Της Ιεράς Αγρυπνίας προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος κήρυξε και το θείο λόγο.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου:
«Οὐκέτι εἰμί ἄξιος κληθῆναι υἱός σου».
«Οὐκ εἰμί ἄξιος ἵνα λύσω αὐτοῦ τόν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος».
Κυριακή δευτέρα τοῦ Τριωδίου, Κυριακή τοῦ Ἀσώτου. Καί ἡ Κυριακή αὐτή συμπίπτει φέτος μέ τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μνημονεύει τῆς πρώτης καί δευτέρας εὑρέσεως τῆς κεφαλῆς τοῦ ἁγίου ἐνδόξου προφήτου, προδρόμου καί βαπτιστοῦ Ἰωάννου, καί τιμᾶ τόν Πρόδρομο τοῦ Κυρίου μας, τόν προστάτη καί ἔφορο τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Σκήτης.
Ἡ ἡμερολογιακή σύμπτωση τῆς ἑορτῆς τοῦ Προδρόμου μέ τήν Κυριακή τοῦ Ἀσώτου μᾶς δίδει μία ἐξαιρετική εὐκαιρία. Μᾶς δίδει τήν εὐκαιρία νά δοῦμε τίς δύο αὐτές προσωπικότητες πού προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας καί νά τίς ἀντιπαραβάλλουμε. Νά ἀκούσουμε τή φωνή τους καί νά διδαχθοῦμε ἀπό τήν ἐξομολόγησή τους.
Ὁ ἕνας, ὁ Ἄσωτος, ἀπαιτεῖ τό μερίδιο τῆς πατρικῆς περιουσίας καί ἐγκαταλείπει τήν πατρική οἰκία, γιά νά διασκεδάσει τή ζωή του σέ χώρα μακρινή, στή χώρα τῆς ἁμαρτίας, πού ἀποξενώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό. Δοκιμάζει τά πάντα, γεύεται τά πάντα, ἀπολαμβάνει τά πάντα, ἀλλά στερεῖται τήν ἀγάπη τοῦ πατέρα του καί ὅσα αὐτή τοῦ προσφέρει. Καί ἡ στέρηση αὐτή, πού τόν ὁδηγεῖ καί στή στέρηση ἀκόμη τῶν βασικῶν στοιχείων γιά τήν ἐπιβίωσή του, τόν ὁδηγεῖ συγχρόνως στή συναίσθηση τῶν λαθῶν του καί στή μετάνοια.
Ὁ ἄλλος, ὁ τίμιος Πρόδρομος, ἐγκαταλείπει καί αὐτός τήν πατρική οἰκία, ἀλλά ὄχι γιά νά σκορπίσει τόν νοῦ καί τή ψυχή του σέ ἁμαρτωλές διασκεδάσεις καί συναναστροφές, ὄχι γιά νά σπαταλήσει τόν πλοῦτο τῶν χαρισμάτων του καί νά ἐκδαπανήσει μάταια τόν χρόνο του, ἀλλά γιά νά διέλθει τή ζωή του μέ νηστεία, μέ ἄσκηση, μέ προσευχή, ὥστε νά προοδεύσει στήν ταπείνωση, στήν κάθαρση, στήν ἁγιότητα. Στερεῖται τά βασικά στοιχεῖα τῆς ζωῆς πού διαθέτει κάθε ἄνθρωπος, τήν τροφή, τά ἐνδύματα, τήν ἄνετη διαβίωση, ὄχι γιατί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ πατέρα, ὅπως ὁ ἄσωτος υἱός, ἀλλά γιατί ἐπέλεξε ἑκούσια νά τά στερηθεῖ γιά νά ζήσει πιό κοντά σέ Ἐκεῖνον, πού θυσίασε τά πάντα γιά μᾶς καί «ἐκένωσεν ἑαυτόν μορφήν δούλου λαβών».
Ὁ τίμιος Πρόδρομος καί ὁ ἄσωτος υἱός τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς ξεκινοῦν ἀπό τήν ἴδια ἀφετηρία ἀλλά διανύουν μία ἐντελῶς διαφορετική διαδρομή, στό τέλος τῆς ὁποίας ὁμολογοῦν καί οἱ δύο τήν ἀναξιότητά τους.
Ὁ Πρόδρομος ἔχει ἀπόλυτη συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἡ ὁποία σέ ὅποια μέτρα ἁγιότητος καί ἄν ἔχει φθάσει, διακρίνει τή διαφορά μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Γι᾽ αὐτό καί ἐξομολογεῖται: «Οὐκ εἰμί ἄξιος ἵνα λύσω αὐτοῦ τόν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος». Δέν εἶμαι ἄξιος νά λύσω οὔτε τά κορδόνια τῶν ὑποδημάτων του.
Ὁ ἄσωτος υἱός φθάνει στή συναίσθηση τῆς ἀναξιότητός του, ἀφοῦ ἔχει κυλισθεῖ προηγουμένως στόν βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας. Γι᾽ αὐτό ζητᾶ τή συγχώρηση τοῦ πατέρα του ὁμολογώντας, «οὐκέτι εἰμί ἄξιος κληθῆναι υἱός σου». Δέν εἶμαι ἄξιος νά ὀνομασθῶ υἱός σου.
Ὁ ἕνας, ὁ τίμιος Πρόδρομος, γίνεται κήρυκας τῆς μετανοίας, ὁ ἄλλος, ὁ ἄσωτος υἱός, παράδειγμα ἀληθοῦς μετανοίας, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι γιά νά μιμηθοῦμε τό παράδειγμά του, θά πρέπει νά ἀκολουθήσουμε καί τή διαδρομή του διά τῆς ἁμαρτίας.
Καί καθώς ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει σήμερα τίς δύο αὐτές μορφές, λίγες ἡμέρες πρίν νά εἰσέλθουμε στήν κατ᾽ ἐξοχήν περίοδο τῆς μετανοίας, στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μᾶς ὑπενθυμίζει τήν ἀνάγκη νά συναισθανθοῦμε τήν ἀναξιότητά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά δικαιώνουμε τόν ἑαυτό μας, σάν τόν πρεσβύτερο υἱό τῆς παραβολῆς.
Ἄς προσπαθήσουμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, νά ἀκολουθήσουμε τήν ὁδό πού μᾶς συστήνει ὁ τίμιος Πρόδρομος μέ τήν ἀσκητική βιοτή του, γιατί εἶναι ἡ πιό ἀσφαλής γιά νά φθάσουμε στή συναίσθηση τῆς ἀναξιότητός μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ πιό ἀσφαλής, γιατί μᾶς ὁδηγεῖ στόν Θεό διά τῆς ταπεινώσεως καί μᾶς προφυλάττει ἀπό τίς ἐπικίνδυνες καί ὀλισθηρές ἀτραπούς τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι ἡ πιό ἀσφαλής, διότι δι᾽ αὐτῆς ὁ ἄνθρωπος προσεγγίζει τόν Θεό, χωρίς νά στερηθεῖ προηγουμένως τήν ἀγάπη του, χωρίς νά δοκιμασθεῖ καί νά ὑποφέρει ἀπό τήν ἔλλειψη τῆς παρουσίας του καί τῆς θείας του χάριτος.
Ἄς ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τῆς ταπεινώσεως τοῦ τιμίου Προδρόμου, διότι ὁ Θεός «ταπεινοῖς δίδωσι χάριν», καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς σκέπει καί μᾶς προστατεύει ἀπό τίς παγίδες τοῦ πονηροῦ ἀλλά καί μᾶς ἀνυψώνει καί μᾶς καθιστᾶ υἱούς του ἀγαπητούς καί κληρονόμους τῆς αἰωνίου του βασιλείας.
Καί αὐτῆς εὔχομαι νά ἀξιωθοῦμε νά γίνουμε μέτοχοι διά πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου ἐνδόξου προφήτου, προδρόμου καί βαπτιστοῦ Ἰωάννου, ὑπό τή σκέπη τοῦ ὁποίου ἀγρυπνήσαμε ἀπόψε.