Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αδιαμφισβήτητα υπήρξε ένας μεγάλος χαρισματικός εκκλησιαστικός ηγέτης με έντονες κοινωνικές ευαισθησίες. Από την θέση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος έδωσε έναν αγώνα από όλες τις πλευρές και με ό,τι δυνάμεις διέθετε προκειμένου να στηρίξει τόσο το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όσο και άλλες Εκκλησίες στο εξωτερικό. Ένα έργο που άφησε εποχή, το στιγμάτησε με την προσωπικότητά του και χαρακτήρισε τον Χριστόδουλο ως ηγέτη.
Προσέγγισε τα προβλήματα του καθημερινού ανθρώπου, τις δυσκολίες, τον πόνο. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος επιστράτευσε κάθε μέσο όλες τις ηγετικές του ικανότητες προκειμένου να συνεισφέρει το ανθρώπινο δυνατό στην κοινωνία, στον κόσμο. Μερίμνησε ακόμη και για το έργο της κάθε κατά τόπους Εκκλησίας σε όλο τον πλανήτη.
Ως προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας, φρόντιζε διαρκώς για την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας σε πολύπαθες Εκκλησίες του εξωτερικόυ, όπως για παράδειγμα στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, με ιδιαίτερη ευαισθησία για τους κατοίκους της Γάζας, της Ραμάλας και την ιεραποστολή του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Μερίμνησε επίσης και για την στήριξη των αναγκεμένων κατοίκων άλλων χωρών όπως την Ιορδανία, το Ιράκ, τη Συρία, το Μαυροβούνιο.
Παράλληλα ο Αχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αναλάμβανε πρωτοβουλίες προκειμένου να διεξαχθούν και δραστηριότητες εκπαιδευτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα σε Ελλάδα και εξωτερικό. Διακρίνεται εκείνη η προσπάθεια για την ενίσχυση εκπαιδευτικών προγραμμάτων στη Θεολογική Σχολή του Balamant στο Λίβανο, την ίδρυση πολιτιστικού κέντρου στο Ιάσιο της Ρουμανίας, αλλά και την χρηματοδότηση της «Πνευματικής Ολυμπιάδας» που διοργάνωσε η Αρχιεπισκοπή της Πράγας τον Αύγουστο του 2004. Η υποστήριξη προγράμματος που αποσκοπούσε στην επιμόρφωση της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού σε σπουδαστές της Εκκλησίας της Τσεχίας και της Σλοβακίας. Η πιστοποίηση του Κέντρου Επαγγελματικής Κατάρτισης στην Αλεξανδρούπολη από το Ελληνικό κράτος έως και την ίδρυση των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Σχολών. Πρώτη φορά στην Ελλάδα η Εκκλησία απέκτησε δικές της σχολές για την πανεπιστημιακή κατάρτιση των υποψήφιων κληρικών της αλλά και των στελεχών της.
Υποστήριξε με κάθε μέσο σε συνεργασία με την Ελληνική κυβέρνηση και συγκεκριμένα το υπουργείο Εξωτερικών για τις Εκκλησίες εκτός της Ελλάδικής επικράτειας, την ανέγερση Ιερών Ναών και μονών, όπως αυτή του Ναού προς τιμήν της Παναγίας της Σαϊντανάγια στη Συρία ή στο Κοσσυφοπέδιο.
Το κοινωνικό έργο του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου άγγιξε τον μέσο άνθρωπο, κάθε Ελληνίδα και Έλληνα. Ιδιαίτερη μνεία έδειξε στον τομέα των κακοποιημένων γυναικών όπου σε συνεργασία με την κυβέρνηση, υλοποιήθηκε το αντίστοιχο πρόγραμμα «Σεβασμός στη Γυναίκα». Η συγκεκριμένη δράση αφορούσε την στήριξη κακοποιημένων γυναικών, ενώ ξεχωρίζει η δημιουργία ξενώνα για τη φιλοξενία αλλοδαπών θυμάτων της παράνομης διακίνησης προσώπων με σκοπό την εμπορική και γενετήσια εκμετάλλευση. Σκοπός του προγράμματος και της δημιουργίας των συγκεκριμένων κτιριακών εγκαταστάσεων ήταν, η ψυχολογική υποστήριξη, η ομαλή επανένταξη αυτών των προσώπων στην κοινωνία, καθώς και ο ενδεχόμενος επαναπατρισμός από την στιγμή που επιζητούσαν τα θύματα κάτι τέτοιο.
Ακόμη μία χαρακτηριστική περίπτωση είναι η ίδρυση του ξενώνα «Αγάπη» στη Κομοτηνή, όπου είχε ως στόχο τη στέγαση οικογενειών που διαβιούν κάτω από δύσκολες συνθήκες, για όσο διάστημα χρειαστεί μέχρι την κοινωνικοποίηση τους ή ακόμη και την επιστροφή τους στη χώρα καταγωγής τους.
Έντονο και χαρακτηριστικό υπήρξε το ανθρωπιστικό ενδιαφέρον του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου για τους χρόνια ψυχικά ασθενείς. Κάποια από τα έργα που στιγμάτισαν το πλαίσιο της Ελληνικής κοινωνίας είναι η λειτουργία του ξενώνα της «Επανένταξη». Η συγκεκριμένη δράση απέβλεπε στη φιλοξενία ψυχικά ασθενών, οι οποίοι βρίσκονται σε στάδιο αποθεραπείας και χρειάζονται υποστήριξη προκειμένου να ενταχθούν και πάλι στην κοινωνία. Μία καινοτομία στον συγκεκριμένο τομέα όπου δραστηριοποιήθηκε η Αρχιεπισκοπή Αθηνών ήταν η έναρξη λειτουργίας Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας στη Λακωνία, η οποία αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση και αποκατάσταση προβλημάτων ψυχικής υγείας σε χρόνιους ψυχικά ασθενείς.
Χαρακτηριστική παραμένει έως σήμερα η άμεση και αποτελεσματική αντίδραση της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και η προσωπική μερίμνα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου για την κάλυψη των πυροπαθών των καταστροφικών πυρκαγιών του καλοκαιριού του 2007. Τα κλιμάκια που οργάνωσε η Αρχιεπισκοπή Αθηνών, κατόρθωσαν να καλύψουν άμεσα τις πρώτες ανάγκες των πυρόπληκτων σε περισσότερα από 50 πληγέντα χωριά. Σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφεραν να διανέμουν 60 τόνους ανθρωπιστικής βοήθειας σε πληγέντες, πυροσβέστες, στρατιώτες, ομάδες διασωστών, ακόμη και σε μέλη τηλεοπτικών συνεργείων που έδιναν την δίκη τους μάχη για την ενημέρωση του κοινού.
Μέσα στο πολυσήμαντο έργο του μακαριστού προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας ξεχωρίζει η ίδρυση του κέντρου φιλοξενίας τετραπληγικών παιδιών στην Αθήνα, «Πρόνοια». Το κέντρο το απαρτίζει επιστημονικό προσωπικό σε 24ωρη βάση.
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στην Ξάνθη στις 17 Ιανουαρίου 1939 και ήταν γιος του Κωνσταντίνου και της Βασιλικής Παρασκευαΐδη, προσφύγων. Η οικογένειά του καταγόταν από την Αδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης και εγκαταστάθηκε στην Ξάνθη μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης. Σε ηλικία 2 ετών, μετά την εμπλοκή της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1941, η οικογένειά του μετακόμισε για λόγους ασφαλείας στην Αθήνα[1], όπου ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος έζησε μέχρι την ηλικία των 35 ετών. Μαθήτευσε στο δημοτικό σχολείο Κοραής και ακολούθως στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων με άριστη επίδοση.
Το 1957, σε ηλικία 18 ετών, ήταν ψάλτης στην Αγία Ζώνη Κυψέλης και εκεί συναντά τον τότε διάκονο Καλλίνικο Καρούσο (μετέπειτα Μητροπολίτη Πειραιώς), ο οποίος λειτουργούσε στον ίδιο ναό. Εκείνος του γνώρισε τον Αθανάσιο Λενή (μετέπειτα Μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιο). Το 1958 οι τρεις ίδρυσαν τη μοναστική αδελφότητα «Χρυσοπηγή» στο Παγκράτι.
Τα δύσκολα χρόνια
Εγκατάσταση και αποπομπή από την μονή Βαρλαάμ
Το 1961 εγκαταστάθηκε μαζί με τους Καλλίνικο Καρούσο και Αθανάσιο Λενή στη Μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, της οποίας ορίσθηκε ηγούμενος ο Καλλίνικος.
Εκάρη μοναχός στις 16 Μαΐου 1961 στη Μονή Βαρλαάμ και στις 17 Μαΐου 1961 χειροτονήθηκε διάκονος στον Ιερό Ναό Αγίων Αναργύρων Τρικάλων.
Μετά από παραμονή δύο ετών στη μονή, οι τρεις κληρικοί επέστρεψαν στην Αθήνα λόγω διαμάχης που ξέσπασε μεταξύ αυτών και του επιχώριου Μητροπολίτη, Τρίκκης και Σταγών Διονυσίου. Ο Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος, αποκάλυψε δημοσίως πως η Αδελφότητα διασπάθισε όλες τις οικονομίες της Μονής που ανέρχονταν σε ένα εκατομμύριο δραχμές.
Ειδικά για τον Χριστόδουλο, ο Μητροπολίτης παραπονέθηκε ότι η συμπεριφορά του υπήρξε «αχαρακτήριστος προς Επίσκοπον κείραντα αυτόν μοναχόν και χειροτονήσαντα διάκονον» και αυτό «συνετέλεσεν εις την αυστηράν από μέρους μου παρατήρησιν υμών». Στην επιστολή αποπομπής ο Διονύσιος κατέληγε: «Έχετε, παιδιά μου, πέσει θύματα του πονηρού. Ηδικήσατε την Μονήν και τον εαυτόν σας μεγάλως. Θα έπρεπε να φανώ εναντίον σας αυστηρός. Όμως αποδίδων πάντα τα ανωτέρω εις απειρίαν, επιπολαιότητα και ενεργείας του Πονηρού, αφήνω εις τον Θεόν την υπόθεσιν».
Σπουδές
Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου το 1962 έλαβε το πτυχίο με Άριστα.
Στη συνέχεια σπουδάζει στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αποφοιτώντας το 1967 επίσης με Άριστα. Παράλληλα σπούδασε Βυζαντινή Μουσική στο Ωδείο Αθηνών.
Το 1982 υπέβαλε τη διδακτορική του διατριβή στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με θέμα «Ιστορική και Κανονική θεώρησις του Παλαιοημερολογητικού ζητήματος κατά τε την γένεσιν και την εξέλιξιν αυτού εν Ελλάδι» και αναγορεύτηκε Διδάκτωρ του Κανονικού Δικαίου με βαθμό Άριστα.
Επίσης υπήρξε πτυχιούχος της γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, ενώ ήταν γνώστης της ιταλικής και γερμανικής γλώσσας. Έχει ανακηρυχθεί Επίτιμος Διδάκτωρ των πανεπιστημίων Κραϊόβας και Ιασίου το 2003 και Λατερανού το 2006.
Η πορεία στην ιερωσύνη
Το 1965 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, όπου και τοποθετείται ιεροκήρυκας στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Παναγίτσας) στο Παλαιό Φάληρο, διακονώντας εκεί για 9 χρόνια περίπου.
Επί αρχιεπισκοπίας Ιερωνύμου Α΄ και ακολούθως του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, κατόπιν γραπτών εισαγωγικών εξετάσεων, αναλαμβάνει τη θέση του γραμματέα της Ιεράς Συνόδου.
Στις 18 Ιανουαρίου 1973 ιδρύεται στο Καπανδρίτι το Συνοδικό Μοναστήρι της Παναγίας της Χρυσοπηγής, το οποίο υπαγόταν απ’ ευθείας στην Ιερά Σύνοδο.
Ο Χριστόδουλος εκλέγεται Μητροπολίτης Δημητριάδος
Σε ηλικία 35 ετών, το 1974 εξελέγη Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού. Θεωρείται τότε ο νεότερος στην Ιεραρχία. Η ενθρόνισή του έγινε στις 4 Αυγούστου 1974.
Ως Μητροπολίτης Δημητριάδος:
- Έλαβε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό. Συνέγραψε πλήθος Θεολογικών και ηθικοπλαστικών κειμένων. Αρθρογράφησε στον εκκλησιαστικό τύπο και σε εφημερίδες.
- Ίδρυσε το «Σπίτι της Γαλήνης του Χριστού» για τους ηλικιωμένους, τη «Χριστιανική Αλληλεγγύη» για τους άπορους, το Κέντρο Συμπαράστασης Οικογένειας και τον Συμβουλευτικό Σταθμό Προβλημάτων Εφηβείας. Καθιέρωσε για πρώτη φορά κληρικολαϊκές συνελεύσεις, δημιούργησε κατασκηνώσεις για παιδιά όλων των ηλικιών, στέκι για τη νεολαία, ραδιοφωνικό σταθμό Ορθόδοξη Μαρτυρία (τον πρώτο για Μητρόπολη εκτός Αθηνών) και ιδιωτικό σχολείο της Μητρόπολης.
- Φρόντισε να βρεθούν χορηγίες και να διοργανωθούν υποτροφίες εκ μέρους της Ιεράς Μητρόπολης Δημητριάδος, ενώ συνεισέφερε στην αποστολή αρρώστων στο εξωτερικό. Επί των ημερών του λειτούργησε Ανοιχτό Πανεπιστήμιο στον Βόλο. Παράλληλα συγκρότησε ενώσεις για την προστασία της ελληνικής γλώσσας σε συνεργασία με επιστήμονες της περιοχής.
- Σε έκταση περίπου 100 στρεμμάτων στην περιοχή Μελισσάτικα, έξω από τον Βόλο, θεμελίωσε ένα κτιριακό συγκρότημα, όπου σήμερα, εκτός των γραφείων της Μητρόπολης σε αυτές τις εγκαταστάσεις λειτουργεί συνεδριακό κέντρο.
- Έδινε όμως έμφαση και στο έμψυχο υλικό της περιοχής. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν έφυγε από την Μητρόπολη Δημητριάδος, ύστερα από την εκλογή του ως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, άφησε πίσω του περίπου 80 ιερείς θεολόγους. Αντίθετα όταν πήγε για πρώτη φορά στον Βόλο υπήρχαν μόνο δώδεκα ιερείς θεολόγοι.
- Παράλληλα αρθρογραφούσε σε πολλά έντυπα. Εξαιτίας ενός άρθρου του, που δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο, το δημοτικό συμβούλιο του Βόλου, με ψήφισμά του στις 28 Ιουνίου 1984 τον κήρυξε «ανεπιθύμητο» για την πόλη, καθώς θεωρήθηκε ότι με το άρθρο του αυτό είχε «ξεφύγει από τα πλαίσια των θρησκευτικών καθηκόντων του και έβαλλε και κατ’ αυτών ακόμη των Δημοκρατικών Θεσμών».
- Το 1987 ανέλαβε να εκπροσωπήσει την Εκκλησία της Ελλάδος και να τεκμηριώσει καθετί περί ζητημάτων Εκκλησιαστικής περιουσίας, που είχε θέσει ο τότε Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Αντώνης Τρίτσης. Ήταν ένας εκ των ομιλητών στο συλλαλητήριο την 1η Απριλίου 1987.
- Το 1988, η Ιερά Σύνοδος τον όρισε εκπρόσωπό της στην Επιτροπή Συντάξεως Νέου Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας, καθώς και στο Εθνικό Συμβούλιο Μεταμοσχεύσεων και στο Κέντρο Ελέγχου Ειδικών Λοιμώξεων.
Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Χριστόδουλος εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος
Στις 28 Απριλίου 1998 εξελέγη από την ιεραρχία με μεγάλη πλειοψηφία Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ως διάδοχος του, αποθανώντος Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ Τίκα (10 Απριλίου 1998).
Στις 9 Μαΐου του 1998 γίνεται η ενθρόνιση του νέου Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.
Κατά το διάστημα όπου υπηρέτησε ως Αρχιεπίσκοπος έλαβε τις ακόλουθες πρωτοβουλίες:
- Ίδρυσε 14 Ειδικές Συνοδικές Επιτροπές για ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων της σύγχρονης κοινωνίας.
- Ίδρυσε το 1998 γραφείο αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στην UNESCO, καθώς και ειδική Συνοδική Επιτροπή παρακολούθησης Ευρωπαϊκών Θεμάτων.
- Συνέστησε το Ίδρυμα Ψυχοκοινωνικής Αγωγής και Στήριξης «Διακονία» το 1999 για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων με έμφαση στους τοξικομανείς, ενώ παρείχε και κέντρο πρόληψης.
- Ίδρυσε τη «Στέγη Μητέρας» το ίδιο έτος για τη στήριξη ανύπανδρων μητέρων και κακοποιημένων γυναικών.
- Ίδρυσε το Κέντρο Στήριξης Οικογένειας (ΚΕΣΟ) για τη μέριμνα για τα θύματα εμπορίας και παράνομης διακίνησης προσώπων.
- Δημιούργησε βρεφονηπιακούς σταθμούς για την στήριξη απόρων και πολύτεκνων οικογενειών.
- Ανέπτυξε το Γραφείο Νεότητας με κατασκηνώσεις, αθλητικές δραστηριότητες, φοιτητικές συνάξεις και σχολές βυζαντινής μουσικής.
- Από το 2002 λειτούργησε η Αλληλεγγύη, μία μη κυβερνητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος, με σκοπό την ανθρωπιστική βοήθεια σε Ελλάδα και εξωτερικό. Στο πλαίσιο της «Αλληλεγγύης» εγκαινιάστηκε το 2005 ο ξενώνας «Στοργή» με στόχο τη φιλοξενία, περίθαλψη και επανένταξη στην κοινωνία γυναικών θυμάτων οικογενειακής ή άλλης βίας.
- Καθιέρωσε την επιδότηση του τρίτου παιδιού στα πλαίσια «προγράμματος στήριξης χριστιανικών οικογενειών της Θράκης» με τη μορφή μηνιαίου επιδόματος 35.000-40.000 δραχμών ανά παιδί ανά μήνα, με θετικά αποτελέσματα προς την κατεύθυνση της αύξησης των γεννήσεων με τον αριθμό «των γεννηθέντων ως τρίτων τέκνων… δι’ έκαστον των ετών εφαρμογής αυτού, υπερδιπλάσιο των προ της εφαρμογής του Προγράμματος ετών». Το πρόγραμμα αυτό συνάντησε ορισμένες αντιδράσεις επειδή δεν δίνονταν στους μουσουλμάνους της περιοχής. Η Ιερά Σύνοδος με επιστολή της απάντησε λέγοντας πως καταβάλλει το επίδομα μόνο στις χριστιανικές οικογένειες επειδή σε αυτές μόνο έχει πρόσβαση αφού αυτές είναι μέλη της, ενώ έθιξε και ζήτημα διαρκούς απραξίας των κατηγόρων του προγράμματος. Σύμφωνα με τα στοιχεία των ληξιαρχείων, το μέτρο της Ιεράς Συνόδου βοήθησε να αυξηθεί η γεννητικότητα των χριστιανικών οικογενειών καθώς οι οικογένειες που απέκτησαν τρίτο παιδί έφτασαν μέσα σε τέσσερα χρόνια τις 800 από περίπου 100.
- Με πρωτοβουλία του η Εκκλησία της Ελλάδος παραχώρησε 30 στρέμματα για τη δημιουργία μουσουλμανικού νεκροταφείου στο Σχιστό.
- Επίσης επί των ημερών του έγινε διοργάνωση πλήθους συνεδρίων και ημερίδων, είτε με τη συμμετοχή του, είτε υπό την αιγίδα του, για σειρά σύγχρονων θεμάτων της Θεολογίας, όπως οι αιρέσεις, οι ιερατικές κλίσεις και η κατήχηση. Αναβαθμίστηκε ο ραδιοφωνικός σταθμός της Ελλαδικής Εκκλησίας, εκσυγχρονίστηκαν τα έντυπα «Εφημέριος» και «Εκκλησία» και εκδόθηκε το περιοδικό «Τόλμη». Στις 19 Δεκεμβρίου 1999 στον Ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου Ομόνοιας χειροτόνησε τον πρώτο ιερέα στην Ελλάδα, προερχόμενο από την Αφρική, Θεότιμο Κασόμπο Τσάλαν.
Επίσκεψη Πάπα στην Αθήνα
Το 2001, κατά τη θητεία του Χριστόδουλου ως Αρχιεπισκόπου έλαβε χώρα η επίσκεψη του Πάπα Ιωάννη Παύλου του Β΄ στην Αθήνα. Η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε κατόπιν αποδοχής πρόσκλησης από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο.
Ήταν η πρώτη φορά που επισκέφθηκε Πάπας την Ελλάδα και κατά την συγκεκριμένη επίσκεψη, ο Ποντίφικας αφού προσευχήθηκε στον βράχο του Αρείου Πάγου, όπου δίδαξε ο Απόστολος Παύλος, ζήτησε στη συνέχεια δημόσια «συγγνώμη» από τον ελληνικό λαό, στην ελληνική γλώσσα, για τα εγκλήματα των Καθολικών απέναντι στους Ορθοδόξους, αναφερόμενος στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204.
Το ζήτημα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες
Η προσωπικότητα του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου συνδέθηκε άμεσα με μία μεγάλη σύγκρουση μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, που ξέσπασε το 2000. Η αντιπαράθεση είχε να κάνει με την αναγραφή του θρησκεύματος στις ελληνικές αστυνομικές ταυτότητες.
Στις 8 Μαΐου 2000, ο Υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος σε συνέντευξη στην εφημερίδα Έθνος δήλωσε ότι, η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες είναι αντίθετη με το νόμο 2472/1997 για την προστασία των προσώπων από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
Στις 16 Μαΐου 2000, η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων έκρινε με απόφασή της πως το θρήσκευμα πρέπει να απαλειφθεί από τις ταυτότητες. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αντιτάχθηκε σθεναρά στην απόφαση, ισχυριζόμενος ότι η απόφαση προστάχθηκε «από νεο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σα σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες».
Το συγκεκριμένο ζήτημα τελικά εξελίχθηκε με διχαστικό χαρακτήρα καθώς η Εκκλησία της Ελλάδος υπήρξε ανυποχώρητη στο αίτημά της, προκαλώντας σφοδρή αντιπαράθεση. Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Σημίτης απαντώντας σε ερώτηση στη Βουλή στις 24 Μαΐου δήλωσε αντίθετος με την αναγραφή του θρησκεύματος. Το ζήτημα έλαβε διαστάσεις και η Ιερά Σύνοδος διοργάνωσε δύο μαζικά συλλαλητήρια, στη Θεσσαλονίκη στις 14 Ιουνίου και στην Αθήνα στις 21 Ιουνίου.
Τέλος η Εκκλησία αποφάσισε επίσης τη συλλογή υπογραφών αιτούμενη τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το θέμα, καλώντας στην ενεργοποίηση του άρθρου 44 του Συντάγματος περί διενέργειας δημοψηφισμάτων και ξεκίνησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2000.
Στις 29 Αυγούστου 2001, έναν χρόνο περίπου αργότερα, ο Αρχιεπίσκοπος παρέδωσε περίπου 3 εκατομμύρια υπογραφές, στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο, ο οποίος δεν έκανε δεκτό το αίτημα για δημοψήφισμα. Ο Προέδρος της Δημοκρατίας, στηρίζοντας την απόφαση της Κυβέρνησης Σημίτη, απάντησε στον Αρχιεπίσκοπο πως δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το θέμα των ταυτοτήτων και οι πάντες έχουν υποχρέωση συμμορφώσεως προς τους κανόνες του ισχύοντος δικαίου.
Η ασθένεια: Ο πιο δύσκολος μαρτυρικός αγώνας
Toν Ιούνιο του 2007 ξεκινάει ο πιο δύσκολος αγώνας για τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, ο οποίος διαγνώνεται ότι πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου, όπου και χειρουργείται με επιτυχία για την αφαίρεση του όγκου.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας όμως διαγνώστηκε και δεύτερος καρκίνος στο ήπαρ, καθώς και κίρρωση, ως συνέπεια χρόνιας ηπατίτιδας. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς μεταφέρθηκε στις ΗΠΑ και τέθηκε σε λίστα αναμονής εύρεσης μοσχεύματος, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η μεταμόσχευση ήπατος.
Αν και το μόσχευμα βρέθηκε, κατά τη χειρουργική επέμβαση στις 8 Οκτωβρίου δεν έγινε η μεταμόσχευση, καθώς διαπιστώθηκαν πολλαπλές μεταστάσεις. Λίγες εβδομάδες αργότερα επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου συνέχισε τη θεραπεία του.
Κατά το διάστημα όπου τελούσε την κατ’ οίκον νοσηλεία του, τον Αρχιεπίσκοπο επισκέφθηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, ο Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, αρκετοί ακόμα πολιτικοί καθώς και Συνοδικοί Μητροπολίτες.
Στην πορεία η θεραπευτική αγωγή του επέφερε παρενέργειες και σταδιακή επιδείνωση της υγείας του. Στα τελευταία στάδια της ασθένειας του αρνήθηκε περαιτέρω ιατρική αγωγή, καθώς και την μεταφορά του σε νοσοκομείο.
Τα ξημερώματα της 28ης Ιανουαρίου του 2008 στις 5:15 το πρωί, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος, άφησε τη τελευταία του πνοή σε ηλικία 69 ετών.
Απεβίωσε εντός της οικίας του, όπως ο ίδιος επιθυμούσε, χωρίς να μεταφερθεί σε νοσοκομείο, παρά την ραγδαία επιδείνωση της υγείας του. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας η σορός του μεταφέρθηκε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Αθήνας για λαϊκό προσκύνημα.
Ανήμερα του θανάτου του, η ελληνική κυβέρνηση μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών κήρυξε τη χώρα σε τετραήμερο εθνικό πένθος.
Στο τελευταίο του δημόσιο μήνυμα, με την ευκαιρία της πρωτοχρονιάς του 2008, νιώθοντας το τέλος του, αφήνει την παρακαταθήκη του με τα εξής λόγια:
«Σταθήτε όλοι όρθιοι στις επάλξεις σας και μη ξεπουλήσετε τα πρωτοτόκια μας. Διδάξτε στα παιδιά σας την αλήθεια, όπως την εβίωσαν οι αείμνηστοι Πατέρες μας. Ο λαός μας ξέρει να υπερασπίζεται τα ιερά και τα όσιά του. Το έχει κατ’ επανάληψιν αποδείξει. Και θα το αποδείξει και πάλι. Αντίσταση και Ανάκαμψη. Για να ξαναβρούμε ό,τι έχουμε χάσει, για να υπερασπισθούμε ό,τι κινδυνεύει».
Ακούστε το τελευταίο μήνυμα του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου:
Φωτογραφίες: Eurokinissi – Χρήστος Μπόνης