Ο κ. Ιγνάτιος αναφέρθηκε στην περιπετειώδη πορεία του Επισκόπου Πενταπόλεως Νεκταρίου, που αν και γνώρισε σωρεία συκοφαντιών και διώξεων, έχοντας γνήσιο ορθόδοξο φρόνημα, κατάφερε να αντικρούσει την παγίδα να παρασυρθεί σε έναν άνισο αγώνα με την δυσφήμηση, το μίσος και την κακία των ανθρώπων. «Και ο Νεκτάριος δεν παγιδεύεται. Σκύβει το κεφάλι και αποχωρεί, αφήνοντας τον Θεό, πλέον, να οδηγήσει τα βήματά του. Και δεν αρκείται μόνο σ’ αυτό, αλλά συγχωρεί με όλη του την καρδιά. Συγχωρεί αυτούς που τον εδίωξαν, αυτούς που τον συκοφάντησαν, αυτούς που άδικα του καταλόγισαν αδικήματα, τους συγχωρεί με όλο του το είναι. Τους έχει στην προσευχή του και κρατά την γαλήνη μέσα του. Αφήνοντας την ζωή του στα χέρια του Θεού, δέχεται κάθε πρόκληση και πρόσκληση διακονίας και γίνεται ένας απλός ιεροκήρυκας του λόγου του Θεού σε επαρχία της Ελλάδος, κηρύττοντας το Ευαγγέλιο στις απλοϊκές ψυχές των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Ο Θεός θέλει τους δικαίους και τους δίνει διεξόδους και μάλιστα τους εμπιστεύεται τα μέγιστα κι έτσι έρχεται η στιγμή που αναλαμβάνει την ευθύνη της περίφημης τότε Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Έρχεται σε επαφή με τους νέους, που ποθούν να σπουδάσουν σ’ ένα άριστο σχολείο, καρπό μεγάλων ευεργετών. Εκεί διαδραματίζονται γεγονότα, που περιγράφονται από τους ίδιους τους μαθητές του, όπου ο ταπεινός Επίσκοπος αναδεικνύεται υπόδειγμα της στοργής και της αγάπης. Διακονεί και υπηρετεί τους νέους με αυτοθυσία, δέχεται κι εκεί πολεμική και όμως, υπομένει και υποδεικνύει, με μοναδικούς παιδαγωγικούς τρόπους, το παράδειγμα, πώς μπορείς να κάνεις και την πιο ταπεινή εργασία, έχοντας την χάρη του Θεού. Θαύμασαν οι μαθητές ότι έφθασε ακόμη και στο πιο έσχατο σημείο της ταπεινώσεως, να καθαρίζει τους πιο απλησίαστους από όλους χώρους, για να εξυπηρετήσει την ανάγκη της Σχολής. Και προτιμούσε ο ίδιος να νηστέψει και να τιμωρήσει τον εαυτό του, παρά να τιμωρήσει τους μαθητές του για τις αταξίες τους. Κι έτσι σωφρόνιζε, οδηγούσε σε φιλοτιμία και αναδείκνυε προσωπικότητες, που στη συνέχεια κι αυτές έγραψαν ιστορία μέσα στον ελλαδικό χώρο. Τελικά, επέλεξε ως κατακλείδα της ζωής του να αναβιώσει το γυναικείο μοναχισμό που είχε φθάσει σε έσχατη ανάγκη. Άνοιξε τον δρόμο του μοναχισμού στο νησί της Αίγινας, κι έγινε ο μεγάλος ευεργέτης της».
Ο Σεβασμιώτατος υπογράμμισε ότι η πορεία ενός Επισκόπου δείχνει τον δρόμο του παραδείσου, που γίνεται βίωμα στην ζωή του πιστού, κάνοντας ταυτόχρονα τον διαχωρισμό με την κόλαση, που μπορεί να βιώσουμε, αρνούμενοι την αγάπη του Θεού: «Ο παράδεισος είναι στην ψυχή μας, από εμάς εξαρτάται. Η αγάπη είναι ο παράδεισος. Όταν ζει κανείς την αληθινή αγάπη, που ο Χριστός μας δείχνει, τότε η ζωή μας είναι παράδεισος, γιατί έχουμε ειρήνη στην ψυχή μας. Γιατί, η κόλαση τί είναι; Να μην αγαπάς και να μην θέλεις να σ’ αγαπήσουν. Αυτή είναι η κόλαση. Και πολλές φορές οι άνθρωποι οδηγούμαστε μόνοι μας στην κόλαση, αρνούμενοι την αγάπη του Θεού και στην συνέχεια την αγάπη των ανθρώπων. Κι έτσι νεκρώνεται η ψυχή μας, αυτός είναι ο θάνατός της και δεν μπορεί ούτε να δώσει, ούτε να πάρει αγάπη. Όποιος γνωρίσει βιώματα μίσους στη ζωή του, ξέρει πολύ καλά ότι είναι όντως μία κόλαση. Ο άνθρωπος του μίσους δεν μπορεί να είναι ήσυχος. Θέλει να εκδικηθεί, να προσβάλει. Πολλές φορές αξιοποιεί την λεκτική ή την άλλη βία, δεν ησυχάζει πουθενά και ποτέ, ψάχνει να βρει ησυχία και δεν την βρίσκει, γιατί δεν μπορεί να συγχωρέσει κι έτσι δεν μπορεί ποτέ να αγαπήσει, δεν μπορεί να ταπεινωθεί. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι αγαπά τον Θεό και δεν αγαπά την ζωντανή εικόνα του Θεού που είναι ο κάθε άνθρωπος. Αυτή είναι η αγιότητα. Κι έτσι βιώνει κανείς τον παράδεισο από την γη, με σοφία και σύνεση».
Ανήμερα της εορτής τελέστηκε πανηγυρική Θεία Λειτουργία, ιερουργούντος του Σεβασμιότατου, ενώ τον Θείο Λόγο κήρυξε ο Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, Ιεροκήρυξ. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο κ. Ιγνάτιος εγκατέστησε τον νέο Προϊστάμενο της ενορίας, π. Ιωάννη Σωτηρόπουλο, εις διαδοχήν του Αρχιμ. Σίμωνος Δερβίση, ο οποίος, μετά από ένα έτος ευδοκίμου διακονίας στην ενορία, επιστρέφει στον τόπο της καταγωγής του, τη Σούρπη, στην επαρχία Αλμυρού, όπου τα προηγούμενα χρόνια εργάστηκε Θεοφιλώς, κερδίζοντας τις καρδιές των ανθρώπων. Ο Σεβασμιώτατος ευχαρίστησε τον π. Σίμωνα για όσα μέχρι σήμερα προσέφερε και ευχήθηκε στον διάδοχό του καλή διακονία, υπό την σκέπη και την ευλογία του Αγίου Νεκταρίου.