Την Πέμπτη 24 Ιανουαρίουτο πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγοστον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη Ημαθίας, επί τη εορτή της Οσίας Ξένης.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :
«Ἀποξενοῦται τοῦδε τοῦ βίου Ξένη, οὗ ζῶσα καί πρίν, ὡς ἀληθῶς ἦν ξένη».
Σέ αὐτούς τούς δύο στίχους τοῦ ἱεροῦ Συναξαριστοῦ συνοψίζεται τό βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς τῆς ἑορταζομένης σήμερα ὁσίας μητρός ἡμῶν Ξένης, τήν ὁποία τιμοῦμε καί φέτος ἐδῶ στήν ἐνορία σας.
Καί οἱ δύο αὐτοί στίχοι συνδέονται μέ τό ὄνομα τό ὁποῖο ἡ ἴδια ἡ ἁγία ἐπέλεξε γιά τόν ἑαυτό της, καί τό ὁποῖο περιγράφει τή στάση της ἀπέναντι στή ζωή, περιγράφει τήν ἐπιλογή της γιά τήν ἐπίγεια ζωή της.
Γιατί τί εἶναι ἡ ἐπίγεια ζωή; Εἶναι ἕνα χρονικό διάστημα προετοιμασίας γιά νά ζήσουμε τήν αἰώνια καί ἀτελεύτητη ζωή τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Ὁ Θεός δέν μᾶς ἔπλασε γι᾽ αὐτή τή ζωή, μᾶς ἔπλασε γιά τήν αἰώνια, ὅμως ἡ ἁμαρτία πού εἰσῆλθε στόν κόσμο μέ τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων ἔφερε τή φθορά καί τόν θάνατο, ὥστε νά μήν παραμείνει τό κακό αἰώνιο, καί ἔκανε τή ζωή μας ἐδῶ στή γῆ ἕνα πέρασμα, ἕνα πεδίο ἀσκήσεως, τό ὁποῖο δέν εἶναι μόνιμο ἀλλά προσωρινό, μέχρι νά φθάσουμε στόν τελικό προορισμό μας, μέχρι νά φθάσουμε στήν αἰώνια πατρίδα μας, πού εἶναι ὁ οὐρανός.
Αὐτό ἐννοεῖ καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν δηλώνει ὅτι ἐδῶ στή γῆ «οὐκ ἔχομεν μένουσαν πόλιν». Στή γῆ, λέει, δέν ἔχουμε μόνιμη πατρίδα, ἀλλά ζοῦμε ἐδῶ ἐπιζητώντας καί προσπαθώντας νά φθάσουμε στή μέλλουσα, στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, «ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητῶμεν».
Γι᾽ αὐτό καί εἴμαστε καί πρέπει νά αἰσθανόμεθα «ξένοι καί παρεπίδημοι» στή γῆ, πρέπει νά αἰσθανόμεθα ὅτι ἡ γῆ δέν εἶναι ὁ δικός μας τόπος, νά αἰσθανόμεθα, ὅπως αἰσθάνονται ἐκεῖνοι πού φεύγουν ἀπό τήν πατρίδα τους καί πηγαίνουν σέ ξένους τόπους γιά νά ἐργασθοῦν καί νά ζήσουν, ἔχουν ὅμως πάντοτε τόν νοῦ τους στήν πατρίδα τους καί ἐπιθυμοῦν νά ἐπιστρέψουν σέ αὐτή τό συντομότερο δυνατόν.
Γιατί καί γιά μᾶς, ἀδελφοί μου, ὅπως καί γιά τήν ἑορταζομένη ὁσία Ξένη, πατρίδα μας δέν εἶναι τό χωριό ἤ ἡ πόλη στήν ὁποία γεννηθήκαμε καί ζοῦμε, εἶναι ὁ οὐρανός. Εἶναι ἡ αἰώνια ζωή στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, διότι ἐκεῖ βρίσκονται οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, τῶν ὁποίων, ὅπως λέει καί πάλι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἴμεθα συμπολίτες καί οἰκεῖοι.
Γι᾽ αὐτή τήν αἰώνια πατρίδα, ὅπου δέν ὑπάρχει τέλος, δέν ὑπάρχει προσωρινότητα, γιά τόν οὐρανό, ἐγκατέλειψε ἡ ὁσία Ξένη τήν ἐπίγεια πατρίδα της, τή Ρώμη, καί τήν ἀγάπη καί τή στοργή τῶν οἰκείων της, οἱ ὁποῖοι ὅμως δέν τήν βοηθοῦσαν νά φθάσει στή μόνιμη καί οὐράνια πατρίδα, γιατί ἐπέμεναν νά τήν νυμφεύσουν, ἐνῶ ἐκείνη εἶχε ἀποφασίσει νά ἀφιερώσει τή ζωή της στόν Χριστό.
Ἔτσι ἔφυγε ἀπό τό σπίτι της καί πῆγε σέ ἕναν τόπο πολύ μακρινό, στά Μύλασα τῆς Καρίας, στή Μικρά Ἀσία, ὅπου κανείς δέν τήν ἤξερε καί κανείς δέν θά μποροῦσε νά τήν ἀναγνωρίσει, γιά νά ζήσει ἐκεῖ ὅπως ἐπιθυμοῦσε, ξένη ἀνάμεσα σέ ξένους, μέ σταθερή κατεύθυνση πορείας ὅμως τόν οὐρανό, στόν ὁποῖο ποθοῦσε νά φθάσει σάν τήν αἰώνια καί μόνιμη πατρίδα της.
Ἔζησε ἔτσι αὐτό τό ὁποῖο ἔλεγε τό ὄνομα τό ὁποῖο ἐπέλεξε, ἐγκαταλείποντας μαζί μέ ἄλλα καί τό βαπτιστικό της ὄνομα, πού ἦταν Εὐσεβία, καί ἔγινε Ξένη, ἀποξενώθηκε δηλαδή ἀπό τή ζωή της, γιά νά ζήσει μαζί μέ τόν Χριστό.
Καί αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἐπιλογή τῆς ἑορταζομένης ὁσίας Ξένης ἀποτελεῖ καί γιά μᾶς μία ὑπόμνηση καί ἕναν ὁδοδείκτη. Ἀποτελεῖ ὑπόμνηση ὅτι δέν θά πρέπει νά προσκολλώμεθα στά πράγματα τοῦ κόσμου καί νά ἀδιαφοροῦμε γιά τήν ψυχή μας, νά ἀδιαφοροῦμε γιά τή σχέση μας μέ τόν Θεό. Γιατί τά πράγματα τοῦ κόσμου, ἀκόμη καί ὅσα μέ κόπο ἀποκτοῦμε καί ὅσα μᾶς εὐχαριστοῦν καί μᾶς τέρπουν καί ὅσα πιστεύουμε ὅτι θά εἶναι μόνιμα στή ζωή μας, εἶναι προσωρινά, γιατί προσωρινή εἶναι καί ἡ ἐπίγεια ζωή μας, καί τά πλούτη καί ἡ δόξα καί οἱ ἐπίγειες ἀπολαύσεις εἶναι προσωρινά. Γι᾽ αὐτό καί δέν θά πρέπει νά τά ἀφήνουμε νά μᾶς ἀποξενώνουν ἀπό τόν Θεό. Δέν θά πρέπει νά τά ἀφήνουμε νά μᾶς κάνουν νά ξεχνοῦμε τήν πραγματική μας πατρίδα, γιά τήν ὁποία θά πρέπει νά προετοιμαζόμαστε καί πρός τήν ὁποία θά πρέπει νά ἀποβλέπουμε σέ ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή μας.
Πῶς ὅμως θά τό ἐπιτύχουμε αὐτό;
Γιά νά τό ἐπιτύχουμε δέν χρειάζεται νά ἐγκαταλείψουμε τά πάντα καί νά ξενιτευθοῦμε, ὅπως ἔκανε ἡ ὁσία Ξένη. Ἀρκεῖ νά ἀγωνιζόμεθα νά ἐγκαταλείψουμε «τόν παλαιόν ἄνθρωπον», νά ἀποξενωθοῦμε ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, ἀπό τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες καί τούς πονηρούς λογισμούς, πού γεμίζουν τήν ψυχή μας καί σκοτίζουν τόν νοῦ μας.
Ἐάν ἀγωνιζόμεθα νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό αὐτά, τότε θά μποροῦμε νά ἔχουμε περισσότερο στραμμένο τόν νοῦ μας στόν αἰώνιο προορισμό μας, στήν αἰώνια πατρίδα μας. Τότε θά ζοῦμε περισσότερο μέσα στήν παρουσία καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί θά προετοιμαζόμεθα μέ τή βοήθειά του, ὥστε νά μπορέσουμε νά ζήσουμε καί ἐμεῖς κοντά του ὄχι μόνο ἐδῶ στή γῆ ἀλλά καί αἰώνια στή βασιλεία του, ὅπως ἡ ὁσία Ξένη τήν ὁποία τιμοῦμε σήμερα.
Ἐάν πράγματι ἀγαποῦμε αὐτή τήν αἰώνια πατρίδα μας, τή μοναδική, τή σταθερή καί μόνιμη, θά πρέπει, ἀδελφοί μου, νά κάνουμε πολλές θυσίες, θυσίες, τέτοιες πού δυστυχῶς εἶναι σάν τά βαρίδια ἐκεῖνα πού μᾶς κρατοῦν σέ αὐτή τή γῆ, ἐνῶ ὁ προορισμός εἶναι ὁ οὐρανός. Καί πάνω ἀπό ὅλα θά πρέπει νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη, τίς κακίες, τίς μνησικακίες, ὅλα αὐτά τά ὁποῖα δυστυχῶς μᾶς χωρίζουν καί ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τούς ἀνθρώπους μας. Ἐάν πράγματι ἐπιθυμοῦμε νά ζήσουμε αἰώνια, καί ὅλοι μας, θέλουμε δέν θέλουμε, θά ζήσουμε, ἀλλά πῶς θά ζήσουμε, ἄλλοι κοντά στόν Χριστό καί ἄλλοι μακριά του, μόνο αὐτό νά βάλλουμε στό μυαλό μας φεύγοντας: θέλουμε νά ζήσουμε τήν αἰώνια ζωή μας μακριά ἀπό τόν Θεό ἤ θέλουμε νά ζήσουμε μαζί του, μαζί μέ τούς ἁγίους, μαζί μέ τόν ἅγιο Γεώργιο καί τήν ὁσία Ξένη; Ἄς προβληματισθοῦμε καί ἄς ἀποφασίσουμε τή ζωή μας νά τήν διαμορφώσουμε ἔτσι, ὥστε νά μήν μᾶς στερήσει τήν αἰώνια ζωή. Ἀμήν.