Στο τέλος της θείας Λειτουργίας για την εορτή του Αγίου Λαζάρου ο Σεβασμιώτατος ευχήθηκε στον εορτάζοντα εφημέριο της Ενορίας π. Λάζαρο Μουρατίδη.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :
«Οὐκ εἶπόν σοι ὅτι ἐάν πιστεύῃς ὄψῃ τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ;»
Ἐνώπιον τοῦ τάφου τοῦ τετραημέρου νεκροῦ φίλου του βρίσκεται σήμερα ὁ Χριστός. Καί μαζί του οἱ ἀδελφές τοῦ Λαζάρου καί τό πλῆθος κόσμου, πού ἀκολούθησε τόν Χριστό γιά νά δεῖ τί θά κάνει.
Ὅλοι πίστευαν καί περίμεναν ὅτι ὁ Χριστός θά ἐρχόταν, πρίν ἀπό τέσσερις ἡμέρες, ὅταν τόν εἶχαν εἰδοποιήσει ὅτι ὁ Λάζαρος ἦταν ἄρρωστος. Πίστευαν ὅτι θά προλάβαινε νά τόν θεραπεύσει, ὥστε νά μήν πεθάνει.
Ὅμως ὁ προγραμματισμός τῶν ἀνθρώπων δέν ἔχει σχέση μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός φθάνει ἀργά, ὄχι ἀπό ἀδιαφορία γιά τόν φίλο του, ὄχι ἀπό σκληρότητα πρός τίς ἀδελφές του, πού δοκιμάσθηκαν ἀπό τήν ἀπώλεια τοῦ Λαζάρου, ἀλλά γιατί κρίνει πώς μέ τόν τρόπο αὐτό θά δώσει μία μοναδική ἐλπίδα καί προοπτική στούς ἀνθρώπους. Γιατί ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τή δική του ἀνάσταση, θά δείξει στούς ἀνθρώπους, ὅτι ὁ Χριστός δέν νικᾶ τόν θάνατο μόνο γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά τόν νικᾶ γιά κάθε ἄνθρωπο. Γιατί κάθε ἄνθρωπος πού πιστεύει στόν Θεό ἔχει τή δυνατότητα νά ζήσει τήν ἀνάσταση πού ὁ Χριστός χαρίζει σήμερα στόν Λάζαρο.
Καί αὐτό ἀκριβῶς τονίζει μέ τήν ἀπάντησή του στήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, τή Μάρθα, ἡ ὁποία ἀντιδρᾶ στήν προσταγή τοῦ Χριστοῦ νά ἀνοίξουν τόν τάφο τοῦ ἀδελφοῦ της, λέγοντας. «Κύριε, ἔχει τέσσερις ἡμέρες πού εἶναι ἤδη νεκρός, πῶς θά ἀνοίξουμε τόν τάφο;»
«Οὐκ εἶπόν σοι ὅτι ἐάν πιστεύῃς ὄψῃ τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ;». Δέν σοῦ εἶπα, τῆς λέγει ὁ Χριστός, ὅτι, ἐάν πιστεύεις, θά δεῖς τή δόξα τοῦ Θεοῦ;
Ὅπως πρίν ἀπό ὅλα τά ἄλλα θαύματα, ἔτσι καί τώρα ὁ Χριστός ζητᾶ τήν ἐπιβεβαίωση τῆς πίστεως. Καί ἐπειδή δέν ἀπευθύνεται σέ ἕνα τυχαῖο πρόσωπο, πού τόν πλησίασε μόνο γιά νά ζητήσει τή βοήθειά του, ἀλλά στή Μάρθα, τήν ἀδελφή τοῦ φίλου του Λαζάρου, πού τόν γνώριζε καλά, πού τόν εἶχε φιλοξενήσει ἐπανειλημμένα στό σπίτι τους καί τόν εἶχε ἀκούσει πολλές φορές νά ὁμιλεῖ καί νά διδάσκει, γι᾽ αὐτό καί ἡ ἀπάντησή του εἶναι πιό ἐπιτακτική. «Δέν σοῦ εἶπα ὅτι, ἐάν πιστεύεις, θά δεῖς τή δόξα τοῦ Θεοῦ;»
Δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ τετραημέρου Λαζάρου, γιατί ἀποτελεῖ ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου. Εἶναι ὁ δημιουργός καί κύριος τοῦ ἀνθρώπου, καί στά χέρια του βρίσκεται ἡ ζωή του, πού μπορεῖ νά τήν δίδει ἀκόμη καί ἐάν τήν ἔχει πάρει.
Δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀνάσταση, ἀλλά μποροῦν νά τήν δοῦν μόνο ὅσοι διαθέτουν πίστη, γιατί οἱ ὑπόλοιποι ἀδυνατοῦν καί προφασίζονται δικαιολογίες καί ποικίλες ἑρμηνεῖες γιά τό θαῦμα, χωρίς νά μποροῦν νά πεισθοῦν καί νά πείσουν. Ὅσοι δέν διαθέτουν πίστη, δέν μποροῦν νά κατανοήσουν τή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι χάνουν τήν εὐκαιρία νά δοῦν καί κοινωνήσουν τῆς δόξης του.
Ὁ Χριστός ὅμως δέν ἀπευθύνεται σήμερα μόνο στή Μάρθα. Ἀπευθύνεται καί σέ ὅλους ἐμᾶς, πού δέν εἴμαστε ξένοι καί ἄγνωστοι μέ τόν Χριστό. Σέ ὅλους ἐμᾶς πού εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας του, μέλη τοῦ σώματός του. Σέ ὅλους ἐμᾶς πού ἔχουμε βαπτισθεῖ στό ὄνομά του, πού ἔχουμε διδαχθεῖ τόν λόγο του, πού μετέχουμε στά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας του, καί ὅμως συνεχίζουμε νά ἀμφιβάλλουμε. Συνεχίζουμε νά ἔχουμε τή δική μας ἄποψη ἔναντι τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου, καί στή συνέχεια διαμαρτυρόμαστε, γιατί δέν μποροῦμε νά δοῦμε θαύματα στή ζωή μας.
Ἄν ὅμως ἐξετάσει ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς τή ζωή του καί τήν καθημερινότητά του, θά διαπιστώσει ὅτι δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ἐνῶ ξέρουμε τί ζητᾶ ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς, ἐμεῖς ἔχουμε τίς ἀμφιβολίες μας καί τίς ἀντιρρήσεις μας. Ἔχουμε ἄλλη ἄποψη, διαφορετική ἀπό τόν λόγο του καί τίς ἐντολές του, καί θέλουμε πολλές φορές νά τήν ἐπιβάλλουμε. Ἔτσι κάνουμε τό δικό μας θέλημα, ἀντί νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί ὕστερα ἀποροῦμε γιατί δέν βλέπουμε, λέμε, θαύματα, γιατί δέν ἀλλάζει ὁ ἐσωτερικός μας κόσμος, γιατί δέν ἀλλάζει ὁ κόσμος γύρω μας.
Ἄς μήν ψάχνουμε ὅμως νά βροῦμε ἀλλοῦ τήν αἰτία. Ἄς τήν ἀναζητήσουμε στήν ἔλλειψη τῆς πίστεώς μας. Ἄς ἀκούσουμε τή φωνή τοῦ Χριστοῦ πού ἀπευθύνεται καί σέ μᾶς σήμερα καί μᾶς λέγει: «οὐκ εἶπόν σοι ὅτι ἐάν πιστεύσῃς ὄψῃ τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ;» Δέν σοῦ εἶπα ὅτι πιστεύσεις, θά δεῖς τή δόξα τοῦ Θεοῦ; Καί ἄς ἀνταποκριθοῦμε σέ αὐτό τό κάλεσμα τῆς πίστεως, χωρίς νά παραμένουμε στά λόγια, ἀλλά ἐπιβεβαιώνοντας τήν πίστη μας μέ τίς πράξεις μας, ἐπιβεβαιώνοντάς την μέ τήν ὑπακοή μας στόν λόγο καί στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς νά δοῦμε τή δόξα τοῦ Θεοῦ πού ἀποκαλύπτεται μέσα ἀπό τά θαύματά του καί κυρίως μέσα ἀπό τήν προσωπική μας σωτηρία καί τήν προσωπική μας ἀνάσταση.