Οι εορτές Πάσχα, Ανάληψη και Πεντηκοστή συνδέονται με παλαιοδιαθηκικά θέματα, μέσα από το πρίσμα των οποίων θεωρείται το ένα, το μοναδικό μυστήριο.
Το ίδιο ισχύει και για την εορτή της Αναλήψεως. Εκφράζει το πασχάλιο μυστήριο μέσα από μια προοπτική που είναι Μεσσιανική. Είναι η γιορτή» της βασιλικής αποκατάστασης του Μεσσία, ακριβώς όπως την προεικόνιζε η λειτουργία των ψαλμών. Το ψαλτήρι είναι ο κύριος βιβλικός τόπος της εορτής της Ανάληψης.
Πολλές είναι λοιπόν οι μαρτυρίες που μας βεβαιώνουν ότι οι Ψαλμοί θεωρήθηκαν προφητείες της Ανάληψης από την Καινή Διαθήκη και την αρχική κοινότητα των πιστών, και ακριβώς, υπό την ιδιότητά τους αυτή, ενσωματώθηκαν στη λειτουργία της Εκκλησίας.
Το θέμα είναι ότι ολόκληρη η αρχαία παράδοση της λειτουργικής χρήσης των Ψαλμών βασίζεται πάνω στη Μεσσιανική τους σημασία. Από μιάς πλευράς αυτό είναι που τους δίνει την αξία τους για την αρχική κοινότητα των πιστών. Εάν τους υιοθέτησε, αυτό το έκαμε, έχουμε πει, όχι για τη θρησκευτική τους αξία, ούτε και για το θεόπνευστο χαρακτήρα τους, αλλά μόνο και μόνο επειδή θεώρησε ότι σχετίζονται με το Χριστό. Η οποιαδήποτε χρήση τους μέσα στην Εκκλησία βασίζεται επάνω στη Μεσσιανική έννοια. Αν αυτή δεν είναι πλέον η αληθινή τους έννοια, η λειτουργική τους χρήση προκύπτει απλώς από ένα κατασκευασμένο συμβολισμό και χάνει κάθε δογματική σημασία. Μια τέτοια χρήση δεν έχει αξία παρά μονάχα στο μέτρο που η Χριστολογική ερμηνεία δεν είναι επιπρόσθετη, αλλά αντιστοιχεί ακριβώς στην κυριολεκτική τους έννοια.
Τι γίνεται όμως στους Ψαλμούς; Αν υιοθετήσομε την προφητική αντίληψη, που αρχίζει με τον Θεόδωρο Μοψουεστίας και δεν κρατάει ως Μεσσιανικές παρά ελάχιστες από τις συνεχώς αμφισβητούμενες προρρήσεις, θα δεχόμασταν το πολύ – πολύ ότι ο ψαλμός 109 είναι μεσσιανικός, αλλά θα αρνιόμασταν κάτι τέτοιο για τους άλλους δύο, τον 23 και τον 47. Αν, αντίθετα εκτιμήσουμε, μαζί με το σύνολο των Πατέρων, ότι τα πρόσωπα, τα γεγονότα και οι θεσμοί της Παλαιάς Διαθήκης είναι προτυπώσεις εσχατολογικών πραγματικοτήτων που εκπληρώθηκαν εν Χριστώ Ιησού, τότε η Χριστολογική ερμηνεία των Ψαλμών μας φαίνεται να ισχύει απόλυτα. Μια τέτοια ερμηνεία βρίσκει θεμέλιο και στην ίδια την Παλαιά Διαθήκη.
Ο ψαλμός 23 μας περιγράφει μια λιτανεία που εισέρχεται στο Ναό των Ιεροσολύμων. Εμείς, όμως, ξέρουμε ότι ήδη για την Παλαιά Διαθήκη ο Ναός των Ιεροσολύμων εικονίζει το Ναό της μελλοντικής Ιερουσαλήμ, και ότι η λατρεία είχε εσχατολογική σημασία. Η προς Εβραίους, εφαρμόζοντας τον Ψαλμό στην είσοδο του Χριστού στον ουράνιο Ναό κατά την Ανάληψη, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να βεβαιώνει την εκπλήρωση εν Χριστώ εκείνου που προανήγγειλε ήδη η λατρεία του Ναού.
Ο Ψαλμός 23 εμφανίζει έντονα διαλογικά στοιχεία με συνεχείς ερωταποκρίσεις, μέσα από τις οποίες περιγράφονται οι αρετές που πρέπει να κοσμούν τον αληθινό προσκυνητή και πιθανότατα ανήκει.
Ο ψαλμός 47 χρησιμοποιείτο και αυτός σε λιτανεία. Οι ψάλτες προχωρούν μπροστά, κατόπιν οι οργανοπαίχτες, στο μέσο νέων κοριτσιών που χορεύουν στον ήχο των τυμπάνων. Αλλά και η Αποκάλυψη (κεφ. 4,5) μας δείχνει μέσα από τη γήινη αυτή λειτουργία την εικόνα της ουράνιας. Ήδη όμως, και πιο καθαρά ακόμη από την προηγούμενη περίπτωση, το ίδιο το κείμενο μας καλεί να δώσουμε εσχατολογική έννοια στη λειτουργία. Οι Ψαλμοί, όπως μιλούν για το παρελθόν ή το παρόν του Γιαχβέ, μιλούν επίσης και για το μέλλον. Η καρδιά του ευσεβούς σκιρτά, όταν σκέπτεται το μέλλον, τότε που ο Κύριος θα αναδειχθεί στην πραγματική του δόξα και θα καθίσει στο θρόνο του κόσμου. Μια τέτοια χαρμόσυνη δοξολογία του μέλλοντος περιγράφεται σαν ορατή στον ψαλμό 67. Ο απόστολος Παύλος στην Προς Εφεσίους 4, 8 δεν έδωσε καμία εντελώς νέα ερμηνεία στον ψαλμό 67. Περιγράφει την εσχατολογική είσοδο στον ουράνιο Ναό. Εκείνο, όμως, που δηλώνει ο Παύλος είναι ότι αυτό που περιγράφεται πως κάνει ο Γιαχβέ συντελείται εδώ από τον Χριστό. Και τούτο αποτελεί μία από τις μορφές εκπλήρωσης της Παλαιάς Διαθήκης μέσα οτην Καινή.
Ο Ψαλμός 47 εξυμνεί, όπως και οι υπόλοιποι «Ύμνοι στη Σιών» (45· 75· 86), στην κατηγορία των οποίων ανήκει, την ομορφιά και τη δύναμη της Ιερουσαλήμ, του τόπου όπου ο Κύριος κατοικεί ως βασιλιάς του Ισραήλ. Η λειτουργική χρήση του ψαλμού θα πρέπει να αναζητηθεί σε κάποια από τις μεγάλες γιορτές του Ισραήλ, πιθανότατα στη Γιορτή της Σκηνοπηγίας. Ο ψαλμός αρχίζει με έναν ύμνο στον Θεό ο οποίος κατοικεί στην Ιερουσαλήμ (στχ. 2-4), με αποτέλεσμα αυτή να καθίσταται απόρθητη από τους εχθρούς που επιτίθενται εναντίον της (στχ. 5-8). Επειδή, λοιπόν, η δύναμη της Ιερουσαλήμ είναι εμφανής σε όλους (στχ. 9), ο λαός καλείται να υμνήσει τον Θεό για τη δίκαιη διακυβέρνησή του (στχ. 10-12), αλλά και να διαπιστώσει με τα ίδια του τα μάτια τη δύναμη της πόλης και του Θεού που κατοικεί σ’ αυτήν (στχ. 13-15).
Ο ψαλμός 109 μάς παρουσιάζει μιάν άλλη όψη της εσχατολογικής τυπολογίας της Παλαιάς Διαθήκης. Εδώ, δεν είναι η λειτουργία του ναού αυτή που εικονίζεται, αλλά ο δαβιδίδης βασιλιάς. Ανάγεται όμως στην ίδια εικόνα, αφού οι δεσμοί της βασιλείας και του Ναού είναι στενοί, και ο Ψαλμός το δείχνει αυτό συνδέοντας ιερωσύνη και βασιλεία. Είναι ακόμη πιθανό να αναφέρεται και σε τελετή χρίσης του βασιλιά, πράγμα που αποτελούσε μέρος της λειτουργίας του Ναού. Ακριβώς αυτός ο δεσμός του Ναού και της βασιλείας είναι ότι συνδέει τους Ψαλμούς με τον Δαβίδ. Αλλά και ο δαβιδίδης βασιλιάς είναι τύπος του Μεσσία. Κάτι περισσότερο, ο βασιλιάς εδώ είναι εσχατολογική προσωπικότητα.
Ο Ψαλμός 109 ανήκει στην κατηγορία των ψαλμών που αναφέρονται στον βασιλιά της Ιερουσαλήμ ως εκλεκτό του Κυρίου. Στίχοι του ψαλμού παρατίθενται πολύ συχνά στην Κ.Δ. και ο ίδιος ο Ιησούς επισημαίνει τον μεσσιανικό του χαρακτήρα (Ματ 22:41-46· Μαρ 12:35-37· Λουκ. 20:41-44).
Είναι σίγουρο, ύστερα από όλα αυτά, ότι οι λεπτομέρειες της ερμηνείας που μας παρέχει η αρχαία παράδοση είναι καμιά φορά συζητήσιμες.
Φυσικά, δεν είναι οι λεπτομέρειες αυτό που μετράει. Παρουσιάζουν βέβαια μεταφραστικές ανεπάρκειες οι ραββινικές μέθοδοι ερμηνείας που δεν μπορεί να είναι πια και δικές μας. Αλλά αυτό δεν πρέπει να μας σταθεί εμπόδιο, γιατί η ουσία βρίσκεται αλλού. Βρίσκεται, όπως είδαμε, στο γεγονός ότι η εσχατολογική ερμηνεία που δίνουν οι Πατέρες στους Ψαλμούς αντιστοιχεί ακριβώς στη σημασία τους, και στο ότι η σημασία αυτή βγαίνει από τη γενική τυπολογία της Παλαιάς Διαθήκης, ή, πάλι, στο ότι είναι κυριολεκτικότερα προφητική. Έτσι, η καινοδιαθηκική αποδεικτική παραμένει νόμιμη για μας. Οι Πατέρες, μετά την Καινή Διαθήκη, είχαν δίκιο να λένε πως οι Ψαλμοί είχαν προφητική έννοια, γιατί αυτή είναι η έννοιά τους, και είχαν δίκιο επίσης να βεβαιώνουν ότι έβρισκαν την εκπλήρωσή τους στον Ιησού Χριστό, αφού ο Ιησούς Χριστός είναι ασφαλώς ο έσχατος άνθρωπος.