Dogma

Η ορθόδοξη πίστη στο επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας των Ευρωεκλογών

Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης, στην "Κιβωτό της Ορθοδοξίας"

Διανύουμε τις τρεις τελευταίες εβδομάδες της προεκλογικής εκστρατείας των Ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου τ.έ. και τα παραδοσιακά κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης επαναφέρουν στο προσκήνιο την συζήτηση για την νομιμοποίηση του γάμου μεταξύ ομοφύλων ζευγαριών. Η  επαναφορά του θέματος αυτού στην προεκλογική εκστρατεία συνοδεύεται από τον καταλογισμό της πολιτικής ευθύνης στην Κυβέρνηση για την θέσπιση του εν λόγω νομοθετικού εξαμβλώματος, διότι αυτή είχε την πρωτοβουλία της σχετικής νομοθετικής πρότασης, η προώθηση της οποίας στο Κοινοβούλιο προς ψήφιση είχε δύο πολύ σημαντικά αρνητικά αποτελέσματα: Αφ’ ενός μεν δίχασε βαθειά, άνευ αποχρώντος λόγου, την κοινοβουλευτική ομάδα της Κυβερνήσεως και κατ’ επέκταση την παράταξη, από την οποία αυτή προέρχεται, αφ’ ετέρου δε εξεδήλωσε περιφρόνηση προς την θρησκευτική πίστη της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, που σέβεται και ακολουθεί τον παραδοσιακό γάμο. Το ολίσθημα αυτό της Κυβέρνησης ήταν αναμενόμενο να το εκμεταλλευθούν πολιτικά προς δικό τους όφελος τα παραδοσιακά κόμματα. Ορισμένα μάλιστα καθ’ υπερβολήν λόγου, όταν μεσούσης της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής είχαν συστήσει σε Βουλετές της κυβερνητικής παράταξης, που είχαν ψηφίσει τον νόμο για τον γάμο των ομοφύλων, να μη προσέλθουν στις Εκκλησίες, για να συμμετάσχουν στις σχετικές Ακολουθίες υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι υπήρχε κίνδυνος να δημιουργηθούν επεισόδια σε βάρος τους! Είχε επισημανθεί εγκαίρως από πολλούς, μεταξύ άλλων και από τον γράφοντα, στον Πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη να υπαναχωρήσει από το απερίσκεπτο εγχείρημά του, διότι η άνευ λόγου υλοποίησή του θα έχει μεγάλο πολιτικό κόστος για τον ίδιο και την παράταξή του, δεδομένου ότι εκείνοι που τού έδωσαν την εντολή να κυβερνήσει την χώρα δεν ήσαν διατεθειμένοι να υποστηρίξουν τις εμμονές του, με τις οποίες επιχειρούσε να διεμβολίσει παραδοσιακούς θεσμούς, όπως είναι ο γάμος με βαθειές ρίζες στην ελληνική κοινωνία.

Η Κυβέρνηση αδιαφόρησε προκλητικά για τις προειδοποιήσεις αυτές και προχώρησε στην νομιμοποίηση του γάμου των ομοφύλων. Βλέποντας όμως τώρα ο κ. Μητσοτάκης από τις σχετικές δημοσκοπήσεις ότι κινδυνεύει να χάσει ένα σημαντικό ποσοστό της εκλογικής του δύναμης θορυβήθηκε, όπως ήταν φυσικό, και επιχείρησε να «ρετουσάρει» το πολιτικό «τοπίο» με εσφαλμένο πάλι τρόπο. Αντί να σπεύσει να αναγνωρίσει το λάθος του και να δεσμευθεί ότι θα φροντίσει να το διορθώσει άμεσα καταθέτοντας νομοθετική πρόταση για την ακύρωση του ψηφισθέντος από την Κυβέρνησή του επαίσχυντου νόμου (σημειώνω εδώ εν παρενθέσει ότι το φαινόμενο αυτό της ακύρωσης ψηφισθέντων νόμων είναι σύνηθες στην κοινοβουλευτική  πρακτική), προσπέρασε το θέμα, σαν να μη είχε συμβεί τίποτε, και άρχισε να «βομβαρδίζει» πάλι την κοινή γνώμη με την ανιαρή και φλύαρη επιχειρηματολογία του περί της ανάγκης να έχει η Ελλάδα ισχυρή παρουσία στην Ευρώπη δια της υπερψηφίσεως ασφαλώς των κυβερνητικών υποψηφίων Ευρωβουλευτών. Πριν από την ικανοποίηση όμως αυτής της ανάγκης προέχει η ικανοποίηση της άλλης ανάγκης: Να διατηρήσει δηλ. η Ελλάδα τον παραδοσιακό της χαρακτήρα μέσα από την διατήρηση και την προάσπιση των παραδοσιακών της θεσμών, όπως είναι πρωτίστως ο θεσμός του γάμου. Χωρίς την ικανοποίηση αυτής της πρωταρχικής ανάγκης δεν μπορείς να φιλοδοξείς να έχεις ισχυρή παρουσία στην Ευρώπη που να απηχεί τον δικό σου εθνικό λόγο μέσα στην αλλοτριωμένη σήμερα Ευρώπη.

Πέραν αυτού όμως εκείνο που εντυπωσιάζει στην κυβερνητική επιχειρηματολογία, με την οποία επιχειρείται να  εξουδετερωθεί η επίκληση εκ μέρους των παραδοσιακών κομμάτων της ελάσσονος αντιπολίτευσης της θρησκευτικής πίστης των Ελλήνων ως στοιχείου απολύτως συνυφασμένου με το θεσμό του γάμου, είναι η αναφορά της στην έλλειψη «χριστιανόμετρου», για να μπορούμε να μετρούμε με αυτό την πίστη των πολιτών. Η αναφορά αυτή της Κυβέρνησης, εκτός από απλουστευτική είναι επί πλέον και άστοχη. Διότι μπορεί να μη υπάρχει πράγματι «χριστιανόμετο», ένα εμπειρικό δηλ. όργανο, που το χρησιμοποιούμε, για να ευρίσκουμε με ακρίβεια την πίστη του καθενός στον Χριστό, όταν την επικαλείται, υπάρχει όμως ο λόγος του ίδιου του Ναζωραίου, που αποτελεί «οδοδείκτη» για την πορεία του καθενός στους κόλπους της Χριστιανικής Διδασκαλίας, αλλά και μέτρο κρίσεως της συμπεριφοράς μας, που μάς επιτρέπει να διαπιστώνουμε στην συγκεκριμένη περίπτωση, κατά πόσον αυτή είναι σύμφωνη ή αντίθετη με την σχετική εντολή του Θεανθρώπου. Και εφ’ όσον ομιλούμε εδώ για τον γάμο, «χριστιανόμετρο» είναι όλα όσα μάς είπε ο Κύριος για αυτόν.

Ας ακούσει λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης, τί λέει ο Χριστός για τον γάμο, ώστε να  κρίνει, αν σεβάθηκε ή όχι την σχετική εντολή Του με την νομιμοποίηση του γάμου των ομοφύλων και ας αφήσει στην άκρη τα φτηνά λογοπαίγνια με το «χριστιανόμετρο» θέλοντας έτσι να απαξιώσει την στάση όλων εκείνων, που τού γυρίζουν την πλάτη στις Ευρωεκλογές κατηγορώντας τον για ασέβεια προς την θρησκευτική πίστη της συντριπτικής πλειοψηφίας του Ελληνικού Λαού, που αποτελεί θεμέλιο του παραδοσιακού γάμου. Όπως μάς διηγείται ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (κεφ. ιθ΄ 3 επ.), ο Χριστός ωμίλησε  για τον γάμο με αφορμή κάποιο ερώτημα, που Του έθεσαν οι Φαρισαίοι,  ενώ εκήρυτε στους όχλους. Τούς είπε λοιπόν: «Δεν έχετε διαβάσει τον Μωσαϊκό Νόμο, που λέει ότι ο Θεός έπλασε έτσι τους ανθρώπους, ώστε ο ένας να είναι άνδρας και ο άλλος γυναίκα»; Και συνέχισε: «Γι’ αυτό λοιπόν ο άνδρας πρέπει (όταν έλθει η ώρα) να εγκαταλείπει τον πατέρα του και την μητέρα του και να προσκολλάται στην γυναίκα του (που την νυμφεύεται), ώστε οι δύο να γίνονται πια μια σάρκα. Και όσους ένωσε ο Θεός με τα δεσμά του γάμου, να μη τούς χωρίζει κανένας άνθρωπος». Ιδού το κείμενο της σχετικής Ευαγγελικής Περικοπής, στο πρωτότυπο, που το ακούμε πάντα κατά την τελετή του γάμου, ώστε να δει ο κ. Μητσοτάκης ιδίοις όμμασιν την σχετική εντολή του Χριστού: «Ένεκεν τούτου καταλήψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και κολληθήσεται τη γυναικί αυτού και έσονται οι δύο εις σάρκα μιαν… ους ο Θεός συνέζευξεν άνθρωπος μη χωριίζέτω» (Ματθ, ιθ 5-6). Ο γάμος λοιπόν είναι ένας Θεο-ίδρυτος κοινωνικός θεσμός, που τον ευλόγησε ο Θεάνθρωπος Ιησούς, όχι μόνο με αυτά που είπε στους Φαρισαίους, κατά την προαναφερθείσα διήγηση του Ευαγγελιστού Ματθαίου, αλλά και με την παρουσία Του στον γάμο της Κανά, όπου κατά παράκληση της Υπεραγίας Μητέρας Του έκανε και το πρώτο Του Θαύμα μετατρέποντας σε οίνο το νερό. Από τα προαναφερθέντα, που τα επιβεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος στην σχετική Επιστολή του, η οποία διαβάζεται κατά την θρησκευτική τελετή του γάμου, γίνεται φανερό, γιατί ο γάμος είναι ένα από το επτά μυστήρια της Εκκλησίας.

Όποιος συνεπώς πιστεύει στον Χριστό, δεν μπορεί να έχει άλλη άποψη για τον γάμο, πέρα από αυτήν που μας προβάλλει ο ίδιος ο Ιησούς. Γάμος επομένως, σύμφωνα με την Χριστιανική Διδασκαλία, είναι μόνον η κατά φύσιν συμβίωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας και όχι η παρά φύσιν συνεύρεση δυο ανδρών ή δυο γυναικών. Η συνεύρεση αυτή μπορεί να έχει την ευλογία του κ. Μητσοτάκη, όχι όμως και του Χριστού Η αποδοκιμασία ως εκ τούτου του κ. Μητσοτάκη για την ασέβεια που έδειξε προς την σχετική εντολή του Χριστού είναι επιβεβλημένη, πολύ περισσότερο, όταν αυτός ουδεμία μεταμέλεια έδειξε σε σχέση με την ασέβειά του αυτή.