Τις στάσεις των οίκων έψαλαν κατά σειρά ο εφημέριος του Μητροπολιτικού Ναού Πρωτοπρεσβύτερος π. Βασίλειος Παπαχρήστου, ο Αρχιερατικός Επίτροπος Αλεξανδρείας και προϊστάμενος του ως άνω Μητροπολιτικού Ναού Αρχιμ. Διονύσιος Ανθόπουλος, ο Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως μας Αρχιμ. Νεκτάριος Λασκαρίδης και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων, ο οποίος στο τέλος κήρυξε και τον θείο λόγο.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ποῖόν σοι ἐγκώμιον προσαγάγω ἐπάξιον· τί δέ ὀνομάσω σε; ἀπορῶ καί ἐξίσταμαι».
Καί ἄν ὁ ἱερός καί θεόπνευστος ὑμνογράφος ἱστάμενος ἐνώπιον τῆς ἱερᾶς μορφῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου αἰσθάνεται ἀδυναμία νά βρεῖ ἕνα ἐγκώμιο ἀντάξιο τῆς ἁγιότητός της, ἕνα ἐγκώμιο πού νά εἶναι ἀντίστοιχο μέ τήν ὡραιότητα τῆς παρθενίας της καί τό ὑπέρλαμπρον τῆς ἁγνείας της, εἶναι φυσικό ἐμεῖς νά αἰσθανόμεθα ὄχι μόνο αὐτή τήν ὥρα, ἔχοντας ψάλει ὅλους αὐτούς τούς θεσπέσιους ὕμνους, ὅλους αὐτούς τούς ἀνυπέρβλητους χαιρετισμούς τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου πρός τήν Κυρία Θεοτόκο, ἀλλά καί κάθε φορά πού τό ἐπιχειροῦμε, ἀδυναμία.
Γιατί πῶς νά ὑμνήσει κανείς τήν Παναγία Παρθένο; Πῶς νά ἐγκωμιάσει κανείς αὐτήν πού ἐπέλεξε ὁ ἴδιος ὁ Θεός γιά νά γίνει Μητέρα τοῦ Υἱοῦ του, γιά νά γίνει συνεργός στό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου; Πῶς νά ἐγκωμιάσει κανείς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, στήν ὁποία, ἀκόμη καί ἄν προσφέρουμε «ἰσαρίθμους τῇ ψάμμῳ ᾠδάς», «οὐδέν τελοῦμεν ἄξιον»;
Ἄν ὅμως ὁ Υἱός της καί Θεός μας δέχεται εὐχαρίστως «ἐκ στόματος νηπίων καί θηλαζόντων αἶνον», εἶναι βέβαιο ὅτι καί ἡ φιλόστοργη καί ἀγαπῶσα καρδία τῆς Παναγίας Μητέρας του δέχεται καί τόν ταπεινό ὕμνο τῶν τέκνων της, δέχεται τά ἀδύναμα ψελλίσματα τῶν χειλέων καί τῶν καρδιῶν μας μέ πολλή ἀγάπη.
Τά δεχόταν ὅλες αὐτές τίς ἑβδομάδες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, κατά τίς ὁποῖες προστρέχαμε κάθε Παρασκευή στόν ἱερό ναό της γιά νά ψάλλουμε τούς Χαιρετισμούς της, ἀλλά καί γιά νά καταθέσουμε ἐνώπιον τῆς ἀγάπης της τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας, νά καταθέσουμε ὅ,τι μᾶς ἀπασχολοῦσε, ὅ,τι μᾶς ἀνησυχοῦσε, ὅ,τι μᾶς ἔθλιβε, καί νά τήν παρακαλέσουμε νά τά μεταφέρει στόν Υἱό της καί Κύριό μας καί νά γίνει ἵλεως γιά τόν καθένα μας ξεχωριστά ἀλλά καί γιά τόν κόσμο ὁλόκληρο, πού διέρχεται, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, δύσκολες ὧρες.
Δεχόταν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί τά ἐγκώμια καί τίς παρακλήσεις μας, γιατί ἡ ἀγάπη της γιά τούς ἀνθρώπους εἶναι τόσο ἀπέραντη, ὥστε νυχθημερόν μεσιτεύει γιά μᾶς καί ἱκετεύει τόν Υἱό της γιά χάρη μας, πολύ πρίν ἐμεῖς νά ἀντιληφθοῦμε τί ἔχουμε ἀνάγκη καί τί πρέπει νά τῆς ζητήσουμε.
Μεσιτεύει καί πρεσβεύει γιά τούς ἀνθρώπους μέ μεγαλύτερη ὅμως προθυμία καί μεγαλύτερη χαρά, ὅταν ἐμεῖς τήν ἐγκωμιάζουμε ὄχι μόνο μέ τά λόγια μας ἀλλά καί μέ τή ζωή μας.
Γιατί, ὅπως δέν ὑπάρχει μεγαλύτερος ἔπαινος καί ὡραιότερο ἐγκώμιο γιά μιά μητέρα ἀπό τό νά προοδεύουν καί νά προκόπτουν τά παιδιά της, ἀκολουθώντας τίς συμβουλές καί τό παράδειγμά της, ὅπως δέν ὑπάρχει καμιά μεγαλύτερη χαρά καί εὐχαρίστηση γιά μιά μητέρα ἀπό τό νά βλέπει τά παιδιά της νά ἐπιτυγχάνουν τόν στόχο καί τόν προορισμό τῆς ζωῆς τους, ἀναμφίβολα δέν ὑπάρχει καί μεγαλύτερο ἐγκώμιο καί ὡραιότερος ἔπαινος γιά τήν Παναγία μας ἀπό τό νά μᾶς βλέπει νά ἀκολουθοῦμε τό δικό της παράδειγμα· νά μᾶς βλέπει νά ἀκολουθοῦμε στή ζωή μας τό θέλημα τοῦ Υἱοῦ της, ὅπως ἡ ἴδια μᾶς συνέστησε, ἀφήνοντας ὡς ὑποθήκη σέ ὅλους μας τήν προτροπή της πρός τούς διακόνους στόν γάμο τῆς Κανᾶ «Αὐτοῦ ἀκούετε».
Κι ἀκόμη δέν ὑπάρχει πιό εὐάρεστος ἔπαινος γιά τήν Παναγία μας ἀπό τό νά μᾶς βλέπει νά μιμούμεθα τήν ὑπομονή καί τήν καρτερία της στίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες καί νά ὑπομένουμε ὅ,τι ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά μᾶς ἐπισκεφθεῖ στή ζωή μας καί νά δοκιμάσει τήν πίστη καί τήν ἀντοχή μας· νά μᾶς βλέπει νά πιστεύουμε στόν Υἱό της ὄχι μέ τά χείλη ἀλλά μέ τήν ψυχή, καί αὐτή τήν πίστη νά τήν μετατρέπουμε σέ ἔργα πίστεως καί ἀγάπης· νά μᾶς βλέπει νά ἀγωνιζόμαστε γιά νά διατηροῦμε τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας· νά μᾶς βλέπει νά καλλιεργοῦμε στήν ψυχή μας τίς ἀρετές πού περιμένει ἀπό ἐμᾶς ὁ Θεός, τήν ἀγάπη, τήν πραότητα, τήν ὑπομονή, τήν ἀνεξικακία, γιατί ἡ πνευματική εὐωδία αὐτῶν τῶν ἀρετῶν εἶναι ὑπέρτερη ἀπό τήν εὐωδία τῶν φυσικῶν ἀνθέων τά προσφέρουμε στήν Παναγία μας καί μέ τά ὁποῖα στολίζουμε τήν εἰκόνα της, γι’ αὐτό καί αὐτά τά ἄνθη τῶν ἀρετῶν εἶναι πιό εὐπρόσδεκτα ἀπό τήν Παναγία μας ἀπό τά φυσικά ἄνθη.
Ἄς ἐπιλέξουμε αὐτά τά ἐγκώμια καί ἄς τά προσφέρουμε στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο ὄχι μόνο αὐτήν τήν περίοδο ἀλλά σέ ὅλη μας τή ζωή γιά νά ἔχουμε πάντοτε τή χάρη καί τήν εὐλογία της. Ἰδιαίτερη τήν περίοδο αὐτή ἡ Παναγία μας τείνει εὐήκοο οὖς σέ ὅλους ὅσους προστρέχουμε πρός Αὐτήν μέ εὐλάβεια, μέ ἀγάπη ἀλλά καί πίστη, προκειμένου νά ἀκολουθήσουμε αὐτά τά ὁποῖα ἡ Παναγία θέλει ἀπό ἐμᾶς. Ὄχι γιατί τά ἔχει ἀνάγκη Ἐκείνη, ἀλλά γιά τό δικό μας τό συμφέρον, γιά τή δική μας τήν ἕνωση μέ τόν Υἱὄ της καί μέ Ἐκείνη. Γι᾽ αὐτό τό ὑπόλοιπο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἄς ἀγωνισθοῦμε περισσότερο, ἄς καθάρουμε τόν ἑαυτό μας, ἄς προσευχηθοῦμε περισσότερο στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, νά γίνει Ἐκείνη ἡ μεσίτρια πού θά μᾶς ἑνώσει μέ τόν Θεό της.