Ο Σεβασμιώτατος Βεροίας στο κήρυγμα του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Κἀγώ δίδωμι αὐτοῖς ζωήν αἰώνιον». Τήν περασμένη Κυριακή ὁ Χριστός ἀπευθυνόμενος στή Σαμαρείτιδα, πού συνάντησε στό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ, τῆς ὑποσχέθηκε νά τῆς δώσει τό «ὕδωρ τό ζῶν», τό ὁποῖο «πᾶς ὁ πίνων … οὐ μή διψήσει εἰς τόν αἰῶνα».
Καί σήμερα, ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μας ἀποδίδει τήν ἑορτή τῆς Σαμαρείτιδος, ὁ Ἰησοῦς δίδει σέ ὅλους ὅσους τόν πιστεύουν μιά ἀκόμη ὑπόσχεση. Ὑπόσχεται νά μᾶς χαρίσει τήν αἰώνιο ζωή.
Ἡ αἰωνιότητα εἶναι μία ἔννοια ἡ ὁποία πάντοτε σαγηνεύει τούς ἀνθρώπους. Καί δέν εἶναι τυχαῖο. Ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε αἰωνίους. Μᾶς ἔπλασε γιά νά ἀπολαύσουμε κοντά του τή μακαριότητα τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἡ ὁποία δέν ἔχει τέλος.
Ὁ Θεός δέν μᾶς ἔπλασε γιά νά πεθάνουμε. Ἡ πτώση καί ἡ παρακοή τῶν πρωτοπλάστων καί ἡ ὑποδούλωσή τους στήν ἁμαρτία ἦταν αὐτή ἡ ὁποία εἰσήγαγε τόν θάνατο στή ζωή μας, ἀφοῦ εἶχε προηγηθεῖ ὁ πνευματικός θάνατος, ὁ χωρισμός δηλαδή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό ἐξαιτίας τῆς ἀνυπακοῆς του. Ὁ σωματικός θάνατος τοῦ ἀνθρώπου ἀκολούθησε, κατά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, γιά νά μή μείνει ἀθάνατο τό κακό.
Ὅμως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἦταν τόσο μεγάλη γιά τό πλάσμα του, ὥστε ἔστειλε τόν Υἱό του τόν μονογενῆ γιά νά τό σώσει διά τῆς σταυρικῆς θυσίας καί τῆς ἀναστάσεώς του.
Θά μποροῦσε ὁ Θεός ἀσφαλῶς νά σώσει τόν ἄνθρωπο μέ πολλούς ἴσως ἄλλους τρόπους. Ἐάν ἔστειλε τόν Υἱό του, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς ἄνθρωπο στή γῆ, τό ἔκανε ἀπό ἀπέραντη ἀγάπη γιά μᾶς. Καί ἐάν ὁ Χριστός μᾶς χάρισε τή σωτηρία, «θανάτῳ … πατήσας» τόν αἴτιο τοῦ θανάτου τοῦ ἀνθρώπου, τόν διάβολο, καί ἄν στή συνέχεια ἀναστήθηκε, τό ἔκανε γιά νά μᾶς δώσει τή βεβαιότητα ὅτι ἡ σωτηρία μας συνδέεται καί μέ τήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων μας, διότι ἡ ἀνάσταση εἶναι ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου καί ἡ ἀπαρχή τῆς νέας βιοτῆς, τῆς αἰωνίου ζωῆς, τήν ὁποία στερηθήκαμε ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας.
Ὁ Χριστός ὑπόσχεται τήν αἰώνιο ζωή, ὑπόσχεται δηλαδή τήν ἀποκατάστασή μας στήν προπτωτική κατάσταση, ἀπαλλάσσοντάς μας ἀπό τήν ἁμαρτία καί τίς συνέπειές της. Ἡ ἀπαλλαγή αὐτή γίνεται διά τῆς πίστεως στόν Ἰησοῦ Χριστό, γίνεται διά τοῦ ἀγῶνος τοῦ ἀνθρώπου νά ζήσει ἐν Χριστῷ καί νά μετάσχει στή ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἑνούμενος μέ Αὐτόν διά τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, μεταλαμβάνοντας Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ κατά τή διαβεβαίωση τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ μας τό μέσον διά τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος «ἔχει ζωήν αἰώνιον».
Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πιστεύει ἀκράδαντα καί χωρίς καμία ἀπολύτως ἀμφιβολία ὅτι ἡ θεία Κοινωνία ἀποτελεῖ «φάρμακον ἀθανασίας», καί ἡ «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης» προσέλευση καί μετοχή σέ αὐτήν δέν εἶναι δυνατόν νά μεταδώσει στόν πιστό οὔτε ἀσθένειες οὔτε πολύ περισσότερο τόν θάνατο, ἀλλά μόνο τόν ἴδιο τόν Χριστό. Γιατί ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος πού μεταλαμβάνουμε δέν εἶναι τά ὑλικά δῶρα πού προσφέρουμε γιά τή θεία Λειτουργία, οὔτε συμβολίζουν ἁπλῶς τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου μας, ἀλλά εἶναι μετουσιωμένα σέ Σῶμα καί Αἷμα διά τοῦ Παναγίου Πνεύματος, εἶναι αὐτό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ πού θυσιάσθηκε γιά χάρη μας, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος προσφέρει τήν αἰώνιο ζωή σέ αὐτούς πού τόν λαμβάνουν διά τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας.
Γι᾽ αὐτό, παρακαλῶ ἄς μήν ἀκοῦμε καί ἄς μήν ἐπηρεαζόμεθα πολύ περισσότερο ἀπό ὅσα βλάσφημα ἀκούονται καί γράφονται τελευταίως σχετικά μέ τό ἱερό μυστήριο τῆς θείας Κοινωνίας, ἀλλά ἄς προσερχόμεθα μέ πίστη σέ αὐτό γιά νά λαμβάνουμε τή χάρη καί νά γινόμεθα καί ἐμεῖς σύσσωμοι καί σύναιμοι τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου μας.
Αὐτό ἔκανε καί ἡ ἀείμνηστη ἀδελφή μας, τήν ὁποία γνώριζα πολύ καλά, καί τῆς ὁποίας τελοῦμε σήμερα τό ἐτήσιο μνημόσυνο. Πίστευε στόν Χριστό, ζοῦσε μέ τόν Χριστό, ζοῦσε σύμφωνα μέ τό θέλημά του, ζοῦσε μία ζωή εὐσεβείας καί σεμνότητος, ὡς ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐλεημοσύνης. Κοινωνοῦσε τόν Χριστό καί κοινωνοῦσε μέ τόν Χριστό διά τῆς προσευχῆς καί τῶν ἱερῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί γι᾽ αὐτό πιστεύουμε καί ἐλπίζουμε ὅτι ὁ ἐλεήμων Κύριος θά τῆς χαρίσει τήν αἰώνιο ζωή καί ἀνάπαυση κοντά του καί θά τήν ἀξιώσει νά ἀπολαύσει καί τά ἀγαθά τῆς αἰωνίου βασιλείας του μετά πάντων τῶν ἁγίων.