Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων παρουσίασε τον νέο εφημέριο της ενορίας π. Αργύριο Τερζή καθώς και το νέο εκκλησιαστικό συμβούλιο και ευχήθηκε πατρικώς πολύκαρπη, καλλίκαρπη και ευλογημένη διακονία στο δύσκολο έργο τους.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Σαλπίσωμεν ἐν σάλπιγγι ἀσμάτων, σκιρτήσωμεν ἑόρτια καί χορεύσωμεν ἀγαλλόμενοι τῇ ἐτησίῳ πανηγύρει τοῦ θεοφόρου Πατρός», μᾶς προτρέπει ὁ ἱερός ὑμνογράφος μέ τό δοξαστικό τῆς ἑορτῆς τοῦ μεγάλου καί θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Νικολάου, ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας τοῦ θαυματουργοῦ, πού τιμοῦμε σήμερα.
Μᾶς καλεῖ ὄχι σέ μία κοσμική ἑορτή, ἀλλά σέ ἕναν κατά Θεόν ἑορτασμό, ἀνάλογο μέ αὐτόν πού ἁρμόζει στούς ἐκλεκτούς δούλους τοῦ Θεοῦ. Σέ ἕναν ἑορτασμό πού ἔχει ὡς κέντρο τήν ἀνάμνηση τῶν πράξεων τοῦ ἑορταζομένου ἁγίου πρός παραδειγματισμό τῶν πιστῶν σύμφωνα μέ τήν προτροπή τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου: «μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, ὧν ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τήν πίστιν».
Ποιούς ὅμως λόγους ἐξυπηρετεῖ ἡ ἀνάμνηση τῆς ζωῆς καί τῶν πράξεων τῶν ἁγίων καί ἡ μίμησή τους;
Δύο εἶναι οἱ βασικοί λόγοι πού κάνουν τήν ἀνάμνηση καί τή μίμηση ὄχι ἁπλῶς κάτι τό ὁποῖο μᾶς συστήνει ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά οὐσιαστική καί ἀναγκαία προϋπόθεση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς.
Ὁ πρῶτος λόγος εἶναι ἡ ἀσφάλεια πού μᾶς παρέχει ἡ μίμηση τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων γιά τήν προσωπική μας πνευματική πορεία. Οἱ ἅγιοι ἀποτελοῦν καί αὐτοί μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπῆρξαν ἄνθρωποι, ὅπως καί ἐμεῖς, πού κατόρθωσαν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν προσωπικό τους ἀγώνα νά ἐπιτύχουν τή σωτηρία τους. Ἄρα ἡ μίμηση τῆς ζωῆς τους, μοιάζει μέ τό νά ἀκολουθοῦμε τόν δρόμο πού ἐκεῖνοι χάραξαν καί ὁ ὁποῖος θά ὁδηγήσει καί μᾶς στό ἴδιο τέλος, δηλαδή στή σωτηρία.
Ὁ δεύτερος λόγος εἶναι ἴσως πολύ πιό οὐσιαστικός καί πολύ πιό σημαντικός, γιατί ἡ ἀναθεώρηση τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων καί ἡ μίμησή της εἶναι ὁ μοναδικός τρόπος ὑπάρξεώς μας μέσα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Χριστιανός εἶναι ὁ οἰκεῖος τῶν ἁγίων, εἶναι ἐκεῖνος πού ζεῖ ἐν κοινωνίᾳ μαζί τους, κοινωνία ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μέσα ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό εἴτε μέσω τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, εἴτε τῆς κοινῆς ζωῆς, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τούς κατά σάρκα οἰκείους μας.
Ἐάν ὁ χριστιανός δέν μιλᾶ τή γλώσσα τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο μέ τήν ὁποία ταυτίστηκαν οἱ ἅγιοι, ἐάν ὁ χριστιανός δέν χρησιμοποιεῖ τά ἴδια ὅπλα τῆς πίστεως καί τῆς ὑπομονῆς γιά νά ἀποκρούει τά «πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ», ἐάν δέν ἀσκεῖται στήν ἐγκράτεια τοῦ σώματος καί τοῦ πνεύματος, τῆς ἐπιθυμίας καί τῆς καρδίας, ὅπως ἀσκοῦνται οἱ ἅγιοι, ἐάν δέν χρησιμοποιεῖ τήν ἴδια ὑψοποιό κλίμακα τῆς προσευχῆς καί τῆς ταπεινώσεως, διά τῆς ὁποίας ἀνῆλθαν οἱ ἅγιοί μας στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τότε ὄχι μόνο δέν θά φθάσει στό ποθητό τέρμα, πού εἶναι ὁ κοινός μας στόχος, ἀλλά δέν μπορεῖ νά νοεῖται μέλος τῆς ἐπί γῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας, γιατί δέν ἔχει τά στοιχεῖα τῆς ὁμοιότητος καί τῆς οἰκειότητος μέ τούς ἁγίους της.
Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας ἀπαιτεῖ νά φθάσουμε ὅλοι στό μέτρο τῶν ἁγίων της γιά νά εἴμαστε μέλη της. Ζητᾶ ὅμως ἀπό ἐμᾶς νά προσπαθήσουμε νά τούς μιμηθοῦμε, ὅλοι ὅλους, χωρίς καμία ἐξαίρεση, χωρίς νά ποῦμε ὁ ἅγιος Νικόλαος ἦταν ἕνας μεγάλος ἱεράρχης, ἕνας μεγάλος ἀγωνιστής τῆς πίστεως καί τῆς ἀληθείας, πού δέν εἶναι δυνατόν νά τόν μιμηθοῦμε ἐμεῖς ὡς ἁπλοί λαϊκοί.
Ὅλοι μποροῦμε καί πρέπει νά προσπαθήσουμε νά τόν μιμηθοῦμε. Γιατί ἡ προσπάθεια ἔχει σημασία. Γιατί τό νά προσπαθήσουμε σημαίνει πώς θά ἔχουμε διαρκῶς τό παράδειγμα τῆς ζωῆς του ἐνώπιόν μας· σημαίνει πῶς θά ἔχουμε διαρκῶς στόν νοῦ μας τή μνήμη τῆς ζωῆς καί τῶν πράξεών του· σημαίνει πῶς θά ἐπικαλούμεθα τίς πρεσβεῖες του καί μέ τή βοήθειά του θά κατορθώνουμε ὄχι μόνο νά προοδεύουμε πνευματικά, ἀλλά καί νά γινόμεθα οἰκεῖοι του πραγματικά, μέχρι πού νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός νά τόν συναντήσουμε μαζί μέ τούς ἄλλους ἁγίους στή βασιλεία του.
Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας τιμώντας τίς μνῆμες τῶν ἁγίων μας, τιμᾶ καί τά ἱερά καί θαυματουργά λείψανά τους, τιμᾶ καί τίς ἱερές τους εἰκόνες, δείχοντάς μας ὅτι οἱ ἅγιοι δέν εἶναι κάτι μακρινό καί ξένο ἀπό ἐμᾶς, ἀλλά βρίσκονται μέσα στή ζωή μας, μέσα στήν καθημερινότητά μας, καί ἔτσι πρέπει νά τούς αἰσθανόμεθα, ἐπικαλούμενοι καθημερινά τίς πρεσβεῖες τους καί προσπαθώντας νά μιμηθοῦμε τή ζωή τους, καί γιά νά τούς τιμοῦμε ὅπως πρέπει, ἀλλά καί γιά νά ἔχουμε τή χάρη καί τήν εὐλογία τους στή ζωή καί τόν ἀγώνα μας.