Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας Πάρου
Το καθολικό της ανήκει στον τύπο του μονόκλιτου ελεύθερου σταυρού με τρούλλο και έχει τοιχογραφίες του 17ου αι. επισκευασμένες. Ιδιαίτερα η ενδιαφέρουσα τοιχογραφία που παριστάνει αριστερά μεν τον κτήτορα ή ανακαινιστή ηγούμενο, δεξιά δε τον πρωτομάστορα, ίσως του ναού, να κρατούν στη μέση το ομοίωμα του καθολικού.
Μια από τις κορυφαίες, άλλοτε, ανδρώες κοινοβιακές Μονές της Ορθοδοξίας, που αριθμούσε, όταν ηγούμενος ήταν ο μακαριστός, όσιος πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος (1884 – 1980), περί τους τριάντα μοναχούς. Σήμερα ηγούμενος είναι (από το 2021) ο αρχιμ. π. Νικόδημος Σαραντόπουλος με δέκα περίπου μοναχούς. Υψώνεται μεγαλοπρεπής στο 5ο χιλιόμετρο, δεξιά της δημοσίας οδού Παροικίας – Ναούσης. Ιδρύθηκε το 1638 από τον πρόκριτο της Ναούσης Χριστόφορο Παλαιολόγο (το καθολικό κτίσθηκε στα 1657). Το 1652 ανακηρύχθηκε «πατριαρχικό σταυροπήγιο». Πέρασε σκληρές δοκιμασίες ώστε στα 1800 με 1825 να ερημωθεί και να εγκαταλειφθεί.
Η δευτέρα αυτή περίοδος της Μονής (1825 – 1930) χαρακτηρίζεται ως ο «χρυσούς αιών» της Λογγοβάρδας, όπου έζησαν άγιοι και σοφοί αναχωρητές.
Ακολουθεί η τρίτη περίοδος που καλύπτεται από την παρουσία και δράση του κορυφαίου ηγουμένου της, πατρός Φιλοθέου Γ. Ζερβάκου (1930 – 1980). Ακολουθούν ο π. Δαμιανός Κωστόπουλος (1980 – 1983), ο π. Ιερόθεος Γ. Νικολάκης και ο π. Επιφάνιος Χατζόπουλος (+2001) και ο αοίδιμος π. Χρυσόστομος Πήχος (+2021).
Την εποχή της ακμής της διέθετε βιβλιοδετείο και αγιογραφικό εργαστήριο, ενώ διατηρείται η βιβλιοθήκη της.
Το καθολικό της ανήκει στον τύπο του μονόκλιτου ελεύθερου σταυρού με τρούλλο και έχει τοιχογραφίες του 17ου αι. επισκευασμένες. Ιδιαίτερα η ενδιαφέρουσα τοιχογραφία που παριστάνει αριστερά μεν τον κτήτορα ή ανακαινιστή ηγούμενο, δεξιά δε τον πρωτομάστορα, ίσως του ναού, να κρατούν στη μέση το ομοίωμα του καθολικού.
Όπως σημειώνει ο Νικ. Χρ. Αλιπράντης στο βιβλίο του «Ιερά Κοινοβιακή Μονή της Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας Πάρου», περί της εκκλησιαστικής τάξης, «η Μονή ακολουθούσε στις ιερές ακολουθίες το Ιεροσολυμιτικό τυπικό του αγ. Σάββα του ηγιασμένου, κατά την καθιερωθείσα και στα μοναστήρια του Αγ. Όρους παλαιά τάξη. Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή γινόταν στις 11 το πρωί Παράκληση. Οι ακολουθίες άρχιζαν στις 2 τα ξημερώματα και τελείωναν αργά το πρωί, ενώ αγρυπνίες ετελούντο κατά τις δεσποτικές και θεομητορικές εορτές.
Κατά τις εργάσιμες ημέρες οι μοναχοί δεν έμεναν αργοί, αλλά αποτελούσαν μια κυψέλη, όπου ο κάθε μοναχός προσέφερε ανάλογα με τις δυνατότητές του. Έτσι, υπήρχαν τα διακονήματα του γεωργού, του γραμματέως, του μάγειρα, του φούρναρη, του οικονόμου, του κηπουρού, του μελισσοκόμου, του υποδηματοποιού, του ράπτη, του αγιογράφου κ.α.
Οι μοναχοί προσήρχοντο δύο φορές την ημέρα στην τράπεζα, ενώ κατά τη διάρκεια του γεύματος άκουγαν αναγνώσματα από Συναξαριστές, Ερμηνείες Αποστόλων κ.α.
Οι κανονισμοί αυτοί της τάξεως στην τράπεζα, καθώς και η απαγόρευση της εισόδου στις γυναίκες, η τήρηση των νηστειών, η υπακοή στον ηγούμενο, ο καταμερισμός των εργασιών κ.α. είχαν καθιερωθεί από την εποχή των πρώτων ηγουμένων Φιλοθέου Α΄ και Ιεροθέου Α΄, όταν οι ίδιοι είχαν συντάξει τους «Κανονισμούς της Μονής».
Στον κοινωνικό και εθνικό τομέα η Μονή Λογγοβάρδας δεν υστέρησε καθόλου. Συνοπτικά αναφέρουμε ότι μοναχοί της Μονής, με προτροπή του ηγουμένου, πολέμησαν στην Αλβανία. Δύο μοναχοί καταδικάστηκαν από Ιταλικό στρατοδικείο για κατασκοπία σε θάνατο και σώθηκαν εκ θαύματος με την κατάρρευση της Ιταλίας. Σε όλο το διάστημα της Κατοχής η Μονή και τα μετόχιά της υπήρξαν κρησφύγετο Ελλήνων και Άγγλων αξιωματικών. Και, τέλος, με θαυμαστό τρόπο ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος έσωσε με θαυματουργικό τρόπο τους καταδικασμένους σε θάνατο από τους Γερμανούς 125 νέους της Πάρου, μετά την επιδρομή κομμάντος στο αεροδρόμιο των Μαρμάρων» (Εκδ. Παριανή Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1984).
Όλα εδώ αποπνέουν ευωδία αιωνιότητας με τη μυσταγωγική ατμόσφαιρα που δημιουργούν το θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο, οι εικόνες, τα στασίδια, οι μορφές των μοναχών, το ημίφως, η γαλήνη. Προσκυνητές απ’ όλο τον κόσμο επισκέπτονται το μεγάλο αυτό μοναστικό κέντρο και φιλοξενούνται, κυρίως, τους θερινούς μήνες.
Πηγή: Κιβωτός της Ορθοδοξίας