Την Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Αγίου Ελευθερίου Διαβατού.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Διό μή παύσῃ πρεσβεύων ὑπέρ τῶν τιμώντων τήν μακαρίαν σου ἄθλησιν».
Στή χορεία τῶν ἁγίων μαρτύρων πού ὡς νέφος καλύπτουν τή στρατευομένη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ὅλους ἐμᾶς τούς πιστούς πού ζοῦμε καί ἀγωνιζόμαστε «τόν καλόν ἀγῶνα τῆς πίστεως» τιμητική θέση κατέχει ὁ ἅγιος πού ἑορτάζουμε σήμερα, ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Ἐλευθέριος.
Καί ἡ θέση του ὀφείλεται στόν γενναῖο ἀγώνα του καί στόν διπλό στέφανό του. Γιατί ὁ ἅγιος Ἐλευθέριος δέν ἀπολαμβάνει στό οὐρανό μόνο τή δόξα τῶν μαρτύρων, ἀπολαμβάνει ταυτόχρονα καί τόν μισθό τῶν φρονίμων καί πιστῶν οἰκονόμων τοῦ Κυρίου, οἱ ὁποῖοι, κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ, ἐφόσον ἀναδείχθηκαν ἐπί γῆς πιστοί καί συνεπεῖς διάκονοι τοῦ Κυρίου, κατέστησαν «ἐπί πολλῶν» στόν οὐρανό, καί ἀπολαμβάνουν τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ, «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη».
Δέν θά ἤθελα ὅμως σήμερα νά σταθῶ στά περιστατικά τῆς ζωῆς καί τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίουἘλευθερίου, πού πιστεύω πώς εἶναι σέ ὅλους σας γνωστά.Θά ἤθελα νά σταθῶ γιά λίγο στήν ἐπίκληση μέ τήν ὁποία καταλήγει τό ἀπολυτίκιό του· «διό μή παύσῃ πρεσβεύων ὑπέρ τῶν τιμώντων τήν μακαρίαν σου ἄθλησιν».
Ἡ ἐπίκληση τῶν πρεσβειῶν τῶν ἁγίων εἶναι συνηθισμένη τόσο μέσα στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, στούς ὕμνους, στίς εὐχές καί στίς ἀκολουθίες της, ὅσο καί στήν καθημερινή ζωή τοῦ καθενός μας. Δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ἐπικαλούμεθα τούς ἁγίους, πού ζητοῦμε τίς πρεσβεῖες τους καί τή μεσιτεία τους.
Γιά ποιό λόγο ὅμως τίς ζητοῦμε; Ποιά εἶναι ἡ σημασία τους καί ποιά ἡ ἰσχύς τους στή ζωή καί στόν πνευματικό μας ἀγώνα;
Ἡ ἐπίκληση τῶν ἁγίων εἶναι μία εὐλογημένη συνήθεια πού ἐπικράτησε ἀπό τά πρῶτα χριστιανικά χρόνια, τότε πού ὁ σύνδεσμος τῶν πιστῶν μέ τούς ἁγίους ἦταν πολύ στενότερος καί πολύ πιό προσωπικός ἀπό ὅ,τι εἶναι σήμερα. Οἱ μάρτυρες ἦταν σάρκα ἀπό τή σάρκα τῆς Ἐκκλησίας· ἦταν γνωστοί, συγγενεῖς, οἰκεῖοι μέ τά μέλη τῆς χριστιανικῆς κοινότητος τῆς πόλεώς τους. Λίγο πρίν ἀπό τό μαρτύριό τους μετεῖχαν στίς ἱερές συνάξεις, στίς λειτουργίες· ἦταν πρόσωπα πού δέν μποροῦσαν οἱ πιστοί νά τά ξεχάσουν. Πίστευαν ἀκόμη ὅτι καθώς ἐπέτυχαν μέ τό μαρτύριο καί τήν ὁμολογία τους αὐτό πού καί οἱ ἴδιοι ποθοῦσαν καί ἐπεδίωκαν, νά φθάσουν δηλαδή κοντά στόν Θεό, ἦταν φυσικό νά διαθέτουν θάρρος καί παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ χάριν τοῦ ὁποίου πρόσφεραν τή ζωή τους. Αὐτός, λοιπόν, ὁ στενός σύνδεσμος ἀνάμεσα στά μέλη τῆς ἐπί γῆς Ἐκκλησίας καί στά μέλη τῆς ἐπουράνιας Ἐκκλησίας καί παράλληλα ἡ βεβαιότητα πού πήγαζε ἀπό τήν ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ὅποιος μέ ὁμολογήσει, θά τόν ὁμολογήσω καί ἐγώ ἐνώπιον τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, ἦταν πού ἔκανε τούς πρώτους χριστιανούς νά στρέφονται πρός τούς μάρτυρες καί τούς ἁγίους καί νά ζητοῦν τή βοήθεια καί τή μεσιτεία τους.
Τήν πίστη αὐτή τῶν πρώτων χριστιανῶν καλλιέργησε ἡ Ἐκκλησία καί στούς ἑπόμενους αἰῶνες, ἀφενός γιατί καλλιεργεῖ στίς ψυχές τῶν πιστῶν τό αἴσθημα τῆς ἑνότητος μέ τή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία καί ἀφετέρου γιατί ἀποτελεῖ ἀκλόνητη πίστη της ὅτι οἱ ἅγιοι ἔχουν πραγματικά παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιατί τόν εὐαρέστησαν μέ τή ζωή καί τό μαρτύριό τους, καί ἔτσι μποροῦν μέ τίς πρεσβεῖες τους νά βοηθήσουν καί τούς ἐπί γῆς ἀγωνιζομένους ἀδελφούς τους.
Αὐτό τό αἴσθημα τῆς ἑνότητος μέ τούς ἁγίους μας μᾶς βοηθᾶ τά μέγιστα στήν πνευματική μας πορεία. Μᾶς βοηθᾶ, γιατί αἰσθανόμεθα πώς μποροῦμε καί ἐμεῖς νά ἐπιτύχουμε τήν ἁγιότητα, ἀφοῦ καί οἱ ἅγιοι πρίν ἀπό ἐμᾶς τήν ἐπέτυχαν.Μᾶς βοηθᾶ νά ἐπιθυμοῦμε καί ἐμεῖς τόν οὐρανό, ὅπου κατοικοῦν οἱ οἰκεῖοι μας ἅγιοι, ὅπως ἐπιθυμοῦμε νά πᾶμε σέ ἕνα ἄλλο τόπο προκειμένου νά συναντήσουμε τούς κατά σάρκα συγγενεῖς μας. Μᾶς βοηθοῦν ὅμως περισσότερο ἀπό ὅλα οἱ πρεσβεῖες τους, γιατί οἱ ἅγιοι ὡς ἄνθρωποι γνωρίζουν τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς, ἀλλά καί ὡς ἐκλεκτά τέκνα τοῦ Θεοῦ εἰσακούονται ἀπό τόν Θεό, μέ τόν ἴδιο τρόπο πού καί ὁ φυσικός πατέρας ἀνταποκρίνεται στά αἰτήματα τῶν ὑπάκουων παιδιῶν του. Οἱ ἅγιοι δέν ἔχουν πιά ἀνάγκη νά ζητήσουν κάτι γιά τόν ἑαυτό τους, γιατί ἀπολαμβάνουν ὅ,τι περισσότερο καί μεγαλύτερο πόθησαν, τόν Θεό, καί τοῦ μεταφέρουν τά δικά μας αἰτήματα, γνωρίζοντας τίς δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζουμε στόν καθημερινό μας ἀγώνα.
Γι᾽ αὐτό, ἄς παρακαλοῦμε τούς ἁγίους μας, ἄς παρακαλοῦμε καί τόν ἅγιο Ἐλευθέριο, νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό ὅ,τι βασανίζει τόν καθένα μας, ἀλλά νά ἐλευθερώσει καί ὅλους μας ἀπό τήν πανδημία πού τόσο καιρό βασανίζει καί ταλαιπωρεῖ τήν πατρίδα μας ἀλλά καί ὅλο τόν κόσμο.