Το Σάββατο 6 Ιουλίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Πανηγυρικό Εσπερινό και κήρυξε τον θείο λόγο.
Ανήμερα της εορτής το πρωί τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λείτουργία ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία :
«Πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
Στή σημασία καί τήν ἀξία τῆς πίστεως ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθυνόμενος πρός τούς χριστιανούς τῆς Γαλατίας, ἀλλά καί ὅλους ἐμᾶς πού πιστεύουμε στόν Χριστό.
Καί τί λέγει; Μᾶς λέγει ὅτι ἡ πίστη στόν Χριστό δέν εἶναι σάν τίς ἄλλες πίστεις τοῦ κόσμου. Ἡ πίστη στόν Χριστό ὡς Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀληθινό καί ζῶντα Θεό, δέν περιορίζεται μόνο σέ αὐτή τήν ἁπλῆ παραδοχή. Παράγει καί πολλαπλά ἀποτελέσματα. Καί γιά αὐτά κάνει λόγο ὁ μέγας Παῦλος.
Τό πρῶτο ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι ὅσοι πιστεύουν στόν Χριστό εἶναι υἱοί Θεοῦ. «Πάντες γάρ υἱοί Θεοῦ διά τῆς πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
Τό δεύτερο ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ ἔνδυση διά τοῦ Χριστοῦ ὅσων βαπτίσθηκαν στό ὄνομά του. Ὁ Χριστός γίνεται δηλαδή γιά ὅσους βαπτίζονται «εἰς Χριστόν», ὡς ἐπισφράγιση τῆς πίστεώς τους, ἀναπόσπαστο σημεῖο τῆς ὑπάρξεώς τους. «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε».
Καί τό τρίτο ἀποτέλεσμα γιά ὅσους πιστεύουν στόν Χριστό εἶναι ὅτι παύουν νά ἰσχύουν οἱ μεταξύ τους διαφορές. Δέν ὑπάρχουν πιά Ἰουδαῖοι καί Ἕλληνες, δέν ὑπάρχουν δοῦλοι ἤ ἐλεύθεροι, δέν ὑπάρχουν ἄνδρες ἤ γυναῖκες. Ὅλοι ἔχουν τήν ἴδια θέση, ὅλοι ἔχουν τήν ἴδια ἀξία, ὅλοι ἔχουν τήν ἴδια προοπτική, γιατί ὅλοι, ὅπως θά πεῖ ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος στή συνέχεια, εἶναι κληρονόμοι κατ᾽ ἐπαγγελίαν, εἶναι κληρονόμοι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσή του.
«Πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Ὅλοι ἐσεῖς εἶστε ἕνα, εἶστε τό ἴδιο, στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, εἶστε τό ἴδιο, ἐφόσον πιστεύετε στόν Χριστό.
Ἡ διαβεβαίωση αὐτή τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἰσχύει καί γιά μᾶς σήμερα. Ὅλοι ὅσοι βρισκόμασθε ἐδῶ σήμερα, ὅσοι ἤλθαμε γιά νά τιμήσουμε τή μνήμη τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος Κυριακῆς ἐδῶ, στήν Ἱερά Μονή της, εἴμαστε μεταξύ μας ἕνα, εἴμαστε ἕνα στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, στόν ὁποῖο πιστεύουμε.
Αὐτό βεβαίως δέν καταργεῖ τήν προσωπικότητα καί τίς ἰδιαιτερότητες τοῦ καθενός μας, δέν καταργεῖ καί δέν ἀκυρώνει τά χαρίσματα πού ἔχει δώσει στόν καθένα ἀπό μᾶς ὁ Χριστός «πρός καταρτισμόν τῶν ἁγίων, εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ», ἀλλά μᾶς ὑπενθυμίζει τό μεγάλο προνόμιο πού ἔχουμε ὅλοι, νά εἴμαστε ἕνα καί μέ τούς ἁγίους μας, μέ τούς ὁποίους, ὅπως λέγει ἀλλοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἴμαστε συμπολίτες.
Καί εἶναι ὄντως μεγάλο προνόμιο νά εἴμαστε ἕνα μέ τούς ἁγίους μας, νά εἴμαστε στήν ἴδια θέση μέ τήν ἑορταζομένη ἁγία μεγαλομάρτυρα Κυριακή, τήν ὁποία τιμοῦμε σήμερα. Ὅμως δέν ἀρκεῖ μόνο αὐτό. Δέν ἀρκεῖ νά περιοριζόμαστε μόνο σέ αὐτό καί νά καυχώμεθα γι᾽αὐτό τό προνόμιο πού ἔχουμε.
Ἔχουμε συγχρόνως καί ὑποχρεώσεις πού προκύπτουν ἀπό αὐτό τό προνόμιο. Διότι, ἐάν θέλουμε πράγματι νά εἴμαστε καί ἐμεῖς τό ἴδιο μέ τούς ἁγίους, τό ἴδιο μέ τήν ἁγία Κυριακή, τότε ἔχουμε χρέος νά προσπαθοῦμε νά κάνουμε καί ἐμεῖς στή ζωή μας ὅ,τι ἔκανε καί ἐκείνη.
Δέν μποροῦμε, δηλαδή, νά ζοῦμε ὅπως θέλουμε, ὅπως μᾶς ἀρέσει, ὅπως μᾶς συμφέρει, ἀδιαφορώντας γιά τό θέλημα καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, καί νά ἔχουμε στή συνέχεια τήν ψευδαίσθηση ὅτι εἴμαστε τό ἴδιο μέ τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, τό ἴδιο μέ τήν ἁγία Κυριακή.
Βεβαίως, ἐμεῖς δέν ζοῦμε σέ ἐποχή διωγμῶν, ὅπως ζοῦσε ἡ ἁγία Κυριακή. Δέν ζητᾶ ἀπό ἐμᾶς κανείς νά ἐπιλέξουμε ἀνάμεσα στήν πίστη μας στόν Χριστό καί στή ζωή μας.
Ζητᾶ ὅμως καί ἀπό ἐμᾶς ὁ Χριστός, ἐφόσον δέν θέλουμε νά πιστεύουμε μόνο στά λόγια, ἀλλά νά εἴμαστε πραγματικοί μαθητές του, ὅπως καί ἁγία Κυριακή, νά τόν ἀγαποῦμε, ὅπως καί ἐκείνη.
Καί ἐάν ἐκείνη τόν ἀγάπησε σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά θυσιάσει καί τή νεότητά της καί τό κάλλος της καί αὐτήν ἀκόμη τή ζωή της, ὑπομένοντας τά βασανιστήρια καί τόν θάνατο, ἐμεῖς μποροῦμε νά δείχνουμε στόν Χριστό τήν ἀγάπη μας ἐφαρμόζοντας στή ζωή μας τό θέλημά του καί τηρώντας τίς ἐντολές του. Διότι, ὅπως λέγει καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, «ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με». Αὐτός δηλαδή πού τηρεῖ τίς ἐντολές μου, εἶναι αὐτός πού μέ ἀγαπᾶ.
Ζητᾶ ὅμως καί κάτι ἀκόμη ἀπό ἐμᾶς ὁ Χριστός. Μᾶς ζητᾶ νά τόν ὁμολογοῦμε. Νά ὁμολογοῦμε τήν πίστη μας σέ Αὐτόν καί νά λέμε, ὅταν χρειάζεται, ὅτι εἴμαστε μαθητές του, ὅτι εἴμαστε πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς νά διστάζουμε, χωρίς νά φοβόμαστε τά σχόλια ἤ καί τίς εἰρωνεῖες τῶν ἀνθρώπων, ἔχοντας πάντοτε ὑπόψη μας, ὅπως τό εἶχε καί ἡ ἁγία Κυριακή, τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου ὅτι ὅποιος τόν ὁμολογήσει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, αὐτόν θά τόν ὁμολογήσει καί Ἐκεῖνος ἐνώπιον τοῦ Πατρός του τοῦ ἐν οὐρανοῖς.
Ἐάν τά κάνουμε αὐτά στή ζωή μας, τότε θά ἰσχύει καί γιά μᾶς πραγματικά ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου «πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», καί θά ἔχουμε τή χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας, τήν ὁποία εὔχομαι σέ ὅλους μας καί πρωτίστως στή Γερόντισσα καί στίς ἀδελφές πού διακονοῦν τήν ἁγία Κυριακή, διά τῶν πρεσβειῶν της.