Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων κηρύττοντας τον θείο λόγο ευχήθηκε στον εορτάζοντα προϊστάμενο του Ιερού Ναού Πρωτοπρ. Λάζαρο Μουρατίδη για την ονομαστική του εορτή, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ κἄν ἀποθάνῃ ζήσεται, καί πᾶς ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ οὐ μή ἀποθάνῃ εἰς τόν αἰῶνα».
Ὁ Χριστός βαδίζει πρός τήν Ἱερουσαλήμ, βαδίζει πρός τό Πάθος του καί πρός τήν ὁλοκλήρωση τῆς ἐπιγείου ζωῆς καί ἀποστολῆς του.
Ὁ Χριστός «ἐπείγεται πρός τό πάθος», ὅπως θά ἀκούσουμε τίς ἑπόμενες ἡμέρες, ἀλλά ἕνα θλιβερό γεγονός ὁδηγεῖ τά βήματά του στή Βηθανία. Καί τό γεγονός αὐτό εἶναι ὁ θάνατος τοῦ φίλου του Λαζάρου.
Ὁ Χριστός, ὡς Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, ἄν καί γνωρίζει ὅτι ὁ Λάζαρος δέν ἀπέθανε ἀλλά καθεύδει, ὅπως λέγει, σπεύδει στή Βηθανία γιά νά παρηγορήσει τίς ἀδελφές τοῦ νεκροῦ. Σπεύδει ὅμως ταυτόχρονα καί γιά νά τίς διδάξει καί μέσω αὐτῶν καί ὅλο τόν κόσμο τήν ἀλήθεια σχετικά μέ τόν θάνατο.
«Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ κἄν ἀποθάνῃ ζήσεται, καί πᾶς ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ οὐ μή ἀποθάνῃ εἰς τόν αἰῶνα». Ὅποιος πιστεύει σέ μένα καί ἄν πεθάνει θά ζήσει καί ὁ καθένας πού πιστεύει σέ μένα δέν θά πεθάνει στόν αἰώνα.
Δυσνόητα καί ἀκατάληπτα τά λόγια τοῦ Ἰησοῦ. Ποιός μποροῦσε νά κατανοήσει τό νόημά τους; Ποιός μποροῦσε νά καταλάβει τί σήμαιναν ἐκείνη τή χρονική στιγμή; Ἀσφαλῶς κανείς· καί πολύ περισσότερο οἱ ἀδελφές τοῦ Λαζάρου, πού ἀκοῦν τά λόγια του καί τά προσλαμβάνουν ὡς μία μελλοντική προοπτική. Ἀδυνατοῦν νά ἐννοήσουν ὅτι ἡ ἀνάσταση εἶναι κάτι πού μπορεῖ νά συμβεῖ ἄμεσα, γιατί δέν εἶχαν δεῖ ἀκόμη οὔτε τήν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ τους οὔτε πολύ περισσότερο τήν ἀνάσταση τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ.
Γι’ αὐτό καί ὅταν ὁ Χριστός ρωτᾶ τή Μάρθα ἄν πιστεύει σ’ αὐτά πού τῆς λέει, ἡ Μάρθα ἀπαντᾶ καταφατικά ἀλλά ἀόριστα: «ναί Κύριε, πιστεύω ὅτι ἐσύ εἶσαι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ πού ἦρθε στόν κόσμο», γιατί δέν μπορεῖ νά κατανοήσει ἀκόμη τή σχέση πού ὑπάρχει ἀνάμεσα στήν πίστη καί στή ζωή.
Ἄν ὅμως αὐτό ἦταν φυσικό καί δικαιολογημένο γιά τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου πού δέν εἶχε ἐμπειρία τῆς ἀναστάσεως, γιά μᾶς, πού ἔχουμε αὐτή τήν ἐμπειρία μέσα ἀπό τή ζωή τοῦ Χριστοῦ καί τή ζωή τῶν ἁγίων, μέσα ἀπό τά ἱερά κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης καί τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά μᾶς πίστη καί ζωή, Χριστός καί ἀνάσταση εἶναι ἔννοιες ταυτόσημες. Καί ὅσο καί ἄν ἡ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ μᾶς ἐμποδίζει νά τό κατανοήσουμε, θά πρέπει νά τό προσεγγίζουμε μέ τήν πίστη μας στόν Χριστό.
Γιά τόν Χριστό, τόν μονογενῆ Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, δέν ὑπάρχει θάνατος, γιατί ὁ θάνατος εἶναι συνέπεια τῆς ἁμαρτίας καί δέν μπορεῖ νά σχετίζεται μέ τόν ἀναμάρτητο Θεό.
Ἄν ὁ Χριστός πέθανε, ἦταν γιατί μέ τήν ἀνθρώπινη φύση πού ἀνέλαβε μέ τήν ἐνσάρκωσή του ἀνέλαβε καί ὅλες τίς ἰδιότητές της. Ὁ Χριστός πέθανε γιά νά ἀναστηθεῖ. Πέθανε γιά νά χαρίσει ὄχι μόνο στούς ζῶντες ἀλλά καί στούς κεκοιμημένους τή δυνατότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς. Γιατί ὁ Χριστός δέν ἔχει καμία σχέση μέ τόν θάνατο. Θάνατος εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Χριστό. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή, ἡ μόνη ζωή, ἡ ἀληθινή ζωή. Ὅποιος πιστεύει, λοιπόν, στόν Χριστό ταυτίζεται μέ τόν Χριστό, ἄρα ταυτίζεται μέ τή ζωή καί κατά συνέπεια νικᾶ τόν θάνατο μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ καί ζεῖ τήν αἰώνια ζωή. Ὅποιος ἀντίθετα δέν πιστεύει στόν Χριστό, παραμένει δέσμιος τοῦ θανάτου· γιατί ἄν δέν πιστεύεις στή ζωή, ἄν δέν πιστεύεις πώς ὑπάρχει ζωή, τότε δέν ἔχεις τί νά ζήσεις, δέν ἔχεις τί ἄλλο νά περιμένεις καί ὁ θάνατος εἶναι ὁριστικός καί αἰώνιος.
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου εἶναι, ὅπως λέγει καί τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς, τό προανάκρουσμα καί τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως καί τῆς δικῆς μας μετοχῆς στήν ἀνάσταση καί τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι, ἄλλωστε, συμπτωματική ἡ ἐπιλογή τοῦ Χριστοῦ νά ἀναστήσει τόν Λάζαρο λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τή δική του ἀνάσταση. Τόν ἀνασταίνει, καί μάλιστα τετραήμερο, γιά νά μᾶς δείξει πώς ἡ ἀνάσταση δέν εἶναι κάτι πού ἐπιφύλαξε μόνο στόν ἑαυτό του, ἀλλά εἶναι κάτι πού ἐξασφάλισε γιά μᾶς, γιά ὅλους ὅσους πίστευσαν καί θά πιστεύσουν σ’ αὐτόν. Καί ὁ Λάζαρος ἦταν ἕνας ἀπό αὐτούς πού πίστευσαν στόν Χριστό. Γι’ αὐτό καί ἦταν φίλος τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Χριστός μᾶς διαβεβαίωσε ὅτι οἱ φίλοι του θά εἶναι μαζί του, θά εἶναι μέτοχοι τῆς ζωῆς του, μέτοχοι τῆς ἀναστάσεώς του.
Γιά μᾶς πού πιστεύουμε στόν Χριστό ὁ θάνατος εἶναι μιά παροδική ἀλλαγή τῆς ζωῆς μας, πού ἀλλάζει περιεχόμενο καί γίνεται ἀπό ἐπίγεια οὐράνια καί ἀπό προσωρινή αἰώνια.
Γι’ αὐτό καί γιά μᾶς πού πιστεύουμε ὁ θάνατος δέν εἶναι παρά τό προανάκρουσμα τῆς αἰώνιας ζωῆς, στήν ὁποία μᾶς περιμένει ὁ Χριστός, πού ἔγινε γιά χάρη «πρωτότοκος τῶν νεκρῶν», καί στήν ὁποία θά συναντήσουμε, μαζί μέ τούς δικαίους καί τούς ἁγίους, καί ὅλα τά προσφιλῆ μας πρόσωπα πού ἔζησαν μέ πίστη στόν Χριστό, γιά νά ἑορτάζουμε τόν ἀτελεύτητο θρίαμβο τῆς ἀνάστασεως τοῦ σωτῆρος καί λυτρωτοῦ μας Χριστοῦ αἰωνίως, ἐάν βέβαια μέ τή ζωή μας γίνουμε φίλοι τοῦ Χριστοῦ, ἐάν καί ἐφόσον τόν ἀγαποῦμε καί ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές του, ὥστε νά μένουμε, ὅπως λέει ὁ ἴδιος, μέσα στήν ἀγάπη του, ὅπως συνέβη καί μέ τόν φίλο του Λάζαρο, τόν ὁποῖο τιμοῦμε σήμερα καί εὐχόμεθα νά εὐλογεῖ, νά ἁγιάζει καί νά χαριτώνει καί ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι φέρουν τό ὄνομά του.