Το προφητικό χάρισμα
Πραγματικά, αν κατευθύνει κανείς την καρδιά του στο θέλημα του Θεού, ακόμη και μικρό παιδί φωτίζει ο Θεός να του πει το θέλημά Του.
Αν όμως δεν επιθυμεί κανείς αληθινά το θέλημα του Θεού, ακόμη και αν πάει να συμβουλευτεί προφήτη, θα δώσει ο Θεός λόγο στην καρδιά του προφήτη, για να του απαντήσει σύμφωνα με την αμαρτωλή του καρδιά, όπως λέει η Αγία Γραφή: «Αν πλανηθή και λαλήσει ο προφήτης, εγώ Κύριος επλάνησα τον προφήτην εκείνον». Ο λόγος αυτός του Αββά Δωροθέου φαίνεται να είναι επίκαιρος, αφού και σήμερα αναζητούνται προφήτες.
Ο χαρακτηρισμός «προφήτης» δε δίνεται μόνο σ’ αυτόν που προλέγει τα μέλλοντα, αλλά και σ’ αυτόν που γνωρίζει το θέλημα του Θεού και το αποκαλύπτει στους ανθρώπους. Με την έννοια αυτή, ασφαλώς υπάρχουν και σήμερα προφήτες. Οι άγιοι Γέροντες των ημερών μας, που έχουν γνωστοποιηθεί στον κόσμο με διάφορα συγγράμματά τους και έχουν γραφτεί βιβλία γι’ αυτούς, δεν είναι σύγχρονοί μας προφήτες;
Η ανθρώπινη πνευματική αναπηρία και άγνοια θεωρεί τον προφήτη παρόμοιο με μέντιουμ ή δάσκαλο ανατολικών θρησκειών. Αναμένει, δηλαδή, να του αποκαλύψει για τον εαυτό του άγνωστες πτυχές που θα τον βοηθήσουν να βαδίσει με ασφάλεια.
Στην Εκκλησία, που διασώζεται η Αλήθεια του Θεού ως τρόπος ζωής, ο προφήτης είναι ο άγιος που αφουγκράζεται τη φωνή του Θεού. Ξέρει όμως ότι ο Θεός δε μιλά πάντα ούτε στον προφήτη. Κυρίως αν αυτός που ρωτά τον προφήτη, το φίλο του Θεού, δεν ενδιαφέρεται με γνησιότητα να γνωρίσει το θέλημα του Θεού. Τότε, όχι μόνο δεν αποκαλύπτεται η οδός του Κυρίου γι’ αυτόν, αλλά, το χειρότερο, μπλέκει τον προφήτη και του λέει λόγο αντίθετο προς τη σωτηρία του ερωτώντος.
Γίνεται κατανοητό πόση σημασία έχει ο πόθος του ανθρώπου να γνωρίσει το θέλημα του Θεού παρά το πρόσωπο που ρωτάται. Γιατί ο Θεός δεν είναι άδικος, ώστε να στερήσει τον άνθρωπο, που αναζητά και ρωτά με ειλικρινή πόθο, από το να γνωρίσει το θεϊκό θέλημα που θα τον οδηγήσει στην όντως ζωή, επειδή αυτός που ρωτάται δεν είναι άξιος του Θείου φωτισμού.
Η παρουσία, τις τελευταίες δεκαετίες, πολλών αγίων Γερόντων που έγιναν για την εποχή τους προφήτες, ελλοχεύει τον κίνδυνο να θεωρήσουμε ότι δεν υπάρχουν πια σήμερα ανάμεσά μας παρόμοιοί τους. Αυτό είναι ωσάν να απορρίπτουμε τη συνεχή ζωντανή παρουσία του Αγίου Πνεύματος, πράγμα που θα σήμαινε ότι η Εκκλησία νεκρώθηκε και μαζί της ο κόσμος.
Ασφαλώς, και σήμερα το Άγιο Πνεύμα καθοδηγεί την Εκκλησία στην Αλήθεια, χαριτώνει τους κληρικούς για να συμπορεύονται ορθά με το λαό του Θεού, αγιάζει τον κόσμο. Η μυστική και αθόρυβη παρουσία Του μεγαλουργεί στους ταπεινούς και «ανύπαρκτους» κληρικούς και λαϊκούς. Η ανακάλυψη τέτοιων προφητικών μορφών δε γίνεται σ’ αυτούς που «σημείον αιτούσι» για να πιστέψουν ή για να πορεύονται «αβρόχοις ποσίν» την πορεία του βίου, αλλά σε όσους με ταπεινό φρόνημα αναζητούν καρδιακά τη γνώση της Βασιλείας του Θεού.
Τότε βρίσκονται σε συνεχή έκπληξη, καθώς θα βλέπουν μπροστά τους ζωντανό τον Κύριο και Θεό τους «εν ετέρα μορφή», να τους δείχνει πώς να πορευτούν στη ζωή τους για να ζήσουν από τώρα και στους αιώνες μαζί Του και μαζί με «τους απ’ αιώνων αγίους».
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους