Ο υλικός πολιτισμός που επώασε την Επανάσταση του 1821 στο Μουσείο Λαλαούνη
Ο θεματικός άξονας της έκθεσης φωτίζει με νέο τρόπο κειμήλια του ελλαδικού χώρου από την περίοδο της Αναγέννησης έως την Ελληνική Επανάσταση.
Της Μαργαρίτας Πουρνάρα
Τη δεκαετία του ’50, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος έδωσε μια ιδέα στον Ηλία Λαλαούνη, που έμελλε να του αλλάξει τη ζωή. Τον προέτρεψε να σχεδιάσει κοσμήματα με έμπνευση από την ελληνική αρχαιότητα. Αυτό ήταν! Τα δημιουργήματά του ήρθαν να δώσουν πνοή σε μια χαμένη παράδοση αιώνων.
Βραχιόλια, σκουλαρίκια και περιδέραια με «απόηχους» μυκηναϊκούς, μινωικούς, μακεδονικούς φορέθηκαν από τις ομορφότερες γυναίκες του 20ού αιώνα. Αν κάτι χαρακτήρισε τελικά το αισθητικό αποτύπωμα του Λαλαούνη ήταν η επιστροφή στη μήτρα του παρελθόντος με νέα ματιά. Αυτή η «αρχή» διατυπώνεται στο μουσείο του, την κιβωτό που φυλάσσει τις δημιουργίες του, με τις κόρες του να τιμούν την παράδοση. Παράδειγμα είναι η τελευταία έκθεση, που εγκαινίασε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας την Τρίτη με τίτλο «Μορφή & λειτουργία: η ακολουθία του σχεδιασμού, 200+200». Πρόκειται για ένα από τα πιο φιλόδοξα επιστημονικά εγχειρήματα του μουσείου, που έχει μια μοναδική οπτική γωνία για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Αν και η σύλληψη για το αφιέρωμα ξεκίνησε νωρίς, η πανδημία και τα εμπόδιά της καθυστέρησαν την υλοποίησή της.
Ο θεματικός άξονας της έκθεσης φωτίζει με νέο τρόπο κειμήλια του ελλαδικού χώρου από την περίοδο της Αναγέννησης έως την Ελληνική Επανάσταση. Πολλοί σημαντικοί συλλέκτες άνοιξαν τα σπίτια τους, ενώ ιδρύματα και φορείς έδωσαν πρόσβαση στα πολύτιμα αποκτήματά τους. Θα αναρωτηθεί κανείς τι μπορούν να μας πουν σήμερα χάρτες, περίτεχνα όπλα, κοσμήματα, φορεσιές, σερβίτσια, ρολόγια και άλλα αντικείμενα εκείνης της εποχής κατά την οποία επωάστηκε ο Ξεσηκωμός. Πώς, επίσης, μπορούν να γίνουν η εκκίνηση για την ανάγνωση της Ιστορίας από τη σκοπιά της αισθητικής και της χρηστικότητας. Κεντρικός αφηγητής, λοιπόν, στο αφιέρωμα είναι ο υλικός πολιτισμός και μέσα από τα απτά του τεκμήρια διαπιστώνουμε ότι οι Ελληνες συμβίωσαν με τους κατακτητές, αλλά λοξοκοίταζαν παράλληλα προς τη Δύση.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τα όπλα. Ναι μεν οι μηχανισμοί τους φτιάχνονταν στην Ισπανία, στην Ιταλία ή στην Αλβανία, αλλά από τη στιγμή που εισάγονταν πια στον ελλαδικό χώρο διακοσμούνταν με παραδοσιακές ελληνικές τεχνικές. Τα ρολόγια τσέπης αποδεικνύουν τη συμβατότητα με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές εξελίξεις στις τεχνολογίες, τα ναυτικά χρονόμετρα τεκμηριώνουν τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής ναυτικής τέχνης και το υπερπόντιο άνοιγμα ναυτιλίας και εμπορίου. Τα πολύτιμα κεραμικά Ιζνίκ του 16ου αιώνα αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τη μετέπειτα μνημειακή κεραμική στον ελλαδικό χώρο.
Οπως τόνισε η ΠτΔ στα εγκαίνια: «Το αφιέρωμα αποκαλύπτει το εύρος της φαντασίας και της δημιουργικότητας με τις οποίες τεχνίτες και καλλιτέχνες νοηματοδότησαν απλά, καθημερινά αντικείμενα, μετατρέποντας την ανάγκη σε ομορφιά. Αναδεικνύει το ιδεώδες της συνύπαρξης χρηστικότητας και αισθητικής στα τεχνουργήματα των παλιών μαστόρων, αλλά και τη συμβολική λειτουργία κάποιων μοτίβων σε χρόνια δίσεκτα, φλογισμένα από τον πόθο για ελεύθερη ζωή». Την Κατερίνα Σακελλαροπούλου υποδέχθηκε η Ιωάννα Λαλαούνη, διευθύνουσα σύμβουλος του μουσείου εδώ και 30 χρόνια. Στη δική της ομιλία υπογράμμισε: «Τα αντικείμενα επιλέχθηκαν ανάμεσα σε χιλιάδες με τη βοήθεια καταξιωμένων Ελλήνων ιστορικών. Αποτελούν το πεδίο μελέτης, ως προς την κατασκευή, τη χρήση, τον συμβολισμό, αλλά και το κοινωνικό κύρος προσαρμόζοντας την καθημερινή ζωή στο ιστορικό συνεχές». Μια βόλτα στη σκιά της Ακρόπολης και στο θαυμάσιο μουσείο δίνει μια άλλη θέαση στη γέννηση του ελληνικού κράτους, τόσο στους επισκέπτες όσο και στα χιλιάδες παιδιά που το προτιμούν κάθε χρόνο για τα θαυμάσια εκπαιδευτικά του προγράμματα.
Πηγή: https://www.kathimerini.gr/