Μπουγιώτης Βαγγέλης
Aνάβιωσε για μια ακόμα χρονιά το πατροπαράδοτο έθιμο της καύσης του Βαραββά των Μικρασιατών της Νέας Κίου στην Αργολίδα Πλήθος κόσμου παρευρέθηκε στην περιφορά του Επιταφίου στο γραφικό ψαροχώρι όπου κάθε χρόνο αναβιώνει η καύση το Βαραββά, κάτι που δεν συναντάτε σε άλλα μέρη της Ελλάδος.
Η περιφορά σταμάτησε στην πλατεία του χωριού όπου ο π.Δημοσθένης Γάτσιος τέλεσε δέηση και συγχρόνως κάηκε το ομοίωμα του Βαραββά που από νωρίς έχαν ετοιμάσει οι κάτοικοι του χωριού.
Όπως διαβάζουμε στο αξιόλογο έργο του Ευρυσθένη Λασκαρίδη «ΚΙΑΝΑ», στο δεύτερο τόμο, στην Κίο της Μικράς Ασίας η συνήθεια της καύσης του Βαραββά επικρατούσε από «παλαιοτάτην εποχήν».
Μάλιστα η προετοιμασία για την επιβλητικότερη εμφάνιση και το μεγαλειώδες κάψιμο του Βαραββά, άρχιζε από την Κυριακή των Βαΐων, όταν οι νέοι της Κίου συγκεντρώνονταν στα προαύλια των εκκλησιών κατά ενορίες και εκεί (υπό την καθοδήγηση των αυτοχειροτονήτων αρχηγών) έπαιρνε ο καθένας τις σχετικές οδηγίες για την κατασκευή του Βαραββά.
Τα ξερά χόρτα (ρούμια), που χρησιμοποιούσαν, τα μετέφεραν από τα βουνά με γαϊδούρια, ενώ ο πάσσαλος έπρεπε «να εξευρεθεί δια κλοπής είτε από ημικατεστραμμένας οικίας, είτε από κανένα νταλιάνι (κατασκευή μέσα στη θάλασσα για αλιεία)…»
Σε κάθε ενορία η κατασκευή του Βαραββά (ο οποίος έφτανε τα 6-10 μέτρα) άρχιζε την Μεγάλη Πέμπτη. «Και όταν η εργασία της ετοιμασίας ετελείωνεν και απεσύρετο ο κόσμος, ο αρχηγός της ενορίας διόριζε σκοπούς από τους ισχυρότερους και θαρραλεωτέρους νέους προς φύλαξιν του, διότι υπήρχε κίνδυνος, παιδιά άλλης ενορίας, να του βάλουν φωτιά προτού έλθει η κατάλληλος ώρα. Και όταν η περιφορά του Επιταφίου διήρχετο από το μέρος όπου ήτο ντυμένος ο Βαραββάς, κατόπιν διαταγής του αρχηγού, χιλιάδες αναμμένα κεριά τον επλησίαζαν και τον έδιδον φωτιά. Αι φλόγες, λόγω του μεγέθους του, ανήρχοντο εις μέγα ύψος και αι σπίθες αυτού προκαλούσαν θέαμα φαντασμαγορικόν…»