Με ευλάβεια, ιεροπρέπεια και εν πληθούση Εκκλησία ετελέσθη και εφέτος στην Σύμη η εορτή της «εν πυρίνω άρματι εις ουρανούς αναβάσεως του Προφήτου Ηλιού του Θεσβίτου», στα δύο ομώνυμα Ιερά του Σεβάσματα.
Το εσπέρας της παραμονής, Τρίτης 19η Ιουλίου 2022, ο Μητροπολίτης Σύμης κ. Χρυσόστομος, χοροστάτησε του Μεγάλου πανηγυρικού Εσπερινού, στον Προφήτη Ηλία του «Ανηφόρου, συμπαραστατούμενος από τον π. Φιλόθεο Κάλφα και τον Διάκονο π. Γεώργιο Κακακιό, το δε ι. αναλόγιο διακόνησε ο Ιεροψάλτης κ. Χαράλαμπος Κατσιμπρής.
Προ της απολύσεως και αφού ευλογήθηκαν οι προσφερόμενοι άρτοι, ο Μητροπολίτης λαμβάνοντας αφορμή από τα μακροσκελή αναγνώσματα της Ακολουθίας, ομίλησε διδακτικότατα για την μεγάλη αυτή μορφή της Παλαιάς Διαθήκης, την ακλόνητη πίστη και αγάπη που έτρεφε στον αληθινό Θεό, τον πνευματικό του ζήλο, καθώς και για την επανεμφάνισή του στους εσχάτους καιρούς, προς επιστηριγμόν των πιστών και ενίσχυση της Εκκλησίας.
Μετά το πέρας της εσπερινής ακολουθίας, οι συμμετέχοντες πιστοί δέχθηκαν την πατροπαράδοτη φιλοξενία της οικογενείας των ευλαβών Επιστατών του γραφικού Ναϋδρίου, καθισμένοι στα πέτρινα πεζούλια του περιβόλου με απαράμιλλη θέα τον γραφικό όρμο του Πανορμίτη.
Την επομένη κυριώνυμη ημέρα της εορτής, Τετάρτη 20η Ιουλίου, ο Μητροπολίτης κ. Χρυσόστομος χοροστάτησε του Όρθρου και τέλεσε την Θεία Λειτουργία, στην παλαίφατη Ι. Μονή του Προφήτου Ηλιού «Βίγλας», κατά την Συμαική ντοπιολαλιά στον «Αι Νουλιά», που βρίσκεται σκαρφαλωμένη στην απότομη πλαγιά του ομώνυμου βουνού, πάνω από τον οικισμό της Άνω Χώρας της Σύμης. Συλλειτουργοί του ήσαν ο π. Στέφανος Μακρής και ο Διάκονος π. Γεώργιος Κακακιός, ενώ το Ι. αναλόγιο διακόνησαν οι Ιεροψάλτες κ. Δημοσθένης και Μερκούριος Γιανναράς και κ. Αναστάσιος Μπαλής.
Ο Μητροπολίτης κύρηξε τον θείο λόγο, αναφερόμενος στην μορφή του εορταζομένου Προφήτου Ηλία, ο οποίος καίτοι «μονώτατος» στην θάλασσα της ποικιλώνυμης ειδωλολατρείας και αποστασίας της εποχής του, έζησε και επολιτεύθη ευσεβώς σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, επικαλούμενος τέλος τις θεόδεκτες πρεσβείες του και εκζητών δι’ όλους, έστω και, ψήγματα του θείου ζήλου ο οποίος τον διέκρινε.
Ομοίως μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, οι εκκλησιασθέντες πιστοί δέχθηκαν την πλούσια φιλοξενία με τα πατροπαράδοτα κεράσματα της οικογενείας των ευλαβών Επιστατών της παλαίφατης αυτής Μονής, προκειμένου η πνευματική χαρά της λειτουργικής συνάξεως να επισφραγισθεί και με την χαρά της διαπροσωπικής επαφής και επικοινωνίας των ανθρώπων.
Σημειώνεται ότι η Ι. αυτή Μονή ανηγέρθη το έτος 1722 από τον Ηγούμενο Ματθαίο, έναν οσιακής βιωτής κληρικό, ο οποίος μερίμνησε προκειμένου να αγιογραφηθεί και το Καθολικό του Προφήτου Ηλία, μετά την αποπεράτωση, με ιδιαίτερο μάλιστα εικονογραφικό πρόγραμμα στο οποίο περιλαμβάνονται χαρακτηριστικές σκηνές από την πολυκύμαντη ζωή του μεγάλου αυτού Προφήτου. Εντός του περιβόλου της Μονής υπάρχει και δεύτερος κατάγραφος Ναός, αυτός της Υπαπαντής του Σωτήρος, κτίσμα του έτους 1728, με κτίτορα τον ίδιο Ηγούμενο, Παρεκκλήσιο της Αγίας Άννης, καθώς και τα Κελλιά των Μοναχών, που ζούσαν εκεί μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνος.
Σύμφωνα δε με τις υπάρχουσες ιστορικές μαρτυρίες, στα χρόνια της σκλαβιάς οι Πατέρες της Μονής είχαν αναπτύξει αξιοσημείωτο εθνικό και πνευματικό έργο, αφού συντηρούσαν πλούσια βιβλιοθήκη και συνέδραμαν έμπρακτα στην λειτουργία της παρακείμενης Σχολής της Αγίας Μαρίνας, η οποία απέβη πνευματικός φάρος γνώσεως για την νεότητα της Σύμης και των γειτονικών Νήσων.