Dogma

Λαμπρός εορτασμός ανακομιδής λειψάνων Οσίου Αμφιλοχίου στη Βέροια

Την Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Οσίου Νικοδήμου Βεροίας με την ευκαιρία της εορτής της ανακομιδής των Ιερών Λειψάνων του Οσίου Αμφιλοχίου του εν Πάτμω. 

Η ενορία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Οσίου Νικοδήμου Βεροίας τιμά και πανηγυρίζει ιδιαιτέρως την ιερά μνήμη του Οσίου Αμφιλοχίου του εν Πάτμω, καθώς στο πνευματικό κέντρο του Ιερού Ναού υπάρχει Παρεκκλήσιο αφιερωμένο στον νέο Άγιο της Εκκλησίας μας. Εξαιτίας όμως των ειδικών περιοριστικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας η Ιερά Πανήγυρις λαμβάνει χώρα στον κυρίως Ναό.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων εκ μέρους του εκκλησιαστικού συμβουλίου τίμησε την μεγάλη ευεργέτιδα του Ιερού Ναού κ. Χαρίκλεια Παπαδοπούλου, η οποία προσφάτως προσέφερε την Ιερά Λειψανοθήκη του Οσίου Αμφιλοχίου.

Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας χειροθέτησε Αναγνώστη τον κ. Ιωάννη Ανδρεανίδη, ο οποίος διακονεί στο Ιερό Βήμα της Ενορίας.

Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του κατά την Θεία Λειτουργία ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ὅς τις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν».

Πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες ἡ Ἐκκλη­σία μας ἑόρτασε τήν Ὕψωση τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί μᾶς ὑπενθύ­μισε τή μεγάλη θυσία πού ἔκανε ὁ Χριστός γιά μᾶς, ὄχι μόνο γενόμε­νος ἄνθρωπος, ἀλλά καί ὑπομέ­νοντας τόν φρικτό καί ἐπονείδιστο σταυρικό θάνατο χάριν τῆς σωτη­ρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Ὁ Χριστός θυσιάσθηκε γιά μᾶς. Θυσιάσθηκε χωρίς νά ζητήσει τίπο­τε ἀπό μᾶς καί μᾶς προσέφερε τή σωτηρία δωρεάν.

Δέν μᾶς ὑποχρεώνει οὔτε νά τόν ἀκολουθήσουμε οὔτε νά δεχθοῦμε τή σωτηρία πού μᾶς χάρισε. Ἀφή­νει καί τά δύο στήν ἐλεύθερη βού­ληση καί προαίρεσή μας. «Ὅς τις θέλει», μᾶς λέγει. Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει. Δέν ἐμποδίζει κα­νέ­ναν, δέν ἀποκλείει κανέναν. Ἀφήνει τήν ἐπιλογή ἐλεύθερη. Θέ­τει ὅμως μία καί μόνη προϋπόθεση σέ ἐκείνους πού θά ἐπιλέξουν νά τόν ἀκολουθήσουν. Καί τήν ζητᾶ μόνο ἀπό ἐκείνους πού θά θελή­σουν νά ἀποδεχθοῦν τήν προσφο­ρά τῆς σωτηρίας πού μᾶς χάρισε.

Σέ αὐτούς ἀπευθύνεται ὁ Χριστός σήμερα. Σέ ὅλους ἐμᾶς ἀπευθύνε­ται, οἱ ὁποῖοι μέ τή βάπτισή μας, μέ τήν παρουσία μας μέσα στήν Ἐκ­κλησία, μέ τή συμμετοχή μας στά ἱερά μυστήριά της δείχνουμε ὅτι θέλουμε νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό στή ζωή μας.

Καί δέν ζητᾶ, ὅπως εἴπαμε, κάτι γιά τόν ἑαυτό του ὁ Χριστός οὔτε τό ζητᾶ ὡς ἀνταπόδοση γιά τή δική του θυσία. Τό ζητᾶ, γιατί μόνο ὅποιος προσφέρει αὐτό πού ζητᾶ ὁ Χριστός, μόνο ὅποιος ἐκπληρώσει τήν προϋπόθεση πού ὁρίζει ὁ Χρι­στός, μόνο αὐτός μπορεῖ νά τόν ἀκο­λουθήσει καί νά οἰκειοποιηθεῖ τή σωτηρία πού μᾶς προσέφερε μέ τή θυσία του.

Ποιά εἶναι ὅμως αὐτή ἡ προϋ­πό­θεση; Εἶναι ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας. «Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν», λέ­γει ὁ Χριστός. Καί λέγοντας «ἑαυ­τόν» ὁ Χριστός ἐννοεῖ τόν κακό ἑαυτό μας, ἐννοεῖ «τόν παλαιόν ἄνθρωπον», ὅ,τι δέν συμβαδίζει μέ τό θέλημα καί τίς ἐντολές του, ὅ,τι γίνεται ἐμπόδιο στήν πορεία μας πρός τόν Χριστό, ὅ,τι μᾶς ἐνοχλεῖ καί δέν μᾶς ἀφήνει ἀπερίσπαστους νά τόν ἀκολουθήσουμε. Αὐτά μπο­ρεῖ νά εἶναι συνήθειες κακές καί ἀδυναμίες, μπορεῖ νά εἶναι προσ­κόλληση σέ γήινα καί κοσμικά πράγ­ματα, μπορεῖ νά εἶναι ἐπιθυ­μίες ἐφάμαρτες καί ἁμαρτίες πού βαρύνουν τήν ψυχή μας, πού τήν δεσμεύουν, μπορεῖ νά εἶναι περι­σπασμοί καί ἀπασχολήσεις πού δέν ἀφήνουν τόν νοῦ μας νά στραφεῖ πρός τόν Θεό, πού δέν μᾶς ἀφή­νουν νά βαδίσουμε στή ζωή μας σύμφωνα μέ τό θέλημά του.

Ὅλα αὐτά εἶναι ὁ «ἑαυτός» μας, τόν ὁποῖο μᾶς ζητᾶ ὁ Χριστός νά ἀπαρνηθοῦμε, γιατί διαφορετικά δέν θά μπορέσουμε νά τόν ἀκο­λου­θήσουμε, ὅπως τόν ἀκολούθησε ὁ ἑορταζόμενος σήμερα σύγχρονός μας ἅγιος, ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος ὁ ἐν Πάτμῳ.

Ἀπό παιδί ἀγάπησε ὁ ἅγιος Ἀμφι­λόχιος τόν Χριστό καί θέλησε νά τόν ἀκολουθήσει, ὅπως τόν εἶχε ἀκολουθήσει μέ προθυμία καί ζῆλο ὁ ἠγαπημένος μαθητής του, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, στό νησί τοῦ ὁποίου, στήν Πάτμο γεννήθηκε καί μεγάλωσε ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος.

Καί δέν ἀκολούθησε τόν Χριστό μόνο μέ τή σκέψη καί μέ τή διάθεσή του. Τόν ἀκολούθησε οὐ­σια­στικά, ἀρνούμενος τόν ἑαυτό του καί τόν κόσμο, καί εἰσερχό­με­νος σέ ἡλικία 17 ἐτῶν ὡς δόκιμος στή μονή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.

Ἀπό ἐκείνη τήν ἡμέρα ἡ ζωή του ἦταν μία διαρκής ἄρνηση τοῦ ἑαυ­τοῦ του γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Μέ τήν ὑπακοή, μέ τήν ἄσκηση, μέ τή νηστεία, μέ τήν προσευχή ἀποδε­σμευόταν ἀπό ὅ,τι τόν συνέδεε μέ τόν κόσμο, μέ ὅ,τι τόν ἐμπόδιζε νά πλησιάσει περισσότερο τόν Χριστό καί νά τοῦ ἀφιερώσει ὁλοκληρω­τικά τήν ψυχή του καί τίς δυνάμεις του.

Ἄρνηση τοῦ ἑαυτοῦ του ἦταν ἀκόμη καί νά ἀναλάβει τήν εὐθύνη τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς τῆς Πά­τμου στά δύσκολα χρόνια τῆς ἰτα­λικῆς κυριαρχίας στά Δωδεκάνη­σα, ἀλλά καί τό ἱεραποστολικό ἔργο πού ἀνέλαβε γιά νά τονώσει τήν πίστη καί τήν ἐθνική συνεί­δηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῶν Δω­δε­κανήσων πού ὑπέφερε ἀπό τόν κατακτητή.

Ἄρνηση τοῦ ἑαυτοῦ του ἦταν καί ἡ καρτερία μέ τήν ὁποία ὑπέμεινε τήν ἐξορία, τήν ὁποία τοῦ ἐπέβα­λαν οἱ Ἰταλοί γιά νά ἐμποδίσουν τό ἔργο του, ἀλλά καί ἡ θυσιαστική δια­κονία του χάριν τῶν ἀνθρώ­πων, πού ἔφθανε σέ τέτοιον βαθμό, ὥστε νά μήν ὑπολογίζει τόν δικό του κόπο προκειμένου νά ἐξυπηρε­τήσει τίς ἀνάγκες τους, ἀλλά καί νά λέει συχνά στά πνευματικά του παιδιά: «παράδεισο χωρίς ἐσᾶς, παιδιά μου, δέν τόν θέλω».

Ἔτσι ἀξιώθηκε ὁ ἅγιος Ἀμφιλό­χιος νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό, μιμούμενος τούς παλαιούς ἁγίους καί νά ἀναδειχθεῖ ἰσοστάσιος τῶν ὁσίων, τῶν πατέρων καί τῶν ἱερα­πο­στόλων καί νά προσφέρει τή χάρη τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους, μορφώνοντας στίς ψυχές τους τόν Χριστό.

Ἡ σημερινή ἑορτή τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἱεροῦ του λειψάνου ἄς παρακινήσει καί ἐμᾶς νά ἀπο­φα­σίσουμε νά ἀρνηθοῦμε τόν ἑαυ­τό μας καί νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, γιατί μόνο αὐτός ὁ δρόμος, παρά τίς δυσκολίες πού μπορεῖ νά συναντήσουμε καί νά ἀντιμετω­πί­σουμε, μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει καί στή χαρά καί κυρίως στή σωτη­ρία.