Την 29η Ὀκτωβρίου 2023, Κυριακή Ζ΄ Λουκᾶ, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Σύμης κ. Χρυσόστομος σύμφωνα μέ τό ἀνακοινωθέν πρόγραμμά του, χοροστάτησε στόν Ὄρθρο καί τέλεσε τήν Θ. Λειτουργία στόν γραφικό Ἱ. Ἐνοριακό Ναό Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου «Ἐλεημονητρίας», εὑρύτερα γνωστόν ὡς Παναγία Λεμονίτισσα, μέ συλλειτουργούς του τόν Ἐφημέριο π. Φιλόθεο Κάλφα, τόν π. Γεώργιο Κακακιό καί τόν Διάκονο π. Παῦλο Τερεζάκη, ἐνῶ τό ἱ. Ἀναλόγιο διακόνησαν οἱ Ἱεροψάλτες κ. Ἐλευθέριος Ξηράκης καί κ. Ἀναστάσιος Μπαλής.
Ὁ Σεβασμιώτατος δραττόμενος τῆς εὐλογημένης αὐτῆς εὐκαιρίας, ὁμίλησε πρός τούς ἐκκλησιαζομένους πιστούς, λαμβάνοντας ἀφορμή ἀπό τή σημερινή εὐαγγελική παραβολή τῆς ἀναστάσεως τῆς Κόρης τοῦ Ἰαείρου καί τήν θεραπεία τῆς Αἱμορροούσης, γεγονότα τά ὁποῖα σύμφωνα μέ τόν Εὐαγγελιστῆ Λουκᾶ ἔχουν ὡς ἑξῆς:
«Ἐκεῖνο τόν καιρό ἕνας ἄνθρωπος πού τόν ἔλεγαν Ἰάειρο καί ἦταν προϊστάμενος τῆς συναγωγῆς, πλησίασε τόν Ἰησοῦ, ἔπεσε στά πόδια του καί τόν παρακαλοῦσε νά εἰσέλθει στό σπίτι του, γιατί εἶχε μία μοναχοκόρη περίπου δώδεκα ἐτῶν πού ἦταν ἑτοιμοθάνατη.
Ὅπως πήγαινε στήν οἰκία ὁ Ἰησοῦς, Τόν ἀκολουθοῦσε πολύς κόσμος πού τόν συνέθλιβε. Καί μέσα στόν ὄχλο μία γυναῖκα πού εἶχε αἱμορραγία ἐδῶ καί δώδεκα χρόνια καί εἶχε ξοδέψει ὅλη της τήν περιουσία σέ γιατρούς καί ἀπό κανένα δέν εἶδε γιατρειά, πλησίασε τόν Κύριο καί ἄγγιξε τήν ἄκρη ἀπό τό ροῦχο Του καί ἀμέσως σταμάτησε ἡ αἱμορραγία της. Καί εἶπε ὁ Ἰησοῦς, ποιός μέ ἄγγιξε; Καί ἐνῷ ὅλοι ἀρνιοῦνταν, εἶπε ὁ Πέτρος καί ἐκεῖνοι πού ἦταν μαζί του: Κύριε, ὁ κόσμος σέ συμπιέζει καί ὅλοι πέφτουν ἐπάνω σου καί σύ λές, ποιός μέ ἄγγιξε; Καί ὁ Ἰησοῦς εἶπε: Κάποιος μέ ἄγγιξε, γιατί κατάλαβα πώς βγῆκε δύναμη ἀπό πάνω μου.
Καί ὅταν ἡ γυναῖκα εἶδε πώς δέν μπόρεσε νά Τοῦ κρυφτεῖ, ἦλθε τρέμοντας, γονάτισε ἐμπρός Του καί Τοῦ ἐξομολογήθηκε μπροστά σ’ ὅλο τόν κόσμο γιά ποιόν λόγο Τόν ἄγγιξε καί πώς θεραπεύτηκε ἀμέσως. Καί ὁ Ἰησοῦς τῆς εἶπε: Ἔχε θάρρος κόρη μου, ἡ πίστη σου σέ ἔσωσε, πήγαινε στό καλό.Ἐνῷ ἀκόμα μιλοῦσε, ἔρχεται κάποιος ἀπό τό σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου καί τοῦ λέγει: Πέθανε ἡ θυγατέρα σου, μήν ἐνοχλεῖς τόν Διδάσκαλο. Καί ὁ Ἰησοῦς πού τό ἄκουσε ἀποκρίθηκε στόν ἀρχισυνάγωγο καί τοῦ λέγει: Μή φοβᾶσαι, μόνο νά πιστεύεις καί θά σωθεῖ. Καί ὅταν μπῆκε στό σπίτι δέν ἄφησε νά μπεῖ κανένας, παρά μόνο ὁ Πέτρος καί ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης καί ὁ πατέρας τοῦ κοριτσιοῦ καί ἡ μητέρα. Ἔκλαιγαν ὅλοι καί θρηνοῦσαν τό παιδί. Καί ἐκεῖνος τούς εἶπε- Μήν κλαῖτε- δέν πέθανε, ἀλλά κοιμᾶται. Καί τόν περιγελοῦσαν, γιατί ἤξεραν πώς πέθανε. Καί ὁ Ἰησοῦς ἀφοῦ τούς ἔβγαλε ὅλους ἔξω, κράτησε ἀπό τό χέρι τό κορίτσι, τοῦ μίλησε καί τοῦ εἶπε: Παιδί μου, σήκω. Καί ξαναγύρισε τό πνεῦμα τοῦ παιδιοῦ καί ἀναστήθηκε ἀμέσως καί ὁ Ἰησοῦς ἔδωσε ἐντολή νά τοῦ δώσουν νά φάει. Οἱ γονεῖς της τά ἔχασαν καί ὁ Ἰησοῦς τούς παράγγειλε νά μήν ποῦν σέ κανέναν αὐτό πού συνέβη».
Μετά τήν ἀπόλυση τῆς Θ. Λειτουργίας, τό ἐκκλησιαστικό συμβούλιο εἶχε μεριμνήσει γιά τήν προσφορά καφέ καί λοιπῶν παραδοσιακῶν κερασμάτων, τά ὁποῖα οἱ ἐκκλησιασθέντες ἀπόλαυσαν καθήμενοι μετά τοῦ Ποιμενάρχου τους καί τῶν κληρικῶν, κάτω ἀπό τά εὐσκιόφυλλα δέντρα τοῦ περιβόλου τοῦ Ναοῦ, ἔχοντας θέα τόν γραφικό λιμένα τῆς Σύμης.