Ο κ. Οικονόμου επεσήμανε ότι «η Τουρκία βρίσκεται, εδώ και πάρα πολύ καιρό, σε μία τροχιά διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, της Ιστορίας, των Συνθηκών και του Διεθνούς Δικαίου, με όλους τους τρόπους. Με ρητορική προκλητική, με ανυπόστατους ισχυρισμούς, επιμένει σ’ αυτή την τακτική, η οποία αναδεικνύεται στην πραγματικότητα πόσο αδιέξοδη είναι». Συμπλήρωσε πως η στάση που τηρεί στον αντίποδα η ελληνική πλευρά «μας έχει οδηγήσει στο να έχουμε πετύχει τη διεύρυνση της απήχησής μας και όλος ο κόσμος να γνωρίζει αφενός ότι η Ελλάδα είναι παράγοντας σταθερότητας και λύσης στα γεωπολιτικά ζητήματα -που αντιμετωπίζει, όχι μόνον η περιοχή μας, αλλά και η Ευρώπη γενικότερα- και αφετέρου ότι η Τουρκία είναι παράγοντας του προβλήματος, βρίσκεται μακριά από το σεβασμό των υποχρεώσεων που πρέπει να έχει ως χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, μακριά από το σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών.
Η Ελλάδα δεν φοβάται τίποτα. Οφείλει να μετρά σωστά τις εξελίξεις, να ζυγίζει σωστά τις αντιδράσεις της απέναντι πλευράς, τη διαρκή και κλιμακούμενη προκλητικότητα σε επίπεδο ρητορικής, να παρατηρεί τι γίνεται στο πεδίο. Οφείλουμε να είμαστε σε εγρήγορση, να έχουμε κατά νου ότι απέναντί μας έχουμε μια δύναμη που μας απειλεί διαρκώς, που έχει ανοιχτό casus belli έναντι της χώρας, που συμπεριφέρεται με τρόπο, που αγνοεί το Διεθνές Δίκαιο. Η Ελλάδα είναι μία χώρα με ισχυρή αυτοπεποίθηση, η οποία δεν στηρίζεται στα λόγια. Στηρίζεται σε μία συγκροτημένη πολιτική που έχει ενισχύσει πάρα πολύ τη διεθνή θέση της τα τελευταία χρόνια, που έχει φέρει τους συμμάχους πολύ κοντά στο πλευρό μας, με συμφωνίες, συμμαχίες, θέσεις οι οποίες είναι γνωστές παντού και με μια πολιτική συνεχούς ενίσχυσης της αποτρεπτικής μας ικανότητας, ενδυνάμωσης των Ενόπλων Δυνάμεων, που συνιστούν στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης από την πρώτη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έγινε πρωθυπουργός. Με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, πάντοτε είμαστε έτοιμοι ν’ απαντήσουμε σε κάθε πρόκληση, εφόσον χρειαστεί».
Ο κ. Οικονόμου είπε ακόμη πως εάν ο κ. Ερντογάν βρεθεί στην Πράγα, στον ίδιο χώρο γύρω από το ίδιο τραπέζι, μαζί με όλους τους Ευρωπαίους ηγέτες, είναι βέβαιο ότι εκεί θα κληθεί να απαντήσει στα προσχήματα που βάζει έναντι της χώρας. Επανέλαβε πως «η Ελλάδα, όπως έχει πει και πολλές φορές ο πρωθυπουργός, είναι πάντοτε ανοιχτή στο διάλογο. Όπως επίσης έχει πει και έχει ξεκαθαρίσει ο πρωθυπουργός -τελευταία από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, απευθυνόμενος και στους Τούρκους πολίτες- είναι μια χώρα που δεν μπορεί κανείς να την αναδείξει ως εχθρό, ως πρόβλημα του τουρκικού λαού. Εμείς με νηφαλιότητα και ανυποχώρητα είμαστε εδώ για να υπερασπιζόμαστε την εθνική μας κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, όπως είναι κατοχυρωμένα από Διεθνείς Συμβάσεις, όπως απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και από την άλλη να δούμε, πώς μαζί με την Τουρκία μπορούμε ν’ αντιμετωπίσουμε κοινές προκλήσεις προς όφελος της σταθερότητας στην περιοχή, αλλά και των δύο λαών».
Πρόσθεσε επίσης πως «η τελευταία εξέλιξη με τον κ. Μενέντεζ αλλά και μια σειρά από δηλώσεις αξιωματούχων και της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ δείχνουν ότι όσο η Τουρκία επιμένει να προκαλεί, να απειλεί, να κινείται εκτός του πλαισίου δικαίου και του κεκτημένου που ο κόσμος εξασφάλισε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τόσο δεν θα καταφέρνει να γίνεται αποδεκτή σε ένα πλαίσιο που διέπει τις διεθνείς σχέσεις, είτε αυτό έχει να κάνει με τους εξοπλισμούς, είτε έχει να κάνει με τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε έχει να κάνει με τις σχέσεις με το Δυτικό κόσμο γενικότερα. Η Τουρκία οφείλει να αναγνωρίσει ότι πρέπει να σέβεται τους κανόνες, πρέπει να σέβεται το Διεθνές Δίκαιο. Δεν μπορεί να είσαι σύμμαχος μιας χώρας του ΝΑΤΟ και να την απειλείς με casus belli, δεν μπορείς να αμφισβητείς την κυριαρχία νησιών που το Διεθνές Δίκαιο και οι Συνθήκες δείχνουν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, δεν μπορείς να φθάνεις ν’ αμφισβητείς την κυριαρχία ελληνικού εδάφους. Όλα αυτά είναι απαράδεκτα για μια χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, που είναι -υποτίθεται- σύμμαχός μας. Είναι γενικά μη αποδεκτά, πολύ περισσότερο τώρα σε μία περίοδο που δοκιμάζεται η Ευρώπη και ο πλανήτης από τον αναθεωρητισμό και την εισβολή του Πούτιν στη Ρωσία. Είναι μη αποδεκτές θέσεις από το σύνολο της παγκόσμιας κοινής γνώμης, από το σύνολο των πολιτικών ηγεσιών του πλανήτη, από τους συμμάχους και τους εταίρους μας και σε κάθε περίπτωση, ούτε φοβίζουν, ούτε πανικοβάλλουν, ούτε τρομοκρατούν την Ελλάδα. Η Ελλάδα του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει βαρύνουσα πολιτική και επαρκέστατη αποτρεπτική ισχύ, η οποία κυρίως βασίζεται στην ενότητα του λαού μας ν’ απαντήσει στην οποιαδήποτε τουρκική πρόκληση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ούτε αρνήθηκε, ούτε φοβήθηκε το διάλογο και ούτε προσωποποιεί ποτέ τις πολιτικές διαφορές είτε στο εσωτερικό, είτε πολύ περισσότερο στη διεθνή σκηνή».
Όπως είχε τονίσει και ο πρωθυπουργός, ο κ. Οικονόμου επανέλαβε πως «η χώρα μας έχει πολύ καθαρή θέση απέναντι στις σχέσεις που πρέπει να έχει με την Τουρκία. Στις κόκκινες γραμμές είναι ανυποχώρητη σε ό,τι αφορά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και την εθνική μας κυριαρχία. Έχουμε πετύχει να μην παρασυρόμαστε σε αυτό τον κατήφορο, αυτή την υστερία της Τουρκίας το προηγούμενο διάστημα. Ούτε θα παρασυρθούμε τώρα, συνεχίζουμε σταθερά και ανυποχώρητα σε οτιδήποτε είναι εποικοδομητικό για τους δύο λαούς. Ούτε βήμα πίσω στα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Δεν μπαίνουμε στο πινγκ-πονγκ των υστερικών κατηγοριών και των ανυπόστατων ισχυρισμών που συνεχώς η τουρκική πλευρά διατυπώνει το τελευταίο διάστημα».
Οι ευρωπαϊκές χώρες υιοθετούν το σχέδιό μας
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ως προς τη στάση που τηρεί η χώρα μας για την ανάγκη αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης πως «θα συνεχίζουμε να επιμένουμε στην κατεύθυνση πολύ ουσιαστικής και αποτελεσματικής παρέμβασης από την πλευρά της ΕΕ. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ξεκινήσει από το Μάρτιο να ζητά ουσιαστικές παρεμβατικές πολιτικές. Ταυτόχρονα, η χώρα ξετυλίγει το δικό της εθνικό σχέδιο για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ακρίβειας. Ένα σχέδιο που τώρα σπεύδουν να υιοθετήσουν, η μια μετά την άλλη, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Ένα σχέδιο που έχει ως αποτέλεσμα ο Έλληνας καταναλωτής να πληρώνει την ηλεκτρική ενέργεια πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο πρωθυπουργός έχει πει ξεκάθαρα ότι το πρόβλημα είναι πανευρωπαϊκό και χρειάζεται νέα αντιμετώπιση. Καμία κυβέρνηση από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό. Θα επιμείνουμε στις θέσεις μας και στα άτυπα και στο τακτικό Συμβούλιο Κορυφής. Θα επιμείνουμε προς την ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις: Και στο πλαφόν και στην ενιαία προμήθεια και στην περαιτέρω αποσύνδεση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος από την τιμή του φυσικού αερίου. Εκεί έχουν γίνει κάποια βήματα, στα οποία η χώρα μας πιο έγκαιρα και πιο προωθημένα έχει κάνει βήματα προς την κατεύθυνση αυτή. Πρέπει να αντιληφθούν οι Ευρωπαίοι ότι είναι ανάγκη να τρέξουν πιο γρήγορα. Είναι αλήθεια ότι σε σχέση με το πώς αντέδρασε η Ευρώπη στην πανδημία, που αντέδρασε πολύ ουσιαστικά και ταχύτατα, με μια σειρά από μέτρα που μας βοήθησαν όλους να ανταπεξέλθουμε στις προκλήσεις εκείνες, τώρα στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, πηγαίνει πάρα πολύ αργά. Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο και για καθυστέρηση. Πρέπει άμεσα να παρθούν αποφάσεις προς την κατεύθυνση που εμείς ήδη, από τον περασμένο Μάρτιο, έχουμε δείξει».
Υπογράμμισε πως σε κάθε περίπτωση, «δεν θα σταματήσουμε με επιχειρήματα να προσπαθούμε να πείσουμε τους εταίρους μας ότι οφείλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να σταθεί στο πλευρό των λαών, στο πλευρό των εθνικών κυβερνήσεων, για να αντιμετωπίσουμε τα πολύ δύσκολα που έχουμε μπροστά μας. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνειδητοποιούν ότι και αρκετός χρόνος χάθηκε και ότι δεν υπάρχει περαιτέρω χρόνος για καθυστέρηση».
Χρειάζονται περισσότερα φίλτρα εξασφάλισης για νόμιμες επισυνδέσεις
«Ο,τιδήποτε ζητήθηκε από τα κόμματα να γίνει σε επίπεδο θεσμικό -και οτιδήποτε ζητηθεί και στο μέλλον να γίνει σε επίπεδο θεσμικό- στην κατεύθυνση της ουσίας ώστε να μη μείνει καμιά σκιά σε αυτή την υπόθεση, η κυβέρνηση όχι μόνο δεν το αρνήθηκε, αντίθετα ήταν επιταχυντής», είπε ο κ. Οικονόμου.
Επισημαίνοντας πως μέσα από τη διαδικασία της Εξεταστικής αναζητούνται και προτάσεις, τόνισε ότι «η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί πως θα κινηθεί προς την κατεύθυνση αυτή, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουμε χρόνιες παθογένειες και αδυναμίες αυτού του πλαισίου. Ενός πλαισίου ευαίσθητου, που πρέπει κανείς να τηρεί μια ισορροπία ανάμεσα στο ρόλο των υπηρεσιών ασφαλείας, αλλά και την ανάγκη σεβασμού θεμελιωδών δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών, έτσι ώστε να μην ξαναβρεθούμε απέναντι σε τέτοιου είδους περιστατικά, τα οποία χαρακτηρίζονται από μια ιδιαιτερότητα. Χρειάζονται περισσότερα φίλτρα εξασφάλισης για νόμιμες επισυνδέσεις, κυρίως όταν πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα. Χρειάζονται, ενδεχομένως, παρεμβάσεις που θα θεραπεύσουν αρκετές από αυτές τις διαχρονικές παθογένειες και αδυναμίες. Από την άλλη όμως χρειάζεται και να διαφυλάξουμε τη δυνατότητα των υπηρεσιών ασφαλείας να διαδραματίζουν το ρόλο τους. Όταν ολοκληρωθεί η κατάθεση των προτάσεων και ξεκινήσει ο διάλογος για τη νομοθετική πρωτοβουλία που θα φέρει η κυβέρνηση, όλα θα αξιολογηθούν και θα ζυγιστούν στην ανάγκη του να τηρήσουμε και να προστατεύσουμε καλύτερα μια πολύ ευαίσθητη ισορροπία».
Δεν μιλάμε ούτε για κυβέρνηση με παρωπίδες, ούτε για μια κυβέρνηση που θα ζητά κομματικά διαβατήρια
Αναφορικά με την προοπτική των εκλογών, ο κ. Οικονόμου επεσήμανε πως «σε περιβάλλον ενισχυμένης αναλογικής η Νέα Δημοκρατία δεν θα χρειαστεί κανένα άλλο πολιτικό κόμμα για να κυβερνήσει. Δεν υπάρχει κάποια ένδειξη αυτή τη στιγμή, που να δείχνει ότι σε περιβάλλον ενισχυμένης αναλογικής, η Νέα Δημοκρατία δεν θα εξασφαλίσει την αυτοδυναμία. Προσοχή όμως: Όταν μιλάμε για αυτοδυναμία και για κυβέρνηση ισχυρής πλειοψηφίας της Νέας Δημοκρατίας, δεν μιλάμε ούτε για μια κυβέρνηση με παρωπίδες, ούτε για μια κυβέρνηση που θα ζητά κομματικά διαβατήρια. Έχουμε δείξει ότι μπορούμε να ενσωματώνουμε, μπορούμε να αξιοποιούμε ανθρώπους και απόψεις, που δεν προέρχονται από το στενό κομματικό μας χώρο. Αυτό είναι το υπόδειγμα διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη από το 2019 μέχρι σήμερα. Αυτό θα είναι και την επόμενη μέρα, όταν ο κόσμος μας δώσει ισχυρή εντολή για αυτοδύναμη κυβέρνηση».
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ