Την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου το πρωί στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας τελέστηκε μνημόσυνο για τα θύματα της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, με αφορμή την επέτειο της συμπληρώσεως 100 ετών από τη Μικρασιατική καταστροφή, χοροστατούντος του Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος.
Ακολούθησε ο πανηγυρικός της ημέρας από τον Μικρασιάτη στην καταγωγή, Μητροπολίτη Βεροίας κ. Παντελεήμονα, παρουσία τουΥφυπουργού Οικονομικών και Βουλευτού Ημαθίας κ. Απόστολου Βεσυρόπουλου, των Βουλευτών Ημαθίας κ. Τάσου Μπαρτζώκα και κ. Λαζάρου Τσαβδαρίδη, του Δημάρχου Βεροίας κ. Κωνσταντίνου Βοργιαζίδη, τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, της προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Μικρασιατών Νομού Ημαθίας κ. Αναστασίας Παυλίδου και των μελών του Συλλόγου.
Οι εκδηλώσεις για την 100η επέτειο μνήμης της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας ολοκληρώθηκαν με το τρισάγιο και την κατάθεση στεφάνων στο Ηρώο Πεσόντων στην πλατεία Ωρολογίου, όπου τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή και εψάλη ο Εθνικός Ύμνος.
Ο Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων κατά την εκφώνηση του πανηγυρικού της ημέρας ανέφερε μεταξύ άλλων: Ὁ Ἑλληνισμός ἁπανταχοῦ τῆς γῆς μνημονεύει φέτος τή συμπλήρωση ἑκατό ἐτῶν ἀπό τή φοβερώτερη ἴσως καταστροφή, τήν ὁποία βίωσε στήν ἱστορία του, ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή τοῦ 1922. Γιατί, ὅπως εὔστοχα παρατηρήθηκε πρόσφατα, ἡ ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1453 ὑπῆρξε ὄντως μία τραγική καταστροφή, μία μεγάλη ἧττα τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέ παγκόσμιο ἀντίκτυπο, ἡ ὁποία εἶχε ὡς συνέπεια τήν ὑποδούλωση τοῦ Γένους μας γιά αἰῶνες σέ ἕναν σκληρό καί βάρβαρο κατακτητή, γεγονός πού ἀνέκοψε τήν πορεία καί τήν ἐξέλιξή του.
Ἡ Μικρασιατική ὅμως καταστροφή εἶχε ὡς συνέπεια τόν διωγμό καί τόν ἀφανισμό τῶν Ἑλλήνων ἀπό τούς τόπους στούς ὁποίους ἔζησαν καί μεγαλούργησαν γιά 2.500 χιλιάδες χρόνια.
Καί ἐάν μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλης καί παρά τίς φοβερές καταστροφές καί ταλαιπωρίες καί τούς διωγμούς καί τά μαρτύρια τά ὁποῖα ὑπέστησαν οἱ πρόγονοί μας, ὁ Ἑλληνισμός μπόρεσε νά ἀντέξει, μέ τήν ἐλπίδα ὅτι «πάλι μέ χρόνια μέ καιρούς, πάλι δικά μας θἆναι», καί νά δώσει δείγματα τῆς ζωτικότητος καί τοῦ πολιτισμοῦ του, ὁ ξεριζωμός του ἀπό τή Μικρά Ἀσία, σήμανε τό ὁριστικό τέλος τῆς παρουσίας του ἐκεῖ.
Αὐτό τό τραγικό γεγονός θυμόμαστε φέτος, καθώς συμπληρώθηκαν ἑκατό χρόνια ἀπό τότε. Καί τό μνημονεύουμε ἰδιαιτέρως σήμερα, τελώντας τό μνημόσυνο τῶν χιλιάδων μαρτυρικῶς τελειωθέντων πατέρων καί ἀδελφῶν μας, κληρικῶν καί λαϊκῶν, ἀλλά καί τιμώντας τή μνήμη τῶν ἁγίων ἱερομαρτύρων ἱεραρχῶν Χρυσοστόμου Σμύρνης, Ἀμβροσίου Μοσχονησίων, Προκοπίου Ἰκονίου καί Εὐθυμίου Ζήλων, οἱ ὁποῖοι σφαγιάσθηκαν μέ τόν πιό ἀπάνθρωπο τρόπο, μένοντας «πιστοί ἄχρι θανάτου», δίπλα στό ἐμπερίστατο καί διωκόμενο ποίμνιό τους, καί «ἔλαβαν τόν στέφανο τῆς ζωῆς».
Ὁ Μικρασιατικός Ἑλληνισμός κλήθηκε νά σηκώσει ἕναν βαρύ καί ἀσήκωτο σταυρό. Κλήθηκε νά ὑπομείνει τούς διωγμούς καί τά ἐγκλήματα εἰς βάρος του. Κλήθηκε νά ἐγκαταλείψει μέ βίαιο τρόπο τόν τόπο του, τούς συγγενεῖς του καί νά δεῖ τά ὑπάρχοντά του νά λεηλατοῦνται καί νά καίονται.
Κλήθηκε νά περάσει ἀναρίθμητες ταλαιπωρίες καί κακουχίες, νά διέλθει κυριολεκτικά διά πυρός καί ὕδατος, γιά νά φθάσει στριμωγμένος σέ κάποιο πλοῖο ἤ σέ κάποια βάρκα μέ χιλιάδες ἄλλους πρόσφυγες σέ ἕνα λιμάνι, στά ἀπέναντι νησιά, στή Θεσσαλονίκη, στόν Πειραιᾶ, στήν Καβάλα ἤ κάπου ἀλλοῦ.
Μικρά παιδιά, γυναῖκες, ἡλικιωμένοι, ἄγνωστοι μεταξύ ἀγνώστων στόν ξένο γι᾽ αὐτούς τόπο, βρέθηκαν νά ἀναζητοῦν τούς συγγενεῖς τους, γιά νά ἀπαντήσουν μαζί τά ἀδυσώπητα ἐρωτήματα· καί τώρα ποῦ; ποῦ θά πᾶμε; τί θά κάνουμε;
Ἡ ἀγωνία γιά τή συνέχεια, συνδυασμένη μέ τίς εἰκόνες τῆς φρίκης πού ὁ καθένας ἀπό τούς πρόσφυγες ἔφερε μέσα στήν ψυχή καί στόν νοῦ του, δημιουργοῦσαν ἀφόρητο πόνο, πού εἶναι ἀδύνατο νά συλλάβουμε ἐμεῖς σήμερα· πόνο πού δέν μποροῦσαν νά τόν ἁπαλύνουν οὔτε τά δάκρυα οὔτε οἱ ἀναστεναγμοί· πόνο πού τόν ἐπέτεινε ἡ αἴσθηση τῆς ἀδικίας καί ἡ βιαιότητα τῆς βάρβαρης συμπεριφορᾶς πού ἀντιμετώπισαν, ἀλλά καί τῆς ἀδιαφορίας τῶν μεγάλων δυνάμεων γιά τήν τραγωδία πού ἐξελισσόταν καί μέ δική τους εὐθύνη στά παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας εἰς βάρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ καταστροφή τῆς Σμύρνης, τῆς πρωτεύουσας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἰωνίας, ἔγινε ἡ εἰκόνα καί τό σύμβολο τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς, καί ἡ ἡρωική καί μαρτυρική μορφή τοῦ ποιμενάρχου της, τοῦ ἱερομάρτυρος Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος «ποτέ ἀπό τό χρέος μή κινῶν», κατά τόν ποιητή, ἐνισχυόταν ἀπό τούς λόγους τούς ὁποίους τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶχε ὑπαγορεύσει στόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη. «Καί τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας γράψον· «μηδέν φοβοῦ ἅ μέλλεις πάσχειν … γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς».
Τό ψυχικό σθένος καί ἡ ἀπόλυτη ἀφοσίωση τοῦ ἡρωικοῦ αὐτοῦ ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος ὡς καλός ποιμήν καί ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἔθετε πάνω ἀπό ὅλα τή μέριμνα γιά τό ποίμνιό του, ἐνεθάρρυνε τούς πάντες.
Ἡ ἀποφασιστικότητά του, ἡ ἀντοχή του, ἡ ἄρνησή του νά ἀποδεχθεῖ τήν πρόταση τοῦ Ἀμερικανοῦ προξένου ἀλλά καί τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῶν Καθολικῶν νά ἐπιβιβασθεῖ στό ἀμερικανικό ἀντιτορπιλικό πού τόν περίμενε στήν προκυμαία τῆς Σμύρνης γιά νά διασωθεῖ, ἐνέπνεαν κληρικούς καί λαϊκούς καί στήριζαν τόν διωκόμενο Ἑλληνισμό.
Τό μαρτύριό του, μαρτύριο πολυήμερο, φρικτό καί ἀπάνθρωπο, μέ δημίους τόν ὄχλο, καί σκοπό τή βεβήλωση ἀκόμη καί τοῦ νεκροῦ του σώματος, τοῦ ἱεροῦ του σκηνώματος, ἀντίθετα σέ κάθε ἔννοια ἠθικῆς, συγκλονίζει καί θά συγκλονίζει γιά πάντα ὅσους μποροῦν νά διαβάσουν τήν ἱστορία μέ καθαρά μάτια καί ὄχι παραποιημένη μέσα ἀπό ἰδεολογικά κάτοπρα ἤ διαστρεβλωμένη σκόπιμα, ὅπως ἐπιχειρεῖ ἡ ἄλλη πλευρά τοῦ Αἰγαίου, καί ἀποτελεῖ τό ἀποκορύφωμα καί τό σύμβολο τῆς τεράστιας καταστροφῆς καί τῆς ἀπάνθρωπης γενοκτονίας, τήν ὁποία ὑπέμεινε ὁ Μικρασιατικός Ἑλληνισμός καί μάλιστα μέ φόντο τή φλεγόμενη ἑλληνική συνοικία τῆς Σμύρνης.
Ὅλα αὐτά, ὁ πόνος, οἱ ταλαιπωρίες, τό μαρτύριο, ὁ ξεριζωμός τόσων χιλιάδων ἀνθρώπων πού βρέθηκαν πρόσφυγες, ἀλλά καί οἱ καταστροφές, οἱ βεβηλώσεις, ἡ ἁρπαγή καί ἡ λεηλασία τῶν περιουσιῶν τῶν Ἑλλήνων, καί ἀκόμη οἱ δυσκολίες πού ἀντιμετώπισαν οἱ πατέρες καί οἱ μητέρες μας, ὅταν ἔφθασαν στήν Ἑλλάδα, σέ μία Ἑλλάδα πού δέν εἶχε προλάβει νά ἀνακάμψει ἀπό τούς συνεχεῖς πολέμους καί νά ὀργανωθεῖ ὡς κράτος, μεγάλο μέρος τοῦ ὁποίου εἶχε ἀπελευθερωθεῖ μόλις πρίν ἀπό 10 χρόνια, πρέπει νά μήν διαφεύγουν ποτέ τήν προσοχή μας, πολύ περισσότερο ὅμως φέτος, μέ τή συμπλήρωση 100 ἐτῶν ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή. Γιατί, ἄν θέλουμε νά μνημονεύουμε ὄντως τούς πατέρες καί τούς προγόνους μας, ἔχουμε χρέος νά μνημονεύουμε καί τῶν πόνων καί τῆς θυσίας τους.
Ἔχουμε χρέος νά θυμόμαστε τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους, πού ὄχι μόνο ἄντεξε νά περάσει μέσα ἀπό τή λαίλαπα τῆς καταστροφῆς καί μάλιστα μιᾶς ἄδικης καταστροφῆς, πού ὄχι μόνο ἄντεξε νά διαχειρισθεῖ αὐτό τό συλλογικό τραῦμα μέσα σέ ἐξαιρετικά δύσκολες συνθῆκες ἐδῶ στήν Ἑλλάδα, ἀλλά καί συνέβαλαν μέ τήν ἐργατικότητα, τήν εὐστροφία καί τήν ἀκατάβλητη δύναμη τῆς ψυχῆς τους νά οἰκοδομήσουν τό μέλλον τῶν παιδιῶν τους ἀλλά καί τό μέλλον τῆς Ἑλλάδας.
Ἡ καταστροφή ἔγινε γιά τούς πατέρες καί τίς μητέρες μας, τούς Μικρασιάτες Ἕλληνες, ἐφαλτήριο γιά νά ξαναδημιουργήσουν ὅσα ἔχασαν, καί ὁ πόνος τῆς τραγικῆς συμφορᾶς πού ἔζησαν, δύναμη γιά νά ὁλοκληρώσουν τό ἔργο τους.
Ἡ εὐγένεια καί ἡ ἀρχοντιά τους δέν ἔκανε τόν πόνο καί τόν καημό τους μόνο θρῆνο, πού τόν ἀποτύπωσε ἡ ποίηση καί τόν ἐξέφρασε ἡ μουσική, γιά νά τόν θυμόμαστε ὅλοι. Τόν ἔκανε ζωντανή ἀφήγηση γιά τίς ἀλησμόνητες πατρίδες πού τίς διατηρεῖ παροῦσες καί μέσα στίς δικές μας ψυχές 100 χρόνια ἀργότερα.
Ἡ φετινή ἐπέτειος τῶν ἑκατό χρόνων ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή εἶναι ἀνάγκη νά ἀποτελέσει γιά ὅλους μας, γιατί ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἀποτελοῦμε, ὅπως εὔστοχα εἰπώθηκε πρόσφατα, ἀπογόνους της, ἀφορμή γιά νά γνωρίσουμε τήν ἱστορία μας. Νά νιώσουμε τόν πόνο τῶν πατέρων καί τῶν μητέρων μας. Νά διδάξουμε αὐτή τήν ἱστορία καί στά παιδιά μας, στίς νεώτερες γενιές τῶν Ἑλλήνων. Ἡ ἱστορία εἶναι τό καλύτερο μάθημα γιά κάθε Ἔθνος καί πολύ περισσότερο γιά μᾶς τούς Ἕλληνες πού ἔχουμε τόσο μακρά καί σπουδαία ἱστορία.
Ἔχουμε χρέος ὅμως νά συνειδητοποιήσουμε καί τά λάθη πού μᾶς ὁδήγησαν σέ αὐτή τήν τεράστια συμφορά ἀλλά καί τά ἐλαττώματά μας πού συνέβαλαν στά λάθη μας. Γιατί ὡς Ἔθνος δέν ἔχουμε ἄλλα περιθώρια οὔτε γιά λάθη οὔτε γιά καταστροφές.
Ἔχουμε χρέος νά μνημονεύουμε πάντοτε καί τήν προσφορά τῆς Ἐκκλησίας, πού στήριξε τόν διωκόμενο Μικρασιατικό Ἑλληνισμό καί στή Μικρά Ἀσία καί στό ταξίδι τῆς προσφυγιᾶς καί στή συνέχεια ὅταν ἔφθασε στήν Ἑλλάδα, καί θυσιάσθηκε γι᾽ αὐτόν.
Κι ἔχουμε χρέος ὄχι μόνο νά θυμόμαστε τίς τραγικές αὐτές σελίδες τῆς ἱστορίας μας, ἀλλά καί νά ἀγωνιζόμαστε γιά νά μήν ξεχασθεῖ καί νά ἀναγνωρισθεῖ ὡς γενοκτονία, ὥστε νά μήν ἐπαναληφθεῖ ποτέ ξανά κάτι παρόμοιο.