Η Ιερά Μονή Ξενοφώντος είναι κτισμένη δίπλα στη θάλασσα, σ᾿ ένα ομαλό ύψωμα, ανάμεσα στις μονές Αγίου Παντελεήμονος και Δοχειαρίου.
Πήρε τ᾿ όνομα του Ιδρυτή της, του Οσίου Ξενοφώντος, για τον οποίο γίνεται αναφορά στη βιογραφία του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου και ο οποίος ίδρυσε τη Μονή τον 10ο αιώνα (λίγο πριν το 998), με σιγίλιο του Πατριάρχη Γαβριήλ Δ’ . Η Μονή, από το 1784 έως σήμερα, λειτουργεί ως κοινοβιακή. Και τα δυο Καθολικά της είναι αφιερωμένα στον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο και πανηγυρίζει κάθε χρόνο στις 23 Απριλίου (με το παλαιό εορτολόγιο)
Η Μονή από της ιδρύσεώς της έως την Άλωση της Πόλης, στα 1453, πέρασε μια περίοδο ακμής. Ήταν η περίοδος που έγινε ανακαίνιση, διεύρυνση των κτισμάτων της και παραχωρήθηκαν σε αυτήν πολλά μετόχια, εντός και εκτός του Αγίου Όρους. Αργότερα, αλλεπάλληλες επιδρομές και πυρκαγιές είχαν ως αποτέλεσμα η Μονή να καταστραφεί μερικώς και σταδιακά να παρακμάσει, παρά τις φιλότιμες και αξιέπαινες προσπάθειες πολλών φωτεινών μορφών και καθηγουμένων της. Εκείνη την περίοδο, η συνδρομή των ηγεμόνων των παραδουνάβιων χωρών, με τις ανακαινίσεις και επανορθώσεις τους, ήταν καθοριστική.
Τελευταία μεγάλη πυρκαγιά (1817) κατέστρεψε ένα μεγάλο μέρος της Μονής και πολλά παλαιά έγγραφά της. Η ανοικοδόμησή της, αυτή τη φορά, οφείλεται στον μητροπολίτη πρώην Σαμακόβου Φιλόθεο, ο οποίος αποσύρθηκε από τις επισκοπικές του δραστηριότητες και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ως μοναχός στη Μονή.
Το νέο καθολικό που συναντά σήμερα ο επισκέπτης προσκυνητής κτίστηκε μεταξύ των ετών 1809-1819 και βρίσκεται στο βορεινό μέρος της αυλής. Με μαρμάρινο τέμπλο, μεγαλοπρεπέστατο και επιβλητικό, το καθολικό είναι σήμερα το μεγαλύτερο ελληνικό καθολικό στο Άγιον Όρος. Ασφαλώς, μικρότερο βέβαια, αλλά εξίσου επιβλητικό, σώζεται και το παλαιό καθολικό της Μονής, με σπάνιο ξυλόγλυπτο τέμπλο και όμορφες τοιχογραφίες, έργο του Κρητικού ζωγράφου Αντωνίου (1544).
Στο δεξιό μέρος του Ιερού Βήματος, στο παλαιό καθολικό, υπάρχει το παρεκκλήσι του Αγίου Δημητρίου, το οποίο είναι το αρχαιότερο κτίσμα του μοναστηριού.
Η σχετικά μεγάλη αυλή της Μονής, τα 19 παρεκκλήσια, εντός και εκτός αυτής, η τράπεζα, με τοιχογραφίες του 16ου αιώνα, η φιάλη του αγιασμού, δίπλα στο νέο καθολικό, το κωδωνοστάσιο (1814) είναι μερικές από τις όμορφες εικόνες που θαυμάζει ο προσκυνητής και οι οποίες δεσπόζουν επιβλητικά στο χώρο.
Η Μονή διαθέτει και μια ενδιαφέρουσα βιβλιοθήκη, καλά οργανωμένη και στεγασμένη στη νοτιοδυτική πλευρά της. Ξεχωρίζουν 600 περίπου χειρόγραφα, εκ των οποίων 8 είναι περγαμηνά. Ειλητάρια, σφραγίδες από την τουρκική κατοχή, έγγραφα και περισσότερα από 7.500 έντυπα βιβλία διασώζονται.
Εντός του νέου καθολικού φυλάσσονται οι δύο μεγάλες ψηφιδωτές εικόνες, κειμήλια της Μονής, των Αγίων Μεγαλομαρτύρων Γεωργίου και Δημητρίου. Ακόμη, φυλάσσονται τεμάχιο Τιμίου Ξύλου, πολλά και διάφορα λείψανα Αγίων, εκκλησιαστικά σκεύη, ιερά άμφια κ.ά.
Στη μονή Ξενοφώντος υπάγεται και η σκήτη του Ευαγγελισμού, στα ανατολικά της μονής και σε απόσταση μιας ώρας. Η Σκήτη είναι ιδιόρρυθμη, ελληνική και ιδρύθηκε στα 1760 από τον Ιερομόναχο Σίλβεστρο και τους μοναχούς Αγάπιο και Εφραίμ. Το Κυριακό της είναι σύγχρονο, και σήμερα μονάζουν εκεί ελάχιστοι μοναχοί, καθώς οι περισσότερες από τις 22 καλύβες της είναι έρημες και ακατοίκητες.