Δημητριάδος Ιγνάτιος: «Οι Έλληνες ποτέ δεν φοβηθήκαμε τους άλλους»
Για όλους και για όλα μίλησε σε Σεβασμιώτατος Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος σε τηλεοπτική του συνέντευξη τονίζοντας μεταξύ άλλων για τις εξαγγελίες της Κυβέρνησης αναφορικά με το θέμα της μισθοδοσίας του Κλήρου: » Νομίζω ότι τουλάχιστον οι εξαγγελίες μέχρι τώρα έχουν αναπαύσει πολύ τους ιερείς μας και χαίρομαι γι’ αυτό».
Τηλεοπτική συνέντευξη στην εκπομπή «για την Ελλάδα…», της ΕΡΤ 1 και στον δημοσιογράφο Σπύρο Χαριτάτο, παραχώρησε την Τρίτη 23 Ιουλίου ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος.
Τα κυριότερα σημεία της συνέντευξης του Μητροπολίτη Δημητριάδος:
Για την εθνική τραγωδία στο Μάτι, στις 23/7/2018 και την απώλεια 102 συνανθρώπων μας.
«Η Εκκλησία νομίζω στάθηκε από την πρώτη στιγμή αρωγός, προσευχόμενη για τις ψυχές, που τόσο άδικα χάθηκαν, παρηγορώντας τους πονεμένους ανθρώπους. Είναι βαρύς ο πόνος, τεράστιος. Βρίσκει κανείς παρηγοριά μόνο από τον Θεό. Η πίστη στον Θεό μπορεί να του δώσει μία λύτρωση. Δεν μπορώ να καταλογίσω ευθύνες. Δεν είναι το δικό μου έργο. Εγώ αυτό που μπορώ είναι να εύχομαι να μην ξαναγίνει, να μπορούμε να προλαβαίνουμε καταστάσεις και να μην ξαναδούμε τέτοια τραγικά γεγονότα. Εμείς θα συνεχίσουμε να προσευχόμαστε και να παρηγορούμε. Αυτό είναι το δικό μας έργο. Υπάρχει, όμως και κάτι ακόμη: σ’ αυτές τις περιπτώσεις η Εκκλησία θεωρεί αυτόν τον τρόπο θανάτου ως μαρτύριο. Το καταγράφουν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ουσιαστικά έχουμε μάρτυρες. Έχουμε 102 μάρτυρες. Μπορεί, βέβαια, να μην τους αναγνωρίζουμε ως μάρτυρες, όπως ορίζουν οι Κανόνες, αλλά η Εκκλησία μας δέχεται ότι ο τρόπος και η στιγμή, αυτό το απρόοπτο – τραγικό γεγονός είναι ένα είδος μαρτυρίου».
Για την στάση της Εκκλησίας έναντι των μεταναστών.
«Εγώ προσπαθώ να είμαι Επίσκοπος του Χριστού. Και αυτό που μπορώ να πω, ως Επίσκοπος του Χριστού, είναι ότι ο κάθε άνθρωπος είναι μία ζωντανή εικόνα του Θεού, όποιος και αν είναι, σε ό,τι και αν πιστεύει. Και ειλικρινά, νομίζω ότι αυτό που η Ελλάδα έκανε, να παράσχει δωρεάν Εκπαίδευση στα μικρά παιδιά των μεταναστών, είναι εξαιρετικά σημαντικό. Ξέρετε πόσο καταλυτικά λειτούργησε γι’ αυτά τα παιδιά; Θα σας μιλήσω για την εμπειρία των μικρών παιδιών, που έφθασαν στον Βόλο με τους γονείς τους, ξεριζωμένοι από τις πατρίδες τους. Υποδεχτήκαμε τα παιδιά αυτά με χειροκροτήματα στα σχολεία, γιατί είπαμε το απλούστατo: ποιος έχει δικαίωμα να στερήσει από αυτά τα παιδιά την ατμόσφαιρα του σχολείου; Ποιος είναι αυτός που μπορεί να πει σ’ αυτά τα παιδιά: «Δεν θα παίξετε με τα άλλα παιδιά;». Και ειλικρινά σας λέω, ζήσαμε στιγμές αλησμόνητες.
Εγώ πήγα πρώτος και τα επισκέφτηκα. Τραγούδησα μαζί τους ελληνικά, γιατί είχαμε συμβάλει να μάθουν τα πρώτα ελληνικά γράμματα και έμειναν όλοι έκπληκτοι, ότι ο Επίσκοπος σηκώθηκε και τραγούδησε ελληνικό τραγούδι, με τα παιδιά που φιλοξενούσαμε, που ήταν από διάφορα κράτη. Για εμένα, αυτό είναι Χριστός. Για εμένα, αυτό είναι Ελληνισμός, αυτό είναι Ορθοδοξία. Οι Έλληνες ποτέ δεν φοβηθήκαμε τους άλλους και βεβαίως στα συσσίτια που έχουμε δεν στερήσαμε το φαγητό από κανέναν. Όλη η Εκκλησία στην Ελλάδα δημιούργησε συσσίτια – και δημιούργησε πάρα πολλά καθόλη την κρίση – δεν στέρησε το φαγητό από κανέναν. Έτσι θα συνεχίσουμε.
Από εκεί και πέρα, βεβαίως καταλαβαίνω την ευθύνη των πολιτικών, που πρέπει να αναλάβουν για να αντιμετωπίσουν το τεράστιο πρόβλημα. Δεν είναι δική μας η ευθύνη. Εμείς ένα πράγμα θα κάνουμε, θα υποδεχόμαστε τον κάθε άνθρωπο σαν ζωντανή εικόνα του Θεού».
Για τις σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας.
«Νομίζω ότι έχουμε φτάσει σε μία ωριμότητα, πλέον, στην Ελλάδα. Είμαστε μόλις διακόσια χρόνια κράτος. Το 2021 είναι πολύ σημαντική χρονολογία. Μέσα σ’ αυτά τα διακόσια χρόνια προϋπήρχε η Εκκλησία, οι κοινότητες, οι ενορίες, τα μοναστήρια και μετά συγκροτήθηκε το κράτος μας. Είναι αυτονόητο ότι δημιουργήθηκαν δεσμοί. Εξάλλου, μην ξεχνάτε ότι η επανάσταση έγινε για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία.
Αυτοί οι δεσμοί, πολλές φορές, ήταν εις βάρος της Εκκλησίας. Ελαχιστότατες φορές εις βάρος της Πολιτείας. Τώρα, όμως, έχουμε ωριμάσει. Ο καθένας ξέρει το ρόλο του, ξέρει ποιο είναι το έργο του. Όμως, οι δεσμοί παραμένουν. Και ξέρετε γιατί παραμένουν και πρέπει να παραμένουν; Διότι, αναμφισβήτητα, χωρίς κανείς να στερείται τη θρησκευτική του ελευθερία, η ορθόδοξη πίστη στην Ελλάδα είναι η ενοποιός δύναμη. Είναι η ενοποιός δύναμη για όσους ζούμε στην Ελλάδα, που αποτελούμε τη συντριπτική πλειοψηφία και για όσους ζούμε εκτός Ελλάδας. Η Ορθοδοξία κρατάει τον Ελληνισμό. Αυτό δεν μπορεί να παραμεριστεί ούτε πρέπει να παραγκωνιστεί και να υποτιμηθεί.
Υπάρχει, όμως και κάτι θεσμικό που θέλω να το πω, για να το ξέρουν όλοι. Χάρη στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, από το 2011, συστήθηκε μία θεσμική επιτροπή διαλόγου Κράτους-Εκκλησίας, υπό τον εκάστοτε Υπουργό Παιδείας. Εκεί μετέχει η Ιερά Σύνοδος, μετέχουν εκπρόσωποι των Υπουργείων. Και σ’ αυτήν την Επιτροπή, όποτε λειτούργησε θεσμικά, διευθετήθηκαν οποιαδήποτε θέματα προέκυψαν».
Για την Εκκλησιαστική περιουσία.
«Έχω την αίσθηση ότι, εάν υπάρξει κοινή βούληση για την αξιοποίηση της Εκκλησιαστικής περιουσίας και από την Εκκλησία υπάρχει, μπορούν να εξελιχθούν άμεσα έργα που θα ωφελήσουν, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας. Το λέω με την έννοια ότι και εμάς μας ενδιαφέρει να μην φεύγουν τα παιδιά μας, να δούμε πράγματα να γίνονται για το κοινό καλό. Γι’ αυτόν τον στόχο νομίζω ότι η Εκκλησία είναι έτοιμη. Εάν υπάρξει από την Πολιτεία ανταπόκριση, μπορούν πραγματικά να γίνουν μικρά θαύματα.
Υπάρχουν δυνατότητες, αρκεί κανείς να σκύψει με επιμέλεια και κυρίως να γίνουμε αποτελεσματικοί. Είμαι Επίσκοπος είκοσι χρόνια και πλέον. Ο μεγαλύτερος εχθρός μου ξέρετε ποιος είναι; Η γραφειοκρατία. Εάν για έναν Επίσκοπο είναι η γραφειοκρατία, καταλαβαίνετε τί συμβαίνει σε άλλους τομείς και σε άλλους ανθρώπους, που έχουν ευθύνες μέσα στην Πολιτεία. Αυτό πρέπει να νικηθεί, επιτέλους. Θα το κατορθώσουμε; Μακάρι».
Για την μισθοδοσία του Κλήρου.
«Δόξα τω Θεώ, για τους Ιερείς μας, τους οποίους εκπροσωπήσαμε, νομίζω επάξια, όλη η Ιεραρχία, ομόφωνες ήταν οι αποφάσεις, αποτρέψαμε αυτό το οποίο θεωρήσαμε ότι δεν μπορούσαμε να το εμπιστευτούμε. Απετράπη, τελείωσε, γράφτηκε στην ιστορία. Νομίζω ότι τουλάχιστον οι εξαγγελίες μέχρι τώρα της κυβερνήσεως έχουν αναπαύσει πολύ τους ιερείς μας και χαίρομαι γι’ αυτό».
Για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
«Πρέπει να σας πω ότι η Εκκλησία ετοιμάζεται, γιατί έβαλε στόχο εδώ και οχτώ χρόνια. Δημιούργησε προϋποθέσεις για δέκα Διεθνή Συνέδρια, που αφορούν το ’21. Έχουν πραγματοποιηθεί ήδη τα επτά. Τον Οκτώβριο θα έχουμε το όγδοο. Σε ένα από αυτά μάς τίμησε με την παρουσία του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διότι ήταν αφιερωμένο στα ελληνικά Συντάγματα της Επαναστάσεως.
Έχουν εκδοθεί οι έξι τόμοι και αυτή τη στιγμή έχει εκπονηθεί πρόγραμμα συνοδικών εκδηλώσεων, παρουσία του Αρχιεπισκόπου και τοπικών εκδηλώσεων για όλη την Ελλάδα, για το 2021. Και επίσης, σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και συγκεκριμένα με τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων, ξεκίνησε ένα τριετές πρόγραμμα, με πανελλήνιο μαθητικό διαγωνισμό για τις προσωπικότητες του ’21. Ήδη έγινε ο πρώτος διαγωνισμός. Ήταν προσωπικότητες προ της επαναστάσεως, όπως ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, η Αγία Φιλοθέη η Αθηναία, ο Ρήγας Φεραίος. Τα παιδιά ετοίμασαν μικρά βίντεο, βραβεύτηκαν και ταξίδεψαν μέχρι το Μιστρά, με χορηγία του Υπουργείου και της Εκκλησίας, σε ένα σχεδόν πενθήμερο ταξίδι. Περιμένουμε τη δεύτερη χρονιά που έρχεται. Το 2021 θα έχουμε ολοκληρώσει αυτό το πρόγραμμα. Είναι η Εκκλησία έτοιμη και χαίρομαι, γιατί όλο αυτό νομίζω ότι θα πάρει πλέον ένα πανελλήνιο χαρακτήρα. Αξίζει όχι μόνο να θυμηθούμε πώς ξεκίνησε το ’21, αλλά κυρίως τί Ελλάδα θέλουμε από εδώ και πέρα. Και εμείς είμαστε εδώ, για να διακονούμε αυτό το λαό, να τον ενώνουμε, να του δίνουμε κουράγιο, ελπίδα και δύναμη και να τον βλέπουμε να προχωράει, όπως αξίζει σε έναν Έλληνα και ορθόδοξο».