Καισαριανής Δανιήλ: «Οφθήσεται η δόξα Κυρίου»
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ
Oι σύγχρονοι του Ιησού Χριστού, βλέποντας τον Ιησού Χριστό να κυκλοφορεί ανάμεσά τους, να θαυματουργεί, να διδάσκει καταλαμβάνονταν από θαυμασμό και διετύπωναν το ερώτημα «τις εστιν ούτος;».
Το ερώτημα αυτό παραμένει επίκαιρο ως διαχρονικό. Σ’ αυτό δίδεται μια απάντηση, από τους Ευαγγελιστές.
Mε το μυστήριο της σαρκώσεως του Υιού του Θεού και Κυρίου μας Ιησού Χριστού ολοκληρώθηκε η αποκάλυψη του Θεού στον ορατό και αόρατο κόσμο.
- Ο αποκαλυπτόμενος σταδιακά Θεός
Μελετώντας βαθειά τις Άγιες Γραφές διαβάζουμε ότι ο Θεός είναι κρυμμένος (Ησαΐου με΄, 15), αόρατος «φως οικών απρόσιτον», (Προς Τιμόθεον Α΄, στ΄ 16), που γίνεται ακόμα πιο απρόσιτος, αφού με την αμαρτία ο άνθρωπος έχασε την οικειότητα μαζί Του.
Η οικονομία του Θεού είναι μυστήριο (Αμώς γ΄, 7). Κατευθύνει τα διαβήματα του ανθρώπου χωρίς αυτός να αντιλαμβάνεται τον δρόμο (Παροιμιών κ΄, 24). Όταν ο άνθρωπος ασχολείται με τα αινίγματα της υπάρξεώς του (Ψαλμ. οα΄, 21 και εξής), δεν μπορεί να βρει από μόνος του τις αναγκαίες λύσεις. Χρειάζεται να στραφεί προς Εκείνον στον Οποίον ανήκουν «τα κρυπτά» (Δευτερονομίου κθ΄, 28) για να φανερώσει τα ακατάλυπτα μυστήρια (Δανιήλ β΄, 17 και εξής) για να τον καταστήσει ικανό, να του επιτρέψει να δει «την δόξαν Του» (Εξόδου λγ΄, 18).
Αλλά πριν ακόμα ο άνθρωπος στραφεί προς Αυτόν, ο Θεός αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να τον αναζητήσει, να επικοινωνήσει μαζί του και να του μιλήσει πρώτος.
Η κίνηση αυτή του Θεού να συναντήσει τον πεσόντα άνθρωπο μετά την διακοπή της κοινωνίας μαζί Του, ένεκα της παραβάσεως της εντολής Του που αρχίζει ευθύς αμέσως μετά την διάπραξη της αμαρτίας της παραβάσεως του θελήματός Του. Καλεί τον Αδάμ «Αδάμ που ει;» (Γενέσεως γ΄, 9).
Μάλιστα δε, όχι μόνο αναζητεί τον παραβάτη Αδάμ, αλλά και αργότερα, όταν ο Κάιν φονεύει τον αδελφό του Άβελ, ο Θεός σημαδεύει τον αδελφοκτόνο με ένα διακριτικό στο στόμα του για να μη τον σκοτώσει όποιος τον συναντήσει (Γενέσεως δ΄, 14-16).
Έκτοτε, καθώς ο άνθρωπος απομακρυνόταν από τον Θεό, βυθιζόταν στην άγνοια και περιέπιπτε στην ειδωλολατρεία και στην ηθική εξαθλίωση (Προς Ρωμαίους α΄, 21-32). Ο Θεός όμως δεν ανεχόταν, το δημιούργημά Του, ο άνθρωπος να τυραννείται από τους δαίμονες όπως πολύ ωραία αναφέρει η ευχή στην Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού: «Ου γαρ έφερες Δέσποτα διά σπλάχνα ελέους σου, θεάσθαι υπό του διαβόλου τυραννούμενον το γένος των ανθρώπων, αλλ’ ήλθες και έσωσας ημάς. Ομολογούμεν την χάριν. Κηρύττομεν τον έλεον. Ου κρύπτομεν την Ευεργεσίαν».
Έτσι, ο Θεός σχεδιάζει τον τρόπο της σωτηρίας του ανθρώπου με την σάρκωση του Υιού Του, που αποτελεί την ολοκλήρωση της αποκαλύψεώς Του.
- Η προετοιμασία και η προτύπωση της αποκαλύψεως
Το αντικείμενο της θείας αποκαλύψεως είναι πάντα θρησκευτικής φύσεως.
α΄. Ο Θεός αποκαλύπτει τα σχέδιά Του που χαράζουν για τον άνθρωπο την οδό της σωτηρίας.
Γεννημένος ο άνθρωπος αμαρτωλός, δεν γνωρίζει καν τι ακριβώς θέλει ο Θεός απ’ αυτόν. Ο Θεός του αποκαλύπτει λοιπόν κανόνες συμπεριφοράς. Ο Λόγος Του παίρνει την μορφή διδασκαλίας και Νόμου (Εξόδου κ΄, 1 και εξής) κι έτσι ο άνθρωπος αποκτά «φανερά ρήματα» (Δευτερονομίου κθ΄, 28). Παρόμοια και οι θεσμοί του λαού του Θεού κοινωνικοί (Αριθμών ια΄ και εξής), πολιτικοί (Α΄ Βασιλειών θ΄, 17), όπως βεβαίως και λατρευτικοί (Εξόδου κε΄ 40), αποτελούν αντικείμενο αποκαλύψεως.
Μολονότι οι θεσμοί αυτοί διατηρούν τον προσωρινό χαρακτήρα τους, όπως και ολόκληρο το καταστατικό του λαού του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη, αποκτούν θετική σημασία για την εκπλήρωση της σωτηρίας στην Καινή Διαθήκη.
Εξ άλλου, ο Θεός αποκαλύπτει στον λαό Του το νόημα των γεγονότων που αποτελούν την ζωή του. Αυτά τα γεγονότα είναι ορατό υφάδι της οικονομίας της σωτηρίας. Προετοιμάζουν την τελική πραγματοποίησή της και ήδη την προτυπώνουν.
Με αυτή τη διπλή έννοια (της προτυπώσεως και της πραγματοποιήσεως), τα γεγονότα της φανερώσεως του Θεού έχουν μία κρυφή όψη που δεν μπορεί να την ανακαλύψει το ανθρώπινο μάτι. «Διότι ου μη ποιήση Κύριος ο Θεός πράγμα εάν μη αποκαλύψη παιδείαν αυτού προς τους δούλους του τους προφήτας» (Αμώς γ΄, 7). Ιστορικοί, προφήτες, ψαλμωδοί και σοφοί ενδιαφέρονται με ζήλο γι’ αυτή την θρησκευτική ερμηνεία της ιστορίας που γεννιέται από την συνάντηση του θείου Λόγου με τα γεγονότα που τα θέλησε και τα κατευθύνει ο Θεός. Τα γεγονότα της ιστορίας επιβεβαιώνουν τον Λόγο και οδηγούν τους ανθρώπους στην πίστη, επειδή έχουν ισχύ σημείων (Εξόδου ιγ΄, 30 και εξής). Ο Λόγος φωτίζει τα γεγονότα που τα αποσπά από την καθημερινή κοινότυπη τύχη (Ιερεμίου λδ΄, 4-11, Ησαΐου με΄, 1-6) για να τα εντάξει μέσα σ’ ένα αμετάκλητο σχέδιο, όπως το διακηρύσσει ο Ίδιος ο Θεός «ποιήσω και τις αποστρέψει αυτό;» (Ησαΐου μγ΄, 13). Ουδείς δύναται να ματαιώσει τα σχέδια και τις αποφάσεις του Θεού.
Οι «έσχατοι καιροί» αποτελούν την εσχατολογική Διαθήκη. Σ’ αυτούς τους καιρούς θα αποκαλυφθούν τα μυστήρια του Θεού.
β΄. Ο Θεός αποκαλύπτεται και ο ίδιος μέσα απ’ όσα εκτελεί εδώ στην γη.
Η δημιουργία Του αποκαλύπτει όλη την σοφία και την παντοδυναμία Του (προς Ρωμαίους α΄, 19-20). Η αποκάλυψη επιτρέπει στον λαό του Θεού να αντιλαμβάνεται αναλογικά τον Δημιουργό μέσα από την μεγαλοπρέπεια και το κάλλος των δημιουργημάτων (Σοφίας Σολομώντος ιγ΄, 3 και εξής).
Ωστόσο, ο Θεός αποκαλύπτεται κυρίως στην Ιστορία του Ισραηλιτικού λαού με ιδιαίτερο τρόπο. Οι πράξεις Τον αποδεικνύουν Ποιος είναι:
Ο φοβερός Θεός που κρίνει και μάχεται.
Ο εύσπλαγχνος Θεός που παρηγορεί και θεραπεύει (Ησαΐου μ΄, 1).
Ο ισχυρός Θεός που απελευθερώνει και νικά.
Ο Θεός είπε στον Μωϋσή το όνομά Του: «Κύριος ο Θεός οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος και αληθινός». Ο βιβλικός αυτός ορισμός του Θεού (Εξόδου λδ΄, 6 και εξής) δεν είναι αποτέλεσμα φιλοσοφικών στοχασμών, αλλά βιωματικής εμπειρίας.
Αυτή η συγκεκριμένη γνώση με την εμβάθυνση που της δίνουν οι αιώνες, καθορίζει την στάση που πρέπει να τηρήσουν οι άνθρωποι απέναντί Του. Πίστη και εμπιστοσύνη, φόβο και αγάπη.
Ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη αποκαλύπτει το εσώτερο μυστικό του Είναι Του, δηλαδή της υπάρξεώς Του.
Οι άνθρωποι δεν διεισδύουν ακόμα στα μύχια του Είναι Του, αλλά διαφωτίζονται ήδη από τον Λόγο Του, από το έργο της Σοφίας Του και αγιάζονται από το Πνεύμα Του. Στους «εσχάτους καιρούς» θα κάνει ακόμη περισσότερα. Τότε «οφθήσεται η δόξα Κυρίου και όψεται πάσα σαρξ το σωτήριον του Θεού ότι Κύριος ελάλησε» (Ησαΐου μ΄, 5, νβ΄ 8, ξ΄, 1).
Αυτή είναι η υψίστη αποκάλυψη της οποίας ο τρόπος δεν αποκαλύπτεται από πριν. Είναι η μεγάλη ημέρα η ένδοξος και επιφανής, όταν δηλαδή ο Θεός θα εμφανισθεί με όλη την θεϊκή δόξα, δύναμη και μεγαλοπρέπεια ενώπιον του Οποίου θα προσκυνήσουν Άγγελοι, Άνθρωποι και Δαίμονες.