π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Ο άνθρωπος δεν μοιράζεται τα βαθύτερα βιώματά του, την αγωνία, τον πόνο ή τη χαρά του. Προσπαθεί να τα περάσει μόνος, χωρίς άνοιγμα στον άλλο, όχι, βέβαια, αδικαιολόγητα. Γιατί, αν ο «άλλος» ως φίλος ή ως κοντινός μας, μάς πλήγωσε και μάς πρόδωσε, το «μάζεμα» στον εαυτό μας είναι η αναπόφευκτη κατάληξη.
Όμως, δεν πλαστήκαμε από το Θεό για να ζούμε έτσι! Η δημιουργία μας ως «κατ’ εικόνα» Του σημαίνει να ζούμε Τριαδικά, κοινωνικά, όπως εκείνος που ζει ως κοινωνία προσώπων. Άλλωστε, η Εκκλησία που θεμελιώθηκε στο Σταυρό και στην Ανάσταση του Θεανθρώπου παραπέμπει ξεκάθαρα στην ενότητα και στην εν Χριστώ κοινωνία των προσώπων. Η σύναξη της οικογένειας του Θεού, κατά το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, είναι ο πρώτιστος λόγος.
Ο θεολογικός όρος «Λειτουργία μετά τη Λειτουργία», μας καλεί να συνεχίσουμε τη σύναξη, την ενότητα, την κοινωνία στην καθημερινότητα, συμμετέχοντας ως αδέλφια στη ζωή ο ένας του άλλου, στα προβλήματα και στις χαρές του, ώστε να πραγματοποιήσουμε το ομοούσιο της ύπαρξής μας, αλλά και την ιδιότητά μας ως χριστιανών – μελών της Εκκλησίας.
Ακούμε κατά καιρούς, σε χώρους εκκλησιαστικούς, ότι υπάρχει εκκοσμίκευση, εννοώντας, προφανώς, ότι, όπως ο κόσμος ενδιαφέρεται για λεφτά, διασκεδάσεις και δόξα, έτσι και οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Ασφαλώς, ο τονισμός στη ζωή μας των πιο πάνω, αντί των εντολών του Χριστού, είναι δείγμα εκκοσμίκευσης. Όμως, δεν είναι εκκοσμίκευση όταν απουσιάζει και από τους ανθρώπους της Εκκλησίας το ενδιαφέρον για τους άλλους, η κοινωνικότητα ως συμμετοχή στη ζωή τους, η σχέση και η επικοινωνία;
Να γιατί μπορεί να παρουσιαστούν και στους ανθρώπους της Εκκλησίας τα λεγόμενα ψυχολογικά προβλήματα, η ασυνεννοησία και η σύγχυση. Όσοι θελήσουν να τολμήσουν τη συνάντηση των καρδιών, το δόσιμο χωρίς ιδιοτέλεια, την ουσιαστική σχέση και επικοινωνία, θα χαρούν την ενεργοποίηση του κατ’ εικόνα, τα δώρα του Αγίου Πνεύματος, τη φυσιολογική ζωή.
Δεν είναι τυχαίο που οι Πατέρες μας χρησιμοποίησαν οικογενειακούς όρους για να περιγράψουν την Εκκλησία ως την οικογένεια του Ουράνιου Πατέρα κι όχι μια θρησκεία ή φιλοσοφία. Το ναό ως το «σπίτι του Θεού», το τραπέζι ως «Αγία Τράπεζα», τα μαγειρικά σκεύη ως «ιερά σκεύη», τον ιερέα ως «παπά» και τους χριστιανούς ως «αδέλφια».
Τελικά, αν η Εκκλησία είναι ο τρόπος που μας φέρνει σε σχέση αγάπης, συμμετοχή στη ζωή των άλλων κι όχι λόγια, κοινωνία προσώπων με ουσιαστική ενότητα, είναι αυτονόητο ότι η εγωκεντρική συμπεριφορά, η ατομική ευσέβεια και η απομόνωση, είναι αντι-εκκλησιαστικά, κι άρα ανίκανα να ολοκληρώσουν, να σώσουν τον άνθρωπο και να του φέρουν τη Βασιλεία του Θεού στην καρδιά του. Να γιατί, κατά τον άγιο Ειρηναίο, «μόνος χριστιανός, καθόλου χριστιανός».
Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος