«Ὁ Ἰησοῦς εἰσήλθε σήμερα στά Ἱεροσόλυμα ὡς βασιλεύς. Οἱ Ἰουδαίοι Τόν ὑποδέχονται ὡς Μεσσία κρατῶντας κλάδους φοινικιᾶς ἐπευφημοῦντες “Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ”. Ὅμως ὁ Κύριος τούς ἀπογοήτευσε, διότι ὁ θρόνος Του εἶναι ὁ Σταυρός καί αὐτή τήν “ἐξουσία” κληροδότησε στούς χριστιανούς νά πραγματώσουν μέ τήν θυσία τους τήν ειρήνη πού Ἐκείνος ἐξήγγειλε…» επεσήμανε ο Σεβ. Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός στο πολυπληθές εκκλησίασμα, την Κυριακή των Βαΐων, στον Ιερό Ενοριακό Ναό Αγίου Γεωργίου, της παραμεθόριας κωμοπόλεως των Καστανέων, όπου και ιερούργησε.
Και συνέχισε·«Ὁ Ἰησοῦς δέν ἦρθε νά χύσει τό αἷμα τῶν ἐχθρῶν του ἀλλά τό δικό του αἷμα, καί, μάλιστα, γιά χάρη τῶν ἐχθρῶν. Δέν ἦρθε νά ἐπιβάλει τήν ἐξουσία του, ἀλλά νά ὑπηρετήσει. Δέν ἦρθε νά ἱδρύσει ἕνα καινούργιο βασίλειο, ἀλλά μιά παγκόσμια κοινότητα, τήν Ἐκκλησία, μέσα στήν ὁποία ὅλοι οἱ λαοί θά ζοῦν ἀδελφωμένοι καί θά ἀγωνίζονται γιά τήν πραγμάτωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἀκριβῶς τόν εἶχαν περιγράψει οἱ προφῆτες, ἦρθε νά κηρύξει τήν εἰρήνη καί τή δικαιοσύνη. Μιά εἰρήνη πού δέν ἐξαντλεῖται στήν ἐπιφανειακή ἠρεμία τῆς ἀπουσίας πολέμου, οὔτε μπορεῖ νά συνυπάρξει μέ τήν ἐκμετάλλευση τῶν ἰσχυρῶν, τήν ἀπληστία τῶν πλουσίων, τήν αὐθαιρεσία τῶν μεγάλων. Μιά εἰρήνη, πού δέν ἀνέχεται νά πεθαίνουν χιλιάδες ἄνθρωποι καθημερινά ἀπό τήν πεῖνα, νά καταπιέζονται καί νά δολοφονοῦνται. Μιά εἰρήνη, πού μόνον τότε θά ἑδραιωθεῖ ὅταν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι βροῦν νόημα ζωῆς καί καταξιώσουν τήν ὕπαρξή τους.
»Ἀλλά αὐτό προϋποθέτει ὅτι οἱ χριστιανοί πρέπει νά εἶναι ἕτοιμοι νά μιμηθοῦν τόν Δάσκαλό τους, νά ἀγωνισθοῦν γιά τή συμφιλίωση τῶν ἀνθρώπων, νά περάσουν ἀπό τόν χῶρο τοῦ ἀτομισμοῦ καί τοῦ συμφέροντος στό χῶρο τῆς κοινωνικότητας καί τῆς ἀλληλεγγύης. Τό χριστιανικό ἦθος βρίσκεται στούς ἀντίποδες τῆς βίας, καταλύει κάθε προσπάθεια ἐπιβολῆς πάνω στόν ἄλλο, ξέρει ὅτι τό καλό δέν μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ μέ ἀνεπίτρεπτα μέσα, γιατί τότε παύει νά εἶναι πιά καλό. Στήν εἰρήνη πού ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστός δέν χωροῦν ἀνταγωνισμοί, γιατί οἱ ἄνθρωποι «κατακόψουσι τὰς ρομφαίας αὐτῶν εἰς ἄροτρα καὶ τὰ δόρατα αὐτῶν εἰς δρέπανα… καὶ οὐ μὴ μάθωσιν ἔτι πολεμεῖν», ὅπως εἶχαν ὁραματιστεῖ οἱ προφῆτες τοῦ 8ου π.Χ. αἰῶνα (Μιχ 4:3· Ἠσ. 2:4)».
Προ της απολύσεως ο Σεβασμιώτατος ανέγνωσε την ευχή των Βαΐων και στη συνέχεια οι πιστοί κρατούντες τα τεκμήρια της εις Χριστόν πίστεώς τους, τα βάγια, λιτάνευσαν πέριξ του Ναού την εικόνα της Βαϊοφόρου ψάλλοντας το απολυτίκιο της εορτής “Τήν κοινήν ἀνάστασιν…”