Ο Άγιος Λογγίνος, ήταν Εκατόνταρχος και καταγωγής Ιουδαϊκής. Ζούσε κατά την εποχή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και υπηρετούσε ως Εκατόνταρχος, στην υπηρεσία του Πιλάτου.
Ο Λογγίνος κατά την ημέρα κατά την οποίαν σταυρώθηκε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, επήρε διαταγή από τον Πιλάτο, να φυλάει με τους στρατιώτες του το Σώμα του Ιησού.
Ο μακάριος Λογγίνος έμεινε κοντά στον Εσταυρωμένο. Η ψυχή του είχε πολύ συγκινηθεί από την άδικη Σταύρωση του αθώου Χριστού. Τότε άρχισαν να συμβαίνουν μπροστά στα μάτια του, τα θαυμάσια εκείνα σημεία, και εξαιρετικά θαύματα πού έγιναν εκείνη την ώρα. Τον έπιασε φόβος ιερός! Γνώρισε αμέσως την αλήθεια ο Λογγίνος, και την ομολόγησε θαρρετά και χωρίς κανένα φόβο, εις το μέσον της συναγωγής των Ιουδαίων. Κατά την Ανάσταση του Σωτήρος, όταν ο Λογγίνος με τους στρατιώτες του είδαν το εξαίσιο εκείνο όραμα, τον Άγγελο να κατεβαίνει με όλη τη λάμψη, και να αποκολλά την πλάκα από τον τάφο, έπεσαν όλοι κατά γης, τρομαγμένοι μεν από το ανεπάντεχο αυτό θαύμα, το οποίον όμως δεν τούς άφησε ασυγκίνητους. Κατόπιν δε, όταν είδαν τον Ιησού να βγαίνει ολοζώντανος με λάμψη θεϊκή. Πίστεψαν και ο Λογγίνος, και οι στρατιώτες του, ότι ήταν Θεός, και όταν πλησίασαν στον τάφο και είδαν μόνον το σάβανο μέσα, φώναξαν αληθώς Θεού Υιός ήν Ούτος.
{gallery}14{/gallery}
Οι Ιουδαίοι όταν έμαθαν τι κηρύττει ο Λογγίνος φθόνησαν πολύ. Ήθελαν να τον θανατώσουν. Όμως ο Λογγίνος, παράτησε το αξίωμα και την οικογένεια του, κατάλαβε τι θα γινόταν και πήρε δυο πιστούς του στρατιώτες που είχαν πιστέψει στον Χριστό και έφυγε για την Καππαδοκία. Όμως οι Ιουδαίο δεν άργησαν να μάθουν για το που έχει πάει ο Λογγίνος. Έτσι μαζεύτηκαν και κατάφεραν τον Πιλάτο να γράψει στον Τιβέριο καταγγελίες για τον Λογγίνο ότι πιστεύει σε έναν άνθρωπο Ιησού Χριστό και δεν προσκυνεί τα είδωλα, του έστειλα μάλιστα και λεφτά για να τον καλοπιάσουν.
Αφού έγραψαν τις κατηγορίες δεν έλειπε παρά μόνο ο Τιβέριος να βγάλει την καταδίκη. Έτσι και την έβγαλε. Καταδίκασε τον Λογγίνο σε θάνατο. Αφού βγήκε η απόφαση ο Τιβέριος έστειλε στρατιώτες να ψάξουν και να βρουν τον Λογγίνο και να τον θανατώσουν. Αυτοί αφού ξεκίνησαν συνάντησαν τον Λογγίνο στον δρόμο όμως δεν ήξεραν ποιος είναι, τον ρώτησαν που θα βρουν τον Λογγίνο. Ο Λογγίνος τους προσκάλεσε να τον ακολουθήσουν και αυτός θα τους πάει εκεί. Έτσι αφού έμαθε τι ήθελαν τον Λογγίνο και ότι ήθελαν να θανατώσουν αυτόν και τους στρατιώτες του.
Ο Λογγίνος επειδή είχε στείλει σε μια υπηρεσία τους στρατιώτες του τους είπε να μείνουν στο σπίτι του και θα τους παραδώσει αυτός όλους σε δύο μέρες που θα πάνε εκεί.
Δύο μέρες φιλοξένησε ο Λογγίνος τους δημίους του και τους πρόσφερε πολλά και τους ευχαρίστησε. Όταν γύρισαν και οι άλλοι δύο ο Λογγίνος φανερώθηκε στους δημίους του και τους είπε ότι αυτός είναι ο Λογγίνος που αναζητούν. Στην αρχή οι δήμιοι του δε μπορούσαν να τον θανατώσουν και του είπαν να φύγει. Όμως ο Άγιος παρηγόρησε αυτούς και τους παρακάλεσε να εκτελέσουν την διαταγή γιατί έτσι αυτός θα απολάμβανε τα αγαθά του Παραδείσου.
Όλα ήσαν έτοιμα. Ο Άγιος και οι σύντροφοι του πανευτυχείς, γονάτισαν, έσκυψαν τα τίμια κεφάλια τους, και οι απεσταλμένοι έκοψαν αυτά, στις 16 του μηνός Οκτωβρίου. Οι μακάριες ψυχές των έφυγαν για τα ουράνια.
Οι στρατιώτες μετά την αποκεφάλιση, πήραν το κεφάλι του Εκατόνταρχου, και το έφεραν στον Πιλάτο για να το δουν οι Ιουδαίοι και ευχαριστηθούν. Καλοπλήρωσαν τους στρατιώτες οι Ιουδαίοι, τους έδωσαν πολλά χρήματα. Ο Πιλάτος πάλιν για να τους ευχαρίστηση τούς Ιουδαίους, διέταξε να πετάξουν το τίμιο κεφάλι του Εκατόνταρχου, περιφρονητικά έξω από την πόλη.