Μια φορά ο πατήρ Βιτάλιος πήγε να επισκεφτεί τα πνευματικά του τέκνα, που μένανε σε ένα χωριό του Ντονιέτσκ και που είχε διαμορφώσει σε κρυφό μοναστήρι στον κόσμο. Αυτή η μικρή κοινωνία παρθένων είχε μεγάλες θλίψεις. Πολλές αδελφές ήταν πολύ άρρωστες και το βάρος της ζωής αυξανόταν εξ αιτίας του πολύ μακρυνού δρόμου για το νερό. Την τρίτη μέρα από την αναχώρηση του Γέροντα από το χωριό στον κήπο του σπιτιού που μένανε οι μοναχές, στο σημείο που ο πατήρ Βιτάλιος συχνά προσευχότανε άρχισε να τρέχει μια πηγή καθαρού νερού.