Με αφορμή τα τρία κλαπέντα χειρόγραφα που πρόσφατα επεστράφησαν στη Μονή Εικοσιφοίνισσας, ο Μητροπολίτης Δράμας κ. Δωρόθεος μίλησε στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» για τον διαρκή αγώνα που καταβάλει η Μητρόπολη και η Μονή για την επιστροφή των κλαπέντων κειμηλίων, ζητώντας, ταυτόχρονα, από την ελληνική Πολιτεία να συνδράμει το δύσκολο αυτό έργο της Εκκλησίας.
«Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή, ο βουλγαρικός επεκτατισμός σε Δράμα, Καβάλα και γενικότερα Ανατολική Μακεδονία ήταν έντονος. Οι βούλγαροι προσπάθησαν και στη Μονή Εικοσιφοίνισσας, αλλά και στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου, στις Σέρρες, να προβούν στην αφαίμαξη και αρπαγή ιερών κειμηλίων και τα κατάφεραν. Στη διάρκεια των τριών περιόδων βουλγαρικής κατοχής, 1913, 1917 αλλά και μεταξύ 1941-1944, οπότε και συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς, πολλά ιερά κειμήλια εκλάπησαν και μονές ερημώθηκαν.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»
Στα 1917, με τη συνδρομή 18 μουλαριών, οι βούλγαροι υφάρπαξαν από τη μονή της Εικοσιφοίνισσας χειρόγραφα, ιερά λείψανα και άλλα ιστορικά κειμήλια, με αποκορύφωμα το 1943, όταν και έβαλαν φωτιά στο μοναστήρι, από την οποία διασώθηκε η θαυματουργός Εικόνα της Εικοσιφοινίσσης και το Καθολικό», ανέφερε ο κ. Δωρόθεος.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»
«Αυτά τα κλαπέντα κειμήλια, από τη Σόφια πουλήθηκαν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές και κατέληξαν στην Αμερική, ακόμη και στην Ιαπωνία. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση, συνεχίζει ο κ. Δωρόθεος, του Οίκου Πλειστηριασμών Swann Auction Galleries της Νέας Υόρκης. Εκεί, στα 2008, τα τρία χειρόγραφα που επεστράφησαν στη Μονή προσφάτως, πουλήθηκαν σε έναν ιδιώτη συλλέκτη του Σικάγου, ο οποίος, αργότερα, είτε για λόγους ευσυνειδησίας είτε γιατί διαπίστωσε ότι ήταν επισφαλής η κυριότητά τους, τα επέστρεψε και μέσω του Προξενείου της Ελλάδας, της Αρχιεπισκοπής Αμερικής αλλά και της άοκνης προσωπικής μέριμνας και προσπάθειας του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, επεστράφησαν στη Μονή, όπου και ανήκουν».
Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για τα:
α) Χειρόγραφο χαρτώο διαστάσεων 21,5Χ15,9 εκ., του 16/17ου αιώνα, βέρβιο άλλοτε της Ιεράς Μονής (παραδίδει ονόματα ευεργετών, δωρητών και κτητόρων),
β) Χειρόγραφο χαρτώο διαστάσεων 29,3Χ20 εκ., του 17ου αιώνα, βέρβιο επίσης της Ιεράς Μονής (παραδίδει ονόματα κτητόρων, δωρητών και ευεργετών), απαντούν διάφορες σημειώσεις σε έτη από Χριστού γεννήσεως, 7142 κ.α.),
γ) Χειρόγραφο χαρτώο διαστάσεων 31Χ21 εκ., του 17ου αιώνα, βέρβιο άλλοτε της Ιεράς Μονής (παραδίδει ονόματα κτητόρων, δωρητών και ευεργετών της Μονής), απαντούν διάφορες σημειώσεις που μας παραπέμπουν στον 17ο αιώνα (στο 1614, 1630, 1639 κ.α.).
Αναφερόμενος δε στην όλη προσπάθεια επαναπατρισμού των χειρογράφων στη Μονή που ανήκουν, ο κ. Δωρόθεος τόνισε και την ιδιαίτερη συμβολή του μακαριστού προκατόχου του. πρώην μητροπολίτη Δράμας κυρού Παύλου, ο οποίος κατέβαλε συνεχείς προσπάθειες για να επιστραφούν τα κλαπέντα κειμήλια στην αρχική τους θέση.
Τα εν λόγω τρία χειρόγραφα παρέλαβε ο ίδιος ο κ. Δωρόθεος, μαζί με την Ηγουμένη της Μονής Εικοσιφοίνισσας, Μοναχή Αντωνίνη, την Τρίτη, 17 Οκτωβρίου 2023, από τον Μητροπολίτη Λαοδικείας κ. Θεοδώρητο, εκπρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχου στην Αθήνα προκειμένου αυτά να επιστρέψουν και να αποθησαυρισθούν στον φυσικό τους χώρο, στη Μονή.
Κατακλείοντας ο κ. Δωρόθεος, τόνισε ότι ο αγώνας για να επιστραφεί το σύνολο των κλαπέντων κειμηλίων στη Μονή είναι διαρκής και δύσκολος και ευχαρίστησε όσους συνέβαλαν στην ολοκλήρωση της προσπάθειας επαναπατρισμού των κειμηλίων.
«Ευχαριστούμε και τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο για την αμέριστη συμπαράσταση και προσπάθειά του και ζητούμε τη συνδρομή της Πολιτείας, ώστε να συνδράμει αυτό το δύσκολο έργο της Εκκλησίας και, σταδιακά, το σύνολο των κλαπέντων κειμηλίων της Μονής, να πάρει το δρόμο της επιστροφής και της τελικής εναποθέτησής του στο φυσικό τους χώρο, στην ιστορική μονή της Εικοσιφοίνισσας», συμπλήρωσε ο μητροπολίτης κ. Δωρόθεος.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»
Υπενθυμίζεται ότι πριν ένα χρόνο, ένα Ευαγγελιστάριο, από τα παλαιότερα στον κόσμο και καλύτερα σωζόμενα ελληνικά χειρόγραφα, γραμμένο στο τέλος του 10ου-αρχές του 11ου αιώνα, επεστράφη στη μονή.
Και αυτό το Ευαγγελιστάριο ανήκε στα ιερά κειμήλια που είχαν κλαπεί τη σκληρή περίοδο της βουλγαρικής κατοχής από την ιστορική μονή Παναγίας της Εικοσιφοίνισσας στο Παγγαίο.
Το εν λόγω Ευαγγελιστάριο ήταν το δεύτερο κατά σειρά χειρόγραφο κειμήλιο που επέστρεψε στην πολύπαθη ιερά μονή, μετά τον επαναπατρισμό το 2016 ενός χειρόγραφου κειμένου του 9ου αιώνα, ανεκτίμητης ιστορικής αξίας, γνωστό ως Κώδικας 1424, που είχε στην κατοχή της η Λουθηρανική Θεολογική Σχολή του Σικάγου.