του Εσπερινού της εορτής. Εκεί ο προφήτης διηγείται τη θαυμαστή θεοφάνεια, με την οποία έγινε η ανάληψη εκ μέρους του της αποστολής να κηρύξει μετάνοια στον λαό που απομακρύνθηκε από τον Θεό. Επειδή προέβαλε την αδυναμία του για ένα τόσο υψηλό και δύσκολο έργο, ένα Σεραφίμ έλαβε με την πυράγρα (λαβίδα) από τη φωτιά του θυσιαστηρίου ένα αναμμένο κάρβουνο και το ακούμπησε στα χείλη του Ησαΐα, για να τον καθαρίσει από κάθε αμαρτία και να τον κάνει άξιο να φέρει εις πέρας την αποστολή του.
Με την ενέργεια αυτή προεικονίσθηκε η Παναγία ως μυστική λαβίδα, που γέννησε και κράτησε στα χέρια της το πυρ της Θεότητας, τον αναμμένο άνθρακα Χριστό, που ήρθε να καταφλέξει «πυρί αΰλω τας αμαρτίας» μας. «Άνθραξ ο προοφθείς τω θείω Ησαΐα, Χριστός ως εν λαβίδι, χερσί της Θεοτόκου, νυν τω Πρεσβύτη δίδοται» (Απόστιχα Μικρού Εσπερινού).
Να, πώς αλληλοπεριχωρούνται τα θεία γεγονότα και στις δύο Διαθήκες. Ξεκινούν από την Παλαιά ως προφητικές εξαγγελίες, προεικονίσεις και συμβολισμοί, εκπληρώνονται και φωτίζονται στην Καινή, θα κατανοηθούν όμως πλήρως και θα ολοκληρωθούν κατά τον καιρό των εσχάτων.
Να, πώς η Παλαιά Διαθήκη είναι η βάση για την κατανόηση της Καινής. Να, γιατί αποτελούν αδιαχώριστη ενότητα.
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 427, Φεβρ. 2019, επηυξημένο)