Dogma

Η θέση της γυναίκας στην ορθόδοξη λατρεία

Του Δημητρίου Λυκούδη, Θεολόγου, Δ/ντου Σύνταξης της εφημ. "Κιβωτός της Ορθοδοξίας"

Η χειροτονία γυναίκας διακόνισσας, τη Μ. Πέμπτη, στη μητρόπολη Ζιμπάμπουε, του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, αναμφισβήτητα, αποτέλεσε κίνηση και ενέργεια που δίχασε τον ορθόδοξο χριστιανικό κόσμο. Όχι ότι πριν η ενότητα ξεχείλιζε μεταξύ των Ορθοδόξων, κυρίως, όμως, τώρα, η χειροτονία αυτή στάθηκε η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, ώστε πολλοί να ξεκινήσουν να γράφουν για επικράτηση του οικουμενισμού, για «καινοτόμες» ενέργειες της «μεταπατερικής» θεολογίας και άλλα πολλά που μπερδεύουν τους πιστούς και δυσχεραίνουν το εν γένει ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας που είναι ο αγιασμός και η σωτηρία του ανθρώπου.

Ο θεσμός των διακονισσών υπήρχε στα πρώιμα χρόνια του Χριστιανισμού. Οι πρακτικές λειτουργικές ανάγκες της εποχής, μια περίοδο που ο Χριστιανισμός αμυδρά, αλλά σταθερά στερεώνεται, οδήγησαν τους Αποστολικούς Πατέρες να πάρουν την απόφαση, ώστε οι γυναίκες διακόνισσες να βοηθούν κυρίως στη βάπτιση των νέων κοριτσιών, μιας και ο νηπιοβαπτισμός δεν είχε ακόμη καθιερωθεί. Στην πάροδο των χρόνων ο θεσμός δεν ατόνησε απλώς, εχάθη, εκρύβη. Στα Βυζαντινά χρόνια, κυρίως στη μέση περίοδο (610 – 1057 μ.Χ.), οι όποιες μεμονωμένες προσπάθειες αναβίωσης του θεσμού απέβησαν άκαρπες, πριν ακόμη ξεκινήσουν. Για να φθάσουμε τον περασμένο αιώνα, ο άγιος Νεκτάριος στην Αίγινα και εντός και μόνο της Μονής, να προχωρήσει στη χρήση αυτού του θεσμού για τις λειτουργικές ανάγκες του μοναστηριού.

Ουδέποτε αλλού, σε καμία χρονική περίοδο, ουδείς εκ των Αρχιερέων και δη των Αγιοφόρων Πατέρων συζήτησε ή προέβη στην αναβίωση αυτού του θεσμού εντός της ορθοδόξου λατρείας. Διότι, απλούστατα, δεν συνέτρεχαν και ούτε σήμερα συντρέχουν λόγοι, ώστε να προχωρήσει η Εκκλησία σε μια τέτοια συζήτηση.

Οι πολλές και αναρίθμητες ποιμαντικές και λειτουργικές ανάγκες της Ιεραποστολής του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας δεν αποτελούν λόγο ώστε να προσχωρήσει η γυναίκα στη θεία λατρεία. Μπορεί ως λαϊκός, κάθε γυναίκα και σήμερα, ειδικά στην αφρικανική γη, να συνεισφέρει δραστικά στη βάπτιση ενηλίκων γυναικών, δε χρειάζεται να υπάρξει χειροτονία. Άλλωστε, στην ηπειρωτική και απομακρυσμένη νησιωτική χώρα μας, χωρίς υπερβολή, υπάρχουν κεντρικοί ναοί που λειτουργούν μια φορά στους δύο ή και τρεις μήνες. Τι πρέπει να γίνει και εκεί; Να εισχωρήσουν γυναίκες ένεκα των ποιμαντικών και λειτουργικών αναγκών, που πάντοτε υπήρχαν και θα υπάρχουν απανταχού;

Η Παναγία μας, όσα χρόνια έμεινε στα Ιεροσόλυμα, μετά την Ανάληψη του Χριστού, κατά την Παράδοση, κοινωνούσε καθημερινά από τα χέρια του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Ουδέποτε εισήλθε στο Άγιο Βήμα, ουδεπόποτε, αλλά ανέμενε τη σειρά της μετά των λοιπών γυναικών. Οι γυναίκες, άλλωστε, με περισσή δεξιοτεχνία, κάτι που εμφορείται από την ιδιαίτερη ευαισθησία που από φύσεως έχουν σε αυτά τα ζητήματα, συνδράμουν με τρόπο μοναδικό και αναντικατάστατο στο εν γένει φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας, το οποίο, άνευ της ουσιαστικής αρωγής των γυναικών, ενδεχομένως, να μην είχε σήμερα τέτοια ισχύ και δύναμη σήμερα.

Ταυτόχρονα, η αιφνίδια χειροτονία διακόνισσας στη μητρόπολη Ζιμπάμπουε, στην ουσία, καταλύει τη συνοχή της ευρύτερης εκκλησιαστικής ενότητας, μεταξύ των Ορθοδόξων Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, αλλά και εν τέλει, επιφέρει ουκ ολίγα προβλήματα και στο ίδιο το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Αλήθεια, μήπως με τη χειροτονία αυτή θα σταματήσουν ή θα εξαλειφθούν οι λειτουργικές ανάγκες του ποιμνίου στην Αφρική; Ποιοι μητροπολίτες θα ακολουθήσουν, αν ακολουθήσουν, αυτό το παράδειγμα και γιατί αύριο, αναρωτιέμαι, μπροστά στις ήδη υπάρχουσες ανάγκες, να μη μιλήσουμε ή και να προβούμε στη χειροτονία κληρικών γυναικών στο δεύτερο βαθμό της ιερωσύνης, δήθεν με την πρόφαση της κάλυψης μέρους των ποιμαντικών αναγκών;

Για ποια συνοχή και ενότητα της Εκκλησίας θα μιλήσουμε ή θα προσευχηθούμε αύριο όταν σε μια πιθανή πανορθόδοξη Σύνοδο, μεταξύ των Προέδρων και Ορθοδόξων Προκαθημένων, διακόνισσες ή και γυναίκες ιέρειες κατέχουν τη δική τους θέση μεταξύ των συνδαιτυμόνων;

Η Ορθόδοξη Εκκλησία, από τον 3ο μ.Χ. αιώνα και έπειτα, για λόγους ποιμαντικούς, δογματικούς, λειτουργικούς, ενωτικούς του Σώματος του Χριστού και του ποιμνίου, επέτρεψε ο θεσμός των διακονισσών να περιέλθει σε αχρηστία, τον έθεσε στο περιθώριο και έως σήμερα τον διακραττεί στην αφάνεια. Ας το σεβαστούμε όλοι, για χάρη της ενότητας της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού.

Πηγή: Εφημ. ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, 18-5-2024