Την Τρίτη 30 Νοεμβρίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε και κήρυξε τον θείο λόγο, όπως κάθε Τρίτη απόγευμα, στον Εσπερινό και στην Παράκληση του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον Ιερό Ναό του στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας.
Στην Ιερά Ακολουθία τέθηκαν σε προσκύνηση Ιερά Λείψανα του Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου και το χαριτόβρυτο Ιερό Λείψανο του Αγίου Λουκά του Ιατρού που αποθησαυρίζονται στην Ιερά Μονή της Παναγίας Δοβρά, καθώς και τεμάχιο Ιερού Λειψάνου της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Αικατερίνης της Πανσόφου από την ιστορική Ιερά Μονή των Αγίων Αναργύρων Νησίου.
Η Ιερά Ακολουθία μεταδόθηκε απευθείας στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως, την αντίστοιχη σελίδα στο Facebook και τον ραδιοφωνικό σταθμό «Παύλειος Λόγος 90,2 FM».
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: Στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς προχθεσινῆς Κυριακῆς ἀκούσαμε, τόν διάλογο τοῦ Χριστοῦ μέ ἕναν ἄρχοντα πού τόν πλησίασε ζητώντας νά μάθει πῶς θά κληρονομήσει τήν αἰώνιο ζωή, ἀλλά ἀπομακρύνθηκε ἀπογοητευμένος, γιατί ἡ προσκόλλησή του στά ὑλικά ἀγαθά, δέν τόν ἄφησε νά μοιράσει τά ὑπάρχοντά του στούς φτωχούς, ὅπως τοῦ ζήτησε ὁ Χριστός, προκειμένου νά τόν ἀκολουθήσει.
Ἄς ἀκούσουμε, λοιπόν, σήμερα τί λέγει ὁ ἅγιος Λουκᾶς σχετικά μέ τό θέμα τοῦ πλούτου μέ ἀφορμή αὐτή τήν εὐαγγελική περικοπή.
Μπορεῖ, βεβαίως, νά σκεπτόμεθα ὅτι ἡ περίπτωση τοῦ πλουσίου τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς δέν μᾶς ἀφορᾶ, γιατί ἐμεῖς δέν εἴμεθα πλούσιοι, «ἀλλά νομίζω», λέγει ὁ ἅγιος Λουκᾶ, «ὅτι ἄν μέ ἀκούσετε θά παραδεχθεῖτε ὅτι πάντα εἶναι καιρός νά μιλάει κανείς περί τοῦ πλούτου.
Ὅταν ὁ Κύριος εἶπε ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι ἐμπόδιο νά εἰσέλθει κανείς στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἔκπληκτοι οἱ μαθητές του τόν ρώτησαν ποιός ἄραγε μπορεῖ νά σωθεῖ, γιατί καί αὐτοί εἶχαν τή γνώμη ὅτι οἱ πλούσιοι ἔχουν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἄν οἱ πλούσιοι δέν θά σωθοῦν, τότε ποιός θά σωθεῖ; Καί ὁ Κύριος τούς ἀπάντησε: “Τά ἀδύνατα παρ᾽ ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστιν”.
Ἄς σκεφτοῦμε καλύτερα αὐτά τά λόγια», μᾶς προτρέπει ὁ ἅγιος Λουκᾶς. «Ὅταν ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος εἶπε στόν Κύριο τήν ἐπιθυμία του νά τόν ἀκολουθήσει, ὁ Κύριος τόν ρώτησε ἄν γνωρίζει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἐκεῖνος ἀπήντησε ὅτι τίς γνωρίζει καί τίς τηρεῖ ἀπό μικρός. Ἀλλά ὁ Κύριος ἔδειξε καί σ᾽αὐτόν καί σέ ὅλους τούς ἄλλους ὅτι δέν εἶναι ἀρκετό νά τηρεῖ κανείς μόνο τίς ἐντολές τοῦ παλαιοῦ νόμου, ὅπως πίστευαν οἱ Ἑβραῖοι.
Γιατί ὅμως δέν εἶναι ἀρκετό; Διότι ὅλες οἱ ἐντολές τοῦ παλαιοῦ νόμου εἶναι ἀρνητικές καί λένε νά μήν εἴμαστε αὐτοί καί αὐτοί. Δέν λένε ὅμως πῶς πρέπει νά εἴμαστε. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, πού ἦλθε γιά νά συμπληρώσει τόν νόμο, μᾶς ἔδωσε τίς ἐννέα σωτήριες ἐντολές τῶν μακαρισμῶν μέ τίς ὁποῖες μᾶς διδάσκει πῶς πρέπει νά εἴμαστε, ὥστε νά εἴμαστε τέλειοι.
Στόν ἄνθρωπο, λοιπόν, πού ἤθελε νά γίνει τέλειος καί εἶχε ἐκπληρώσει τόν παλαιό νόμο ὁ Χριστός εἶπε: ἄν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τά ὑπάρχοντά σου, μοίρασέ τα στούς πτωχούς καί ἀκολούθησέ με.
Γιατί ὁ Κύριος τοῦ ζήτησε νά πωλήσει ὅλα ὅσα εἶχε καί νά τά δώσει στούς φτωχούς; Γιατί τό νά ἔχει κανείς μεγάλο πλοῦτο εἶναι τελείως ἀσυμβίβαστο μέ τό νά ζεῖ κανείς σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Πῶς μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος πρᾶος καί ταπεινός νά χύνει συνέχεια δάκρυα βλέποντας νά ὑποφέρουν οἱ ἀδελφοί του καί νά πολλαπλασιάζει ταυτόχρονα τόν πλοῦτο του, νά κτίζει καινούργια σπίτια, νά ἀγοράζει καινούργια καί ἀκριβά αὐτοκίνητα καί ροῦχα;
Σίγουρα δέν μπορεῖ, γιατί ἄν εἶναι σπλαχνικός θά μοιράζει συνέχεια αὐτά πού ἔχει. Ἄν κρατάει γιά τόν ἑαυτό του τόν πλοῦτο του, αὐτό σημαίνει ὅτι ἀγαπάει τόν ἑαυτό του πιό πολύ ἀπό τόν πλησίον του. Ἀλλά ὁ Κύριος εἶπε νά ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας σάν τόν ἑαυτό μας. Κι ἄν ἔτσι ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας, δέν θά δώσουμε στόν ἀνήμπορο καί τόν πεινασμένο ὅλα ὅσα ἔχουμε;
Γι᾽ αὐτό καί λέει ὁ Κύριος Ἰησοῦ Χριστός ὅτι, ἄν δέν θέλουμε νά ἀφήσουμε τόν πλοῦτο μας, δέν θά εἰσέλθουμε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, διότι σ᾽αὐτή τήν περίπτωση παραμένουμε σκληρόκαρδοι καί μισάνθρωποι ἐγωιστές.
Ποιά σχέση ὅμως ἔχουν ὅλα αὐτά μέ μᾶς, τούς ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν πλοῦτο», ρωτᾶ ὁ ἅγιος Λουκᾶς, προλαμβάνοντας τή δική μας ἐρώτηση. «Ἔχουν ἄμεση σχέση», ἀπαντᾶ. «Σκεφτεῖτε τί εἶναι αὐτό πού βλάπτει τήν ψυχή ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων πού ἔχουν πλοῦτο. Τήν βλάπτει ὅτι βάζουν τά ἀγαθά, τίς διάφορες ἀπολαύσεις καί τήν πολυτέλεια πάνω ἀπ᾽ὅλα. Τά θεωροῦν πιό σημαντικά καί ἀπό τά πνευματικά ἀγαθά.
Αὐτός πού εἶναι προσκολλημένος στά γήινα, πού ζητᾶ ἀπολαύσεις, αὐτός πάσχει ἀκριβῶς ἀπό ἐκεῖνο τό πάθος πού δέν ἀφήνει τούς πλούσιους νά εἰσέλθουν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἄν ἐμεῖς, παρ᾽ ὅλο πού δέν εἴμαστε πλούσιοι, ζητᾶμε τίς ἀπολαύσεις καί τίς χαρές τῆς ζωῆς, ἄν ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ εὐημερία, ἄν ὅλες οἱ σκέψεις μας εἶναι πῶς νά περάσουμε καλύτερα σέ αὐτή τή ζωή καί μόνο αὐτό ἐπιδιώκουμε, τότε σίγουρα εἴμαστε μακριά ἀπό αὐτό πού ζητᾶ ὁ Κύριος.
Ὁ Θεός ὅμως μπορεῖ νά μᾶς σώσει ὅλους, πτωχούς καί πλουσίους. Μπορεῖ νά σώσει τόν πλούσιο, ἄν ἐκεῖνος μετανοήσει, ἄν διώξει ἀπό τήν καρδιά του τήν προσκόλληση στά γήινα ἀγαθά. Καί μόνο ἕνα πράγμα νά ἐπιδιώκει, τό νά εἶναι φίλος τοῦ Θεοῦ» καί ἀπό τόν πλοῦτο του νά βοηθᾶ καί τούς ἀνθρώπους.
Ἄλλωστε, ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ἔχουμε ἄλλο πλοῦτο πού θά πρέπει νά μᾶς ἑλκύει καί νά μᾶς χαροποιεῖ. Καί δέν ἐννοῶ τά καλά ἔργα ἤ τόν ἀγώνα γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή πού κάνει ὁ καθένας μας, ἀλλά τόν πλοῦτο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκχέεται καί διά τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν ἁγίων του πού πλουτίζουν τή ζωή μας καί μᾶς θεραπεύουν καί μᾶς στηρίζουν καί μᾶς παρηγοροῦν.
Καί ἕναν τέτοιο πλοῦτο, μαζί μέ ἄλλους βέβαια, ἔχουμε καί ἐμεῖς, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τό ἱερό καί χαριτόβρυτο καί θαυματουργό λείψανο τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, τό ὁποῖο ἔχουμε τήν εὐλογία νά τό προσκυνοῦμε ἀπόψε μαζί μέ τό ἱερό λείψανο τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ πρωτοκλήτου, τοῦ ὁποίου τή μνήμη ἑόρτασε ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα, ἀλλά καί τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος καί πανσόφου Αἰκατερίνης, πού ἑόρτασε πρό ἡμερῶν. Καί ἀποτελοῦν πλοῦτο καί θησαυρό ἀδαπάνητο τά τίμια λείψανα τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι ἡ χάρη πού μᾶς μεταδίδουν δέν ἐξαντλεῖται ποτέ, ἀλλά πάντοτε μᾶς θεραπεύουν, ὅταν ἐπικαλούμεθα μέ ταπείνωση τή βοήθειά τους, γιατί ἐκτός ἀπό τόν Θεό ἀγάπησαν καί τόν ἄνθρωπο.
Αὐτό ἀποδεικνύουν καί τά πολυάριθμα θαύματά τους, ἕνα ἀπό τά ὁποῖα, θά ἤθελα νά σᾶς διαβάσω καί ἀπόψε, ὅπως τό ἀφηγήθηκε ἡ κυρία πού τό ἔζησε.
Ἡ κ. Ε.Π. ἀπό τίς Σέρρες εἶχε σοβαρό πρόβλημα στό ἔντερό της καί φοβόταν νά χειρουργηθεῖ, ἄν καί οἱ γιατροί στό 424 Στρατιωτικό Νοσοκομεῖο τῆς Θεσσαλονίκης τῆς εἶχαν πεῖ ὅτι πρέπει νά χειρουργηθεῖ ἄμεσα.
Μία νύχτα εἶδε στόν ὕπνο της ὅτι βρισκόταν στό χειρουργεῖο καί ὅτι παρακολουθοῦσε μία ἐπέμβαση. Ἕνας ἐπίσκοπος μέ ἄμφια καί ἐπισκοπική μίτρα ἦταν ὁ χειρουργός. Ἀποροῦσε πῶς εἶναι δυνατόν νά χειρουργεῖ ἕνας δεσπότης. Κάποια στιγμή ὁ δεσπότης ἄφησε τόν ἀσθενῆ καί τήν πλησίασε, τῆς ἔπιασε τό χέρι καί τήν ἐνεθάρρυνε.
Τό πρωί τηλεφώνησε στήν ἀδελφή της καί τῆς διηγήθηκε τό παράξενο ὄνειρο. Ὅταν τό ἄκουσε ἐκείνη, τῆς εἶπε ὅτι αὐτός μᾶλλον ἦταν ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ὁ Ρῶσος, τόν ὁποῖο ἡ ἄρρωστη δέν γνώριζε.
Τή συνομιλία αὐτή, τῶν δύο ἀδελφῶν, τήν ἄκουσε τυχαῖα ἡ κόρη της, ἡ ὁποία ἐργαζόταν στό 424 Στρατιωτικό Νοσοκομεῖο, καί εἶπε στή μητέρα της ὅτι στήν αὐλή τοῦ Νοσοκομείου ὑπάρχει ἕνα παρεκκλήσι τοῦ ἁγίου Λουκᾶ. Μάλιστα τήν συνόδευσε στό παρεκκλήσι γιά νά προσκυνήσει.
Μόλις μπῆκε ἡ κυρία καί εἶδε τήν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, ἀναγνώρισε ἀμέσως τόν ἐπίσκοπο πού εἶδε στό ὄνειρό της, καί χωρίς κανένα φόβο καί μέ τή βεβαιότητα μάλιστα ὅτι θά ἔχει τή βοήθεια τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, ἀποφάσισε νά χειρουργηθεῖ. Ἡ ἐγχείρηση ἔγινε πράγματι καί ἦταν ἀπόλυτα ἐπιτυχημένη, ὥστε ἡ κ. Ε.Π. νά εἶναι ὑγιής καί νά δοξάζει τόν Θεό καί τόν ἅγιο Λουκᾶ, ὁ ὁποῖος ἔσπευσε νά τήν βοηθήσει, χωρίς ἐκείνη οὔτε νά τόν γνωρίζει οὔτε νά τοῦ ἔχει ζητήσει νά τή βοηθήσει κατά τήν ἐπέμβαση. Ἄς ἔχουμε, λοιπόν, τήν χάρη τῶν ἁγίων μας, καί τοῦ ἁγίου Λουκᾶ καί τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ πρωτοκλήτου, ὁ ὁποῖος ἦταν ψαρᾶς καί ὁ Χριστός τόν κάλεσε καί τόν ἔκανε ἁλιέα ἀνθρώπων, ἀλλά καί τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης, ἡ ὁποία ἦταν πάνσοφος, πού θεώρησε τά πάντα τιποτένια, προκειμένου νά κερδίσει τόν Χριστό.