Ιερατική Σύναξη στη Μητρόπολη Ιερισσού (βίντεο)
Ομιλητής-εισηγητής της ημέρας ήταν ο Παν. Αρχιμ. π. Βαρθολομαίος Χατζόγλου, Αρχιερατικός Επίτροπος της Β΄ Περιφέρειας της Μητροπόλεως και Προιστάμενος του Ναού της Παναγίας των Νέων Ρόδων, όπου και θησαυρίζεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Σκουπιώτισσας, που οι πρόσφυγες μετέφεραν μαζί τους το ’22.
Την Πέμπτη 16η Ιουνίου, ο Μητροπολίτης Ιερισσού κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ προσκάλεσε τους Κληρικούς της Μητροπόλεως σε Ιερατική Σύναξη, η οποία έλαβε χώρα στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίου Στεφάνου Αρναίας.
Από τις 7 το πρωί με τον Διάκονό του, π. Αμφιλόχιο Χάιτα, προέστη της Ακολουθίας του Όρθρου και της Θείας Λειτουργίας στο παρεκκλήσιο της Παναγίας της Δρακρυρροούσης του Μητροπολιτικού Οίκου και λειτούργησε ως απλός Πρεσβύτερος, επειδή πριν τέσσερα χρόνια, δηλαδή στις 15 Ιουνίου 2018, εκοιμήθη η κατά σάρκα αδελφή του Ρεβέκκα Αθανασοπούλου και την επομένη, 16η Ιουνίου, ετάφη στη γενέτειρά τους, στην Τρίπολη.
Η ημέρα, λοιπόν, αυτή, υπήρξε ένας συνδυασμός προσευχής υπέρ αναπαύσεως του πλέον αγαπημένου προσώπου του Μητροπολίτου και συνάμα μια Ιερατική Σύναξη του Κλήρου της Μητροπόλεως.
Ομιλητής-εισηγητής της ημέρας ήταν ο Παν. Αρχιμ. π. Βαρθολομαίος Χατζόγλου, Αρχιερατικός Επίτροπος της Β΄ Περιφέρειας της Μητροπόλεως και Προιστάμενος του Ναού της Παναγίας των Νέων Ρόδων, όπου και θησαυρίζεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Σκουπιώτισσας, που οι πρόσφυγες μετέφεραν μαζί τους το ’22.
Το θέμα το οποίο ανέπτυξε ο ομιλητής ήταν η προσέγγιση στο Μυστήριο της Αποστολικότητος της Εκκλησίας, δηλαδή ότι ο θεσμός της Εκκλησίας εδράζεται στο θεμέλιο των Αγίων Αποστόλων.
Στη σαρανταπεντάλεπτη ομιλία του ο π. Βαρθολομαίος προσέγγισε αυτό καθ’ εαυτό το Μυστήριο της Εκκλησίας, απάντησε στο τι είναι Αποστολική Παράδοση και τι Αποστολική Διαδοχή, σε τι αποβλέπει η από μέρους της Εκκλησίας θέσπιση των Ιερών Κανόνων διά των Οικουμενικών Συνόδων, σε τι στοχεύουν οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων και τι κυρίως σημαίνει για την Εκκλησία ότι ζει μία διαρκή Πεντηκοστή.
Η Εκκλησία, τονίστηκε από τον ομιλητή, είναι το Σώμα του Χριστού και κοινωνία θεώσεως. Είναι μετοχή στη θεανθρώπινη φύση του Χριστού και μετοχή στην αγιοτριαδική ζωή εν Χριστώ. Ιδιαιτέρας σημασίας ήταν οι επισημάνσεις του π. Βαρθολομαίου για τη θέση της Αγίας Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως στην Εκκλησία και ο τονισμός από μέρους του ότι η Εκκλησία είναι ο αυθεντικός φύλακας και ερμηνευτής της Αγίας Γραφής.
Η Εκκλησία, συνέχισε ο εισηγητής, είναι αγία, άμωμη, καθαρή και αυτό οφείλεται στην Κεφαλή Της, δηλαδή τον Χριστό. Η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού δεν έχει κανένα σπίλο, καμία ρυτίδα, αλλά είναι αγία και άμωμη. Άρα, η αγιότητα της Εκκλησίας προέρχεται και οφείλεται στην αγία Κεφαλή Της και όχι στην αγιότητα των μελών Της. Τα μέλη της Εκκλησίας, μέλη του Σώματος του Χριστού, δεν αγιάζουν την Εκκλησία, αλλά αγιάζονται από Αυτήν, κυρίως από την Κεφαλή Της, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Κατ’ επέκταση οι αμαρτίες των μελών της Εκκλησίας και η πιθανή αναξιότητα των Κληρικών Της- Επισκόπων, Πρεσβυτέρων και Διακόνων- δεν «μολύνουν» την Εκκλησία, αλλά οι Κληρικοί, έστω και ανάξιοι, παραμένουν στην Εκκλησία και λειτουργούν, και εν καιρώ αποβάλλονται από την Εκκλησία, όπως το Σώμα του ανθρώπου αποβάλλει κάθε ξένο στοιχείο και μη αφομοιώσιμο.
Κάνοντας αναφορά ο π. Βαρθολομαίος στον άγιο Γρηγόριο τον Σιναίτη, παρετήρησε ότι κάθε πιστός που παραμένει στην Εκκλησία, η Οποία είναι το Σώμα του Χριστού, μετέχει μέσω της πίστεως στην υιοθεσία του Πνεύματος, μπορεί όμως, να μένη ανενέργητος και αφώτιστος λόγω της αμέλειας και της απιστίας, στερούμενος το Φως και τη ζωή του Ιησού. Έτσι, κάθε μεν Πιστός είναι «μέλος Χριστού και πνεύμα Χριστού έχων• ανενέργητος δε και ακίνητος και προς μετουσίαν της χάριτος ανεπίδεκτος»!
Ακολοθώντας τη θεολογία του αειμνήστου πατρός Γεωργίου Φλωρόφσκι και της διδασκαλίας του αειμνήστου καθηγητού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, ο εισηγητής συμπέρανε ότι η Εκκλησία, όπως την πρώτη περίοδο ζούσε χωρίς την Αγία Γραφή η οποία απαρτίστηκε με την πάροδο του χρόνου, έτσι ζούσε και χωρίς ιερούς κανόνες, οι οποίοι θεσπίστηκαν αργότερα για να διασφαλίσουν την ενότητα της Εκκλησίας. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να παρακάμπτουμε τους ιερούς κανόνες, αλλά ούτε και να τους θέτουμε πάνω από την Εκκλησία. Η Εκκλησία, ως το Μυστήριο του Χριστού, είναι εκείνη η Οποία διά των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων γράφει την Αγία Γραφή και θεσπίζει τους ιερούς κανόνες, και η Εκκλησία διά των Πατέρων, επιλύει τα προκύπτοντα κάθε φορά ζητήματα και εν Συνόδω αποφασίζει σχετικώς.
Επομένως, συνεπέρανε ο π. Βαρθολομαίος, η Εκκλησία, ως το Μυστήριο του Χριστού, είναι ευρύτερη από την Αγία Γραφή και φανερώνεται στην Αγία Γραφή, είναι ευρύτερη από τους Ιερούς Κανόνες και φανερώνεται στους Ιερούς Κανόνες, είναι ευρύτερη από τα Ιερά Μυστήρια και φανερώνεται στα Ιερά Μυστήρια. Η εμπειρία αυτή της Εκκλησίας δεν έχει εξαντληθή ούτε στην Αγία Γραφή, ούτε στην Ιερά Παράδοση, αλλά αντανακλάται μόνο σε Αυτές (π. Γεώργιος Φλωρόφσκι).
Τελειώνοντας ο ομιλητής συνέδεσε θεολογικά την Αποστολική Διαδοχή με την Πεντηκοστή. Η Αποστολική Διαδοχή δεν πρέπει να χωριστή από την Αποστολική Παράδοση και στην πράξη δεν μπορεί ποτέ να χωριστή. Αυτή η Παράδοση της Εκκλησίας δεν είναι μια ακατάσχετη παρελθοντολογία, αλλά η «μνήμη της Εκκλησίας». Πιστότητα στην Παράδοση, λοιπόν, σημαίνει συμμετοχή στην Πεντηκοστή και Παράδοση σημαίνει ολοκλήρωση της Πεντηκοστής.
Ο εισηγητής έκανε πλείστες όσες αναφορές στα κείμενα της Αγίας Γραφής, στους Ιερούς Κανόνες, στον Άγιο Ειρηναίο Επίσκοπο Λουγδούνων (Λυώνος), τον Άγιο Γρηγόριο τον Σιναίτη, τον ιερό Νικόλαο Καβάσιλα, τον Μέγα Βασίλειο κ.α..
Τελικό συμπέρασμα της εισηγήσεως ήταν ότι η Αποστολική Παράδοση και ζωή που υπάρχει στην Εκκλησία μεταδίδεται με την Αποστολική Διαδοχή και συνδέει στενά την Ορθόδοξη πίστη με την Εκκλησία και τη Θεία Ευχαριστία.
Μετά το πέρας της εμπεριστατωμένης εισηγήσεως επακολούθησε ευρυτάτη συζήτηση μεταξύ των Κληρικών και του ομιλητού, υπό τον συντονισμό βεβαίως του Μητροπολίτου, ο οποίος συνεχάρη τον Κληρικό του για τη θεολογική και εκκλησιαστική ποιότητα της ομιλίας του και για την καθαρότητα και πατερικότητα των θέσεών του στα αναφυέντα ζητήματα.
Μετέπειτα επακολούθησε τράπεζα, η οποία προσφέρθηκε από τον Μητροπολίτη υπέρ αναπαύσεως της κατά σάρκα αδελφής του Ρεβέκκας, και φυσικά προς τιμήν των Κληρικών της Μητροπόλεως.