Το Μέγα Δείπνο
Γράφει ο π. Δημήτριος Μπόκος
Ο Θεός ευλόγησε τον γάμο και την οικογένεια. Προσέλαβε τους ανθρώπους ως συνεργούς και μετόχους στη δημιουργία του, τιμώντας τους με το να γίνουν γονείς παιδιών, απογόνων. Ο Θεός ευλόγησε την εργασία και θέλησε να ζει ο άνθρωπος από τον μόχθο και τον ιδρώτα του. Ο Θεός ευλόγησε τα ζώα και τα έβαλε να υπηρετούν τον άνθρωπο στις ανάγκες του.
Και όμως,δυο Κυριακές πριν τα Χριστούγεννα, στην εορτή των αγίων Προπατόρων(των κατά σάρκα προγόνων του Χριστού από τον Αδάμ μέχρι την Παναγία), διαβάζεται η παραβολή του μεγάλου δείπνου. Λέει ο Χριστός εκεί, ότιάνθρωποι που παντρεύονται και αγοράζουν χωράφια και βόδια και απασχολούνται με όλα αυτά, απορρίπτονται και θεωρούνται ανάξιοι να παρακαθίσουν στο τραπέζι του Θεού. Γιατί άραγε; Η εξήγηση είναι απλή.
Οι άνθρωποι αυτοί που κρίθηκαν απόβλητοι από τη Βασιλεία του Θεού, δεν έκαναν κάτι κακό. Απλώς ό,τι έκαναν,το έκαναν με λάθος τρόπο, σε λάθος στιγμή. Ο Θεός ευλόγησε τις απασχολήσεις αυτές του ανθρώπου, αλλά μίλησε και για άλλα πράγματα πιο σημαντικά. Δίπλα στη φροντίδα για την υλική επιβίωση, του υπέδειξε και τη φροντίδα για την μελλοντική αιώνια επιβίωση της ψυχής του. Και μάλιστα τόνισε με πολλούς τρόπους, ότι η δεύτερη αυτή φροντίδα είναι πιο αναγκαία. Μας δίδαξε«υπεροράν μεν σαρκός…, επιμελείσθαι δε ψυχής». Ό,τι αφορά τη σάρκα είναι για λίγο καιρό. «Παρέρχεται γαρ». Ό,τι όμως έχει να κάνει με την ψυχή, έχει αιώνια αξία, αφού πρόκειται για πράγμα αθάνατο. Η ευσέβεια δηλαδή έχει μόνιμη ωφέλεια, «επαγγελίας έχουσα ζωής της νυν και της μελλούσης».Εξασφαλίζει αγαθά και για την παρούσα και για τη μέλλουσα ζωή. Οι άνθρωποι της παραβολής δεν μπόρεσαν να ιεραρχήσουν σωστά τα πράγματα. Όταν έπρεπε να κάνουν τα πνευματικά, αυτοί παρέμειναν προσκολλημένοι στα υλικά. Τα νόμισαν υπέρτερα, πως σ’ αυτά και μόνο ήτανη αξία της ζωής.
Ο άγιος Σπυρίδων όμως, που συμπίπτει σήμερα η μνήμη του, τα είδε διαφορετικά. Τα ιεράρχησε όλα με σωστό τρόπο. Βρήκε τις χρυσές ισορροπίες. Ξεκίνησε από πάνω προς τα κάτω. Ήταν επίσκοπος και εργάσθηκε τα πνευματικά με τόσο τέλειο τρόπο, που αναδείχθηκε άγιος, θεοφόρος και θαυματουργός. Το λείψανό του παραμένει άφθαρτο και χαριτόβρυτο μέχρι σήμερα. Παράλληλα, νυμφεύτηκε, έκανε και παιδιά. Ήταν όμως και ποιμήν προβάτων. Αγρότης. Γεωργός. Ασχολιόταν με όλες τις ευλογημένες εργασίες. Όμως δεν τον εμπόδισαν αυτά καθόλου στο να τρέχει και τότε στο επίγειο δείπνο (τη Θ. Λειτουργία)του Θεούκαι τώρα να παρακάθεται αιώνια με όλους τους άξιους συνδαιτυμόνες στο τραπέζι της Βασιλείας του.
Ας μας καθοδηγεί λοιπόν κι εμάς να προτιμάμε πάντα την ψυχή από το σώμα. Και όταν η καμπάνα μάς καλεί, ν’ αφήνουμε τις δουλειές μαςόλες και να τρέχουμε στο δείπνο του Θεού.