Καισαριανής Δανιήλ: «Εν τοις Προφήταις ανήγγειλας»
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ στην «Κιβωτο της Ορθοδοξίας»
Ο απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή διακηρύττει ότι ο Θεός στους έσχατους καιρούς, ως προς την εποχή Του, ελάλησε μέσω του Υιού Του (α΄, 1). Ο απόστολος Πέτρος μιλώντας στο συγκεντρωμένο πλήθος των Ιουδαίων, στη στοά του Σολομώντος στον Ναό των Ιεροσολύμων, μετά το θαύμα της ιάσεως του χωλού, ανέφερε ότι: «Ο Μωυσής είπε στους πατέρες μας: Έναν προφήτη σαν κι εμένα θα σας στείλει ο Κύριος ο Θεός σας μέσα από το λαό σας. Αυτόν να τον ακούσετε σε όλα όσα θα σας πει» (Πράξεων γ΄, 22).
Οι σύγχρονοι του Κυρίου μας γνωρίζοντας ότι ο Θεός είχε προαναγγείλει με τον Μωυσή ότι θα στείλει ένα άλλο Προφήτη για να τους διδάξει, ανέμεναν τον απεσταλμένο από τον Θεό Προφήτη:
«Εγώ είμαι, (εν. ο Πρόδρομος) σύμφωνα με τα λόγια του προφήτη Ησαΐα, η φωνή εκείνου που κράζει στην έρημο: “ισιώστε το δρόμο, να περάσει ο Κύριος”… «ύστερα από μένα έρχεται ένας που είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν να γεννηθώ». Κι εγώ κάποτε δεν τον ήξερα ποίος είναι. Για να τον γνωρίσει όμως ο Ισραήλ, γι’ αυτό ήρθα εγώ και βαφτίζω με νερό» (βλ. Ιωάννου α΄, 19-34).
Ο Πρόδρομος του Κυρίου μας απέστειλε δύο μαθητές του να Τον ερωτήσουν όταν άρχισε την μεσσιανική δράση Του «συ ει ο ερχόμενος ή έτερον προσδοκώμεν». Στην ερώτηση αυτή ο Κύριος απήντησε στους απεσταλμένους του Προδρόμου, λέγοντάς τους να του πουν αυτά που βλέπουν και ακούνε γι’ Αυτόν. Όλα αυτά είναι έργα που επιτελούσαν οι Προφήτες και επιτελούσε και ο Ίδιος, συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας την προφητική δράση τους (βλ. Ματθαίου ια΄, 2-6).
Επηρεασμένη από αυτή την προσδοκία η Σαμαρείτιδα είπε στον Κύριό μας σχετικώς με το ποιος είναι ο ενδεδειγμένος τόπος προσκυνήσεως του Θεού περί του οποίου διαφωνούσαν οι Ιουδαίοι και οι Σαμαρείτες: Τα Ιεροσόλυμα ή το όρος Γαριζείν «Οίδα ότι Μεσσίας έρχεται ο λεγόμενος Χριστός· όταν έλθη εκείνος, αναγγελεί ημίν πάντα» (Ιωάννου δ΄, 25).
Οι Ιουδαίοι πληροφορούμενοι την δράση του Κυρίου μας, Τον εξελάμβαναν ως ένα των μεγαλυτέρων Προφητών: «Οι δε είπον· οι μεν Ιωάννην τον βαπτιστήν, άλλοι δε Ηλίαν, έτεροι δε Ιερεμίαν ή ένα των προφητών» (Ματθαίου ιστ΄, 14). Οι Ρωμαίοι στρατιώτες ενέπαιξαν τον Κύριό μας, ρωτώντας Τον να προφητεύσει ποιος Τον είχε κτυπήσει: «Προφήτευσον ημίν Χριστέ, τις εστιν ο παίσας σε;» (Ματθαίου κστ΄, 68).
Μετά την ανάστασή Του ο Κλεόπας που βάδιζε προς Εμμαούς μαζί με τον αναστημένο Κύριό μας, όταν ο Χριστός τον ερώτησε ποιο ήταν το θέμα που συζητούσαν και ήσαν κατηφείς, τού απήντησε: «Ο ένας, που τον έλεγαν Κλεόπα, του αποκρίθηκε: «Εσύ μονάχος ζεις στην Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες τα όσα έγιναν εκεί αυτές τις μέρες;». Κι εκείνος τους ρώτησε: «Ποια;». Αυτοί του είπαν: «Αυτά με τον Ιησού από την Ναζαρέτ, που ήταν προφήτης δυνατός και σε έργα και σε λόγια μπροστά στο Θεό και σ’ ολόκληρο το λαό, και πως τον παρέδωσαν οι αρχιερείς και οι άρχοντές μας να καταδικαστεί σε θάνατο και τον σταύρωσαν» (Λουκά κδ΄, 18-20). Η βιβλική θεολογία διδάσκει, ότι ο Κύριός μας στο πρόσωπό Του ενσάρκωσε τα τρία αξιώματα: Αρχιερατικό, Προφητικό, Βασιλικό.
Την εποχή της Καινής Διαθήκης, οι Προφήτες είχαν σχεδόν εξαλειφθεί από την επίσημη θρησκεία του Ναού, αλλά συνέχισαν να λειτουργούν στη λαϊκή θρησκεία, ενώ, όταν ήταν αναγκαίο να ανακοινώσουν ένα επείγον θεϊκό μήνυμα, εκτελούσαν ακόμα προφητικές πράξεις (βλ. Πράξεων κα΄, 10 κ.ε., ια΄, 27 κ.ε.). Πιθανότατα αυτό επεξηγεί την πράξη του Ιησού στο Μυστικό Δείπνο, όταν είπε για το ψωμί «τούτο είναι το σώμά μου» και για το κράσι «τούτο είναι το αίμα μου». Αυτές οι πράξεις ζωντανεύουν την υποσχεσή του ότι, αν και πρέπει να πεθάνει, θα είναι με τους πιστούς του ως τη συντέλεια του κόσμου (Ματθαίου κη΄, 20).
Η μόνη διαφορά είναι ότι, ενώ στις κλασικές πράξεις υπάρχει ένα γεγονός που θα συμβεί στο μέλλον, στην πιο πρώιμη καταγραφή του Μυστικού Δείπνου, ο Παύλος δήλωνει ότι αυτή η πράξη θα επαναλαμβάνεται πάντοτε, ξανά και ξανά (προς Κορινθίους Α΄, ια΄, 25 κ.ε.). Η είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα και η εκκαθάριση του ναού ερμηνεύτηκαν επίσης με αυτό τον τρόπο. «Γιατί καμιά προφητεία δεν προήλθε ποτέ από ανθρώπινο θέλημα, αλλά εμπνευσμένοι από το Άγιο Πνεύμα, αξιώθηκαν άγιοι άνθρωποι να μιλήσουν από μέρους του Θεού» (Β΄ Πέτρου α΄, 21).