Στην επιστολή του προς τον κ. Τσίπρα ο Αρχιεπίσκοπος αναφέρει:
Ἐξοχώτατε Κύριε Πρωθυπουργέ,
Μετά τήν ἀνατολή τοῦ νέου ἑνιαυτοῦ τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου καί στό πλαίσιο τῆς πρώτης μας αὐτῆς ἐπικοινωνίας μέσα στό 2018, προαγόμαστε νά ἐκφράσουμε τίς θερμότερες εὐχές μας γιά οἰκογενειακή καί προσωπική εὐτυχία, ἀλλά καί ἐπιτυχία στό εὐθυνοφόρο ἔργο Σας πρός ὄφελος ὅλου τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.
Μέ τήν παροῦσα ἐπιστολή ἀπευθυνόμαστε πρός Ἐσᾶς, προκειμένου νά Σᾶς καταστήσουμε κοινωνό τοῦ εὐλόγου προβληματισμοῦ μας ἐντός τῶν πλαισίων τῆς ἱστορικῆς εὐθύνης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Δέν διέλαθε τῆς προσοχῆς μας ἡ ἔντονη διπλωματική κινητικότητα κατά τίς τελευταῖες ἡμέρες στό ζήτημα τῆς ὀνομασίας τοῦ Κράτους τῶν Σκοπίων, ἡ ὁποία κινεῖται παράλληλα πρός τίς πρόσφατες ἐκκλησιαστικές διεργασίες γύρω ἀπό τό ζήτημα τῆς σχισματικῆς, αὐτοτιτλοφορούμενης «Ἐκκλησίας τῆς Μακεδονίας». Συνέπεια τῶν διεργασιῶν αὐτῶν ἦταν τό Ἀνακοινωθέν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς 15ης Δεκεμβρίου 2017. Στούς χειρισμούς τῆς κατ’ ἐξοχήν ἁρμόδιας Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, θέλουμε νά ἐπισημάνουμε ὅτι τό ζήτημα τῶν Σκοπίων, ἔχει καί τήν ἐκκλησιαστική του παράμετρο, τήν ὁποία θεωροῦμε πολύ σοβαρή, καί ἡ ὁποία ἀπηχεῖ τήν τακτική κάποιων λαῶν τῆς Βαλκανικῆς πρῶτα νά ὀργανώνονται γύρω ἀπό κάποιο ἐκκλησιαστικό ὀργανισμό (κανονικό ἤ σχισματικό), ἔπειτα δέ νά οἰκοδομοῦν τήν κρατική τους ὀντότητα.
Υἱοθετῶντας τήν τακτική αὐτή, ὁ Πρόεδρος τῆς ἑνιαίας Γιουγκοσλαυίας Κροάτης Τῖτο, ἔσπευσε παράλληλα μέ τήν πολιτική δημιουργία τοῦ Κράτους τῶν Σκοπίων καί κατά τίς διπλωματικές ἀφορμές τῆς ἐποχῆς, νά προκαλέσει καί νά ἐνθαρρύνει τήν ἐκκλησιαστική ἀπόσχιση τῆς περιοχῆς (1958 καί 1967) ἀπό τό Πατριαρχεῖο Σερβίας, κανονικό ἔδαφος τοῦ ὁποίου λογίζεται ἕως σήμερα γιά τήν οἰκογένεια τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, καί τή δημιουργία σχισματικῆς Ἐκκλησίας μέ ὄνομα ἀκριβῶς τό ἴδιο μέ τήν ἱδρυθείσα «Σοσιαλιστική Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας». Παρά τή μή ἀναγνώριση τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς ἀπό καμία ἄλλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ σκοπιμότητα παραμένει καί νομίζουμε, εἶναι προφανής.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, χωρίς νά ἐπιθυμεῖ τήν ὁποιαδήποτε ἀνάμειξή της στίς ἐνέργειες τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν, χωρίς ταυτόχρονα νά ἀπεμπολεῖ τή διαχρονική μαρτυρία λόγου καί αἵματος τοῦ Κλήρου καί τοῦ λαοῦ της ὑπέρ τῆς Ἑλληνικότητας τῆς Μακεδονίας, ἡ ὁποία τῆς ἀπαγορεύει νά ἀποδεχθεῖ τή χρήση τοῦ ὀνόματος «Μακεδονία» ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλον, ἀποφάσισε στή συνεδρία της τῆς 9ης Ἰανουαρίου τ.ἔ., νά ἐπισημάνει τόν κίνδυνο τῆς πιθανότητας μετακυλίσεως τοῦ προβλήματος τῆς ὀνομασίας τοῦ γειτονικοῦ Κράτους, ἀπό τό πολιτικό στό ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο καί τήν ἐπιβίωση ἑνός ἰδιότυπου ἀλυτρωτισμοῦ στή γείτονα χώρα μέσῳ τοῦ τίτλου τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῶν Σκοπίων. Ἐν ὄψει αὐτοῦ, θερμῶς παρακαλοῦμε νά ληφθοῦν ὑπ’ ὄψη τά ἀνωτέρω, ὥστε στά πλαίσια τῆς συμφωνίας περί τοῦ ὀνόματος τοῦ Κράτους τῶν Σκοπίων, νά ὑπάρξει μέριμνα καί γιά τήν ἀντίστοιχη ὀνομασία τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τόν τίτλο τῆς ὁποίας πρέπει νά ἀπαληφθεῖ ὁ ὅρος «Μακεδονία» καί τά παράγωγά του.
Γνωρίζοντας τό σεβασμό καί τήν εὐαισθησία Σας γιά τά θέματα τῆς Ἐκκλησίας μας καί βέβαιοι γιά τήν εὐμενῆ ἐξέταση τῆς κατά τά ἀνωτέρω ἐπισημάνσεως, εὐχόμαστε τήν Εὐλογία τοῦ Θεοῦ στά ἀγαθά Σας ἔργα καί εἰδικότερα, ἐπιτυχία στό ἐγχείρημα πού ἀναλάβατε, τῆς ἐξομαλύνσεως καί ἀμβλύνσεως τῶν ὑφισταμένων χρονίων διαφορῶν στό ζήτημα τῶν Σκοπίων καί διατελοῦμε μετ’ Εὐχῶν καί Τιμῆς.
† Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
φωτογραφία αρχείου: Χρήστος Μπόνης