Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, εξήρε το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας και έκανε αναφορά στο διαρκές παρόν της Εκκλησίας στους αγώνες του τόπου μας για προκοπή, υγεία, ευημερία, και κοινωνική ειρήνη.
Συγκεκριμένα, στην προσφώνησή της η ΠτΔ τόνισε: «Με ιδιαίτερη χαρά σας καλωσορίζω την ημέρα αυτή, της λαμπρής και χαρμόσυνης εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας. Μια ημέρα που δεν σήμανε μόνο τη λήξη της μακροχρόνιας διαμάχης μεταξύ εικονομάχων και εικονολατρών με την οριστική αναστήλωση των ιερών εικόνων και την αναγνώριση της ποιμαντικής χρησιμότητας της εκκλησιαστικής εικονογραφίας ως μέσου αναγωγής προς το θείο, ούτε απλώς την αποκατάσταση των, σοβαρά τραυματισμένων, από τις διαμάχες ενός και πλέον αιώνα, σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους. Αλλά την στενή σύνδεση έκτοτε Εκκλησίας και Πολιτείας, στην βάση της συναλληλίας, με τη διατήρηση της αυτοτέλειας και ανεξαρτησίας μιας εκάστης. Είναι βαθύ το πνευματικό περιεχόμενο και μεγάλη η συγκινησιακή δύναμη της σημερινής γιορτής. Τιμά το ορθόδοξο δόγμα και ήθος ως εργαστήριο κοινωνικής πρόνοιας και αλληλεγγύης. Υπογραμμίζει τις αξίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, υπέρτερη των οποίων είναι η αγάπη και κατ’ επέκταση ο σεβασμός προς το ανθρώπινο πρόσωπο. Όχι ασφαλώς το περιχαρακωμένο στον εαυτό του, απομονωμένο από το κοινωνικό σύνολο άτομο, αλλά την ανθρώπινη ύπαρξη που βιώνει και διατηρεί την ταυτότητά της, ενώ ταυτόχρονα αναπτύσσει την αμοιβαιότητα και την κοινωνία με τα άλλα πρόσωπα. Αυτός ο δεσμός με τον άλλον είναι η πολύτιμη παρακαταθήκη της Ορθοδοξίας μας. Ένας δεσμός που σήμερα, στην ιδιαίτερα δύσκολη, ρευστή και απρόβλεπτη εποχή μας, είναι αναγκαίο να σφυρηλατηθεί και να βαθύνει».
Σε άλλο σημείο η κ. Σακελλαροπούλου επεσήμανε ότι «ζήσαμε μια μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης, κατά τη διάρκεια της οποίας η ανεργία, η φτώχεια, οι ανισότητες, έθεταν σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή. Βρισκόμαστε ακόμη εν μέσω της πανδημικής κρίσης, θρηνούμε ακόμη θανάτους συνανθρώπων μας. Και τις τελευταίες ημέρες συγκλονιζόμαστε από το δράμα της Ουκρανίας, τους νεκρούς της, τις ανυπολόγιστες καταστροφές στις πόλεις και τις υποδομές, τον ξεριζωμό εκατομμυρίων πολιτών από τις προγονικές τους εστίες».
Η ΠτΔ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο κοινωνικό έργο της Εκκλησίας και απευθυνόμενη προς τον Αρχιεπίσκοπο επεσήμανε: «Μακαριώτατε, Γνωρίζω το κοινωνικό σας έργο και την προσπάθεια που κάνατε όλα αυτά τα χρόνια για την ανακούφιση των ευπαθέστερων ομάδων, όπως και την συμβολή σας στην αντιμετώπιση του κορωνοιού, υιοθετώντας τις προτάσεις της Πολιτείας για τον άμεσο εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού. Η φιλανθρωπική διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος υπέρ των απόρων, των πασχόντων, των αδύναμων, η προνοιακή δράση της υπέρ αστέγων, ατόμων εξαρτημένων από ουσίες, κακοποιημένων γυναικών, ανέργων, αποδεικνύει ότι δεν μεριμνά μόνο για την ηθική και πνευματική κάλυψη του ανθρώπου, αλλά και για την ικανοποίηση κοινωνικών του αναγκών. Σήμερα, η ουκρανική τραγωδία δημιουργεί απρόβλεπτες ανάγκες, επιβάλλει σε όλους μας νέα καθήκοντα. Γιατί δεν πρέπει να επιτρέψουμε η Ευρώπη, το μεγάλο, φιλόξενο, δημοκρατικό μας σπίτι, να γυρίσει στο αιματοβαμμένο παρελθόν, στα τρομερά χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν δοκιμάστηκαν τόσο σκληρά οι ηθικές μας αξίες».
Ευχαρίστησε, επίσης, τον Αρχιεπίσκοπο για το διαρκές παρόν της Εκκλησίας στους αγώνες του τόπου μας για προκοπή, υγεία, ευημερία, και κοινωνική ειρήνη. «Είμαι βέβαιη ότι η αρμονική συμπόρευση Κράτους και Εκκλησίας θα συνεχιστεί, και στους χαλεπούς καιρούς, στους οποίους έχουμε εισέλθει. Εύχομαι από καρδιάς να επιτελείτε εσείς και όλοι οι παριστάμενοι Μητροπολίτες, πάντοτε εν ειρήνη το σπουδαίο καθήκον σας» προσέθεσε η κ. Σακελλαροπούλου.
Στην αντιφώνησή του ο Αρχιεπίσκοπος σημείωσε: «Ἔθος παλαιὸ μᾶς συνήγαγε καὶ πάλι σήμερα, Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, στὸ Προεδρικὸ Μέγαρο γιὰ νὰ τιμήσουμε, Σεῖς, ὡς ἡ κατέχουσα τὸ ἀνώτατο πολιτειακὸ ἀξίωμα καὶ τὴν τιμὴ τῆς πρώτης στὴ χώρα καὶ μεῖς, ὁ Πρόεδρος καὶ οἱ Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς, μέλη τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ φιλοξενία αὐτὴ καταδεικνύει τὴ συμπόρευση τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας μὲ τὴν Ἐκκλησία μας, μία συμπόρευση πού, στὰ πλαίσια τοῦ Δημοκρατικοῦ μας πολιτεύματος, στοχεύει πάντοτε στὸ καλὸ τοῦ λαοῦ μας, χωρὶς ἀποκλεισμοὺς καὶ διαχωρισμούς». Υπογράμμισε, ακόμη: «Ἡ πανηγυρικὴ Ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία ποὺ προηγήθηκε ἐξ ἄλλου σήμερα τὸ πρωὶ στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῶν Ἀθηνῶν πιστοποιεῖ τὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος καὶ ἀποτελεῖ πηγὴ πλουσίων εὐλογιῶν πρὸς ὅλους. Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὸ λατρευτικό της πλοῦτο ἐκχέει ἀφειδώλευτα τὴ Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ μᾶς συναντᾶ πάντοτε, πρώτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, στὴν πιὸ κατανυκτική περίοδο, αὐτὴ τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς. Ἡ ἀνάμνηση τῆς ἀναστήλωσης τῶν εἰκόνων, τὸν 9ο αἰῶνα καὶ τῆς ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου λίγες δεκαετίες νωρίτερα, προσδίδει στὴ σημερινὴ ἐπίσημη ἡμέρα τὸ σημαντικὸ ἱστορικὸ της πλαίσιο καὶ φορτίο. Ὁ ἄνθρωπος ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ πρὸς τὴν ὕλη καὶ τὸ σῶμα ὀφειλόμενη τιμὴ καὶ συναφῶς ἡ ἰδέα τῆς πληρότητας τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελοῦν συνιστῶσες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας, ἀλήθειες ποὺ ἀνέδειξε ἡ εἰκονομαχικὴ περιπέτεια. Ἡ κένωση τοῦ Θεοῦ ἐπίσης, ποὺ γίνεται ἀληθινὰ ἄνθρωπος καί, ἀναμάρτητος ὤν, γίνεται μέτοχος τῶν ἀνθρωπίνων βασάνων, τοῦ πόνου καὶ τοῦ θανάτου καὶ ἀνασταίνεται πατήσας τὸν θάνατο προσδίδει ἄπειρη ἀξία καὶ προοπτικὴ στὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ ἱστορία. Ἡ ἐπισήμανση τοῦ Μ. Βασιλείου ὅτι «ἡ τῆς εἰκόνος τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει», ἐπισήμανση ποὺ ἀπετέλεσε μία ἀπὸ τὶς θεολογικὲς ἀρχὲς γιὰ τὴν ἑρμηνεία τοῦ προβλήματος τότε, φανερώνει, τόσο προοιμιακὰ ἐκείνη τὴν ἱστορικὴ στιγμή, ἀναδυόμενο τὸ σκεπτόμενο ὑποκείμενο ὡς καταλύτη τῆς Ἱστορίας καὶ τὴν δυνατότητα ἐξ ἄλλου μιᾶς μεταμορφωτικῆς τελείωσης τοῦ ἀνθρώπου σύμφωνης μὲ τὴν ἁγιότητα τοῦ πρωτοτύπου. Στὶς μέρες μας ἀμφισβητεῖται καὶ πάλι ἐμπράκτως ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ τρόποι εἶναι πολλοί, ἀλλὰ προστέθηκε δυστυχῶς ὁ ἐμβληματικότερος ὅλων. Ἕνας ἀδιανόητος πόλεμος στὸ κέντρο τῆς Εὐρώπης, κατακρημνίζει ὅ, τι καλὸ χτίστηκε μὲ κόπο, πολλὲς δεκαετίες τώρα. Νοιώθουμε τὸν πόνο νὰ κορυφώνεται σπαραχτικά. Νοιώθουμε νὰ κουρελιάζονται οἱ ἀξίες ποὺ προσπαθήσαμε νὰ καλλιεργήσουμε. Νοιώθουμε τὴν ἀσυνεννοησία τῆς Βαβέλ νὰ ματαιώνει κάθε δυνατότητα διαλόγου καὶ νὰ μᾶς πλημμυρίζει. Οἱ πρόσφυγες θὰ περιφέρουν σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη τὸ δρᾶμα τους, θὰ ἀντιμετωπίσουν δυστυχῶς πολλὲς φορὲς καχυποψία, θὰ χάσουν – ἤδη αὐτὸ ἔχει συμβεῖ – τὴν κανονικὴ ζωή τους. Ὀφείλουμε νὰ ἀπαξιώσουμε τὸ γεγονὸς τοῦ πολέμου. Ὀφείλουμε νὰ προσευχηθοῦμε γιὰ ὅλους τοὺς ἐμπλεκομένους, πολεμιστὲς καὶ ἀμάχους καὶ ἀπὸ τὶς δύο πλευρές. Ἡ ἱστορία αὐτὴ δὲ θὰ ἔχει νικητές. Ὀφείλουμε ἀσφαλῶς νὰ δείξουμε τὸν ἀνθρωπισμό μας μὲ κάθε τρόπο. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ προστεθοῦν στοὺς ἤδη φιλοξενούμενους στὴν Πατρίδα μας, σύμφωνα μὲ τὴ μέριμνα τῆς ἁρμόδιας ἑλληνικῆς Πολιτείας, θὰ πρέπει νὰ συγκεντρώσουν ἀνυπόκριτη ὅλη μας τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἐνδιαφέρον. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας ὁ δρόμος τῆς προσευχῆς παραμένει πάντα μία συνεχὴς πρόκληση. Ἡ κοινὴ πίστη ποὺ μᾶς συνδέει μὲ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ χειμάζονται ἐπιτείνει τὴν αἴσθηση τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς ὑποχρέωσής μας. Ὁ πόνος καὶ ὁ Σταυρὸς ποὺ ἐθελοντικὰ ἐπέλεξε ὁ Θεάνθρωπος νὰ ὑποστεῖ κατὰ τὸ ἀνθρώπινο, καὶ τὸν ὁποῖο θὰ σπουδάσουμε στὴν κατανυκτικὴ περίοδο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, μπορεῖ νὰ δίνει νόημα στὴ ζωὴ σὲ κάθε συνθήκη. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ θεανθρώπου ἐπιστεγάζει θριαμβευτικὰ τὸ νόημα».
Ρεπορτάζ για το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας: Μάκης Αδαμόπουλος
Φωτογραφίες: Χρήστος Μπόνης