Στην διάρκεια της Θείας Λειτουργίας της Μεσοπεντηκοστής, τέθηκε σε προσκύνηση των πιστών η Τιμία Κάρα του Αγίου Ελευθερίου, η οποία με την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελασσώνος κ. Χαρίτωνα βρίσκεται αυτές τις ημέρες στην Ιερά Μητρόπολη μας.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου:
«Ἐθαύμαζον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· πῶς οὗτος γράμματα οἶδεν μή μεμαθηκώς;»
Μία ἀπό τίς ἑορτές τίς ὁποῖες ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας κατά τήν ἀναστάσιμη περίοδο εἶναι καί ἡ σημερινή ἑορτή, ἡ ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, ἡ ὁποία ὀνομάζεται ἔτσι διότι συμπίπτει μέ τό μέσο ἀκριβῶς αὐτῆς τῆς χαρμοσύνου περιόδου καί ἀπέχει ἐξίσου τόσο ἀπό τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα ὅσο καί ἀπό τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς.
Τήν ἡμέρα αὐτή τήν ἑόρταζαν καί οἱ Ἰσραηλίτες, διότι καί γι᾽ αὐτούς ὡς ἡμέρα μεταξύ τοῦ ἰουδαϊκοῦ Πάσχα, δηλαδή τῆς ἀναμνήσεως τῆς θαυμαστῆς διαβάσεώς τους ἀπό τήν Ἐρυθρά θάλασσα, καί τῆς ἰουδαϊκῆς Πεντηκοστῆς, δηλαδή τῆς ἀναμνήσεως τῆς παραδόσεως ἀπό τόν Θεό τῶν πλακῶν μέ τίς δέκα ἐντολές στόν Μωϋσῆ στό ὄρος Σινᾶ.
Γι᾽ αὐτό καί ἀκούσαμε πρό ὀλίγου νά ἀναφέρεται τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος «τῆς ἑορτῆς μεσούσης», σάν σήμερα δηλαδή, πῆγε στόν ναό τοῦ Σολομῶντος καί δίδασκε τόν λαό.
Καί ἄν τήν πρώτη φορά πού βρέθηκε στόν ναό καί συζητοῦσε μέ τούς γραμματεῖς καί φαρισαίους πού τόν ρωτοῦσαν, ἦταν δικαιολογημένη ἡ ἀπορία πῶς μποροῦσε ὁ Ἰησοῦς νά διδάσκει ἀνθρώπους πού εἶχαν ἀφιερώσει τή ζωή τους στή μελέτη καί ἑρμηνεία τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, ἐνῶ Ἐκεῖνος ἦταν μόλις δώδεκα ἐτῶν τότε, τώρα ἡ ἀπορία τῶν ἀνθρώπων παίρνει μία ἄλλη μορφή. Γίνεται αὐτή πού ἀκούσαμε σήμερα νά ἀναφέρει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Ἀποροῦσαν, λέει, οἱ Ἰουδαῖοι πῶς ὁ Χριστός γνώριζε γράμματα, ἐνῶ δέν εἶχε μάθει ποτέ.
Ὁ Χριστός, βεβαίως, δέν εἶχε ἀνάγκη νά μάθει γράμματα σέ ἀνθρώπινα σχολεῖα, ἐφόσον αὐτός εἶναι ἡ «σοφία τοῦ Πατρός», εἶναι ὁ Θεός-Λόγος, εἶναι ὁ ἴδιος, μαζί μέ τά ἄλλα πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ νομοθέτης, εἶναι παντογνώστης καί δέν ὑπάρχει τίποτε τό ὁποῖο νά μήν γνωρίζει. Ἑπομένως ἡ ἀνθρώπινη σοφία δέν τοῦ εἶναι ἀναγκαία, διότι ὁ ἴδιος ὄχι μόνο κατέχει ὅλους τούς θησαυρούς τῆς γνώσεως ἀλλά καί σοφίζει μέ αὐτούς τούς ἀνθρώπους.
Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαία ἡ ὑπενθύμιση τοῦ περιστατικοῦ αὐτοῦ κατά τή σημερινή ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, προκειμένου νά μᾶς προετοιμάσει γιά τήν μεγάλη ἑορτή, τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, πρός τήν ὁποία βαδίζουμε καί κατά τήν ὁποία ἑορτάζουμε τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ἐσόφισε τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί τούς ἀνέδειξε ἀπό ἀγράμματους ἁλιεῖς σέ πανσόφους ἀποστόλους τοῦ Κυρίου, πού διέδωσαν μέ ἀνύπαρκτα μέσα τό Εὐαγγέλιό του σέ ὅλο τόν κόσμο.
Ἔτσι ἡ σημερινή ἐρώτηση τῶν Ἰουδαίων «πῶς εἶναι δυνατόν νά μπορεῖ ὁ Χριστός νά διδάσκει, χωρίς νά ἔχει μάθει γράμματα», ἀποτελεῖ συγχρόνως καί μία ἀπάντηση στήν ἀπορία πού μπορεῖ νά ἔχουμε καί ἐμεῖς μερικές φορές σχετικά μέ τήν κατά κόσμον καί τήν κατά Θεόν γνώση.
Ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία του δέν ἀπορρίπτουν βεβαίως τήν κοσμική γνώση, αὐτή πού παίρνουμε οἱ ἄνθρωποι στά σχολεῖα καί στά πανεπιστήμια. Ἄλλωστε πολλοί μεγάλοι ἅγιοι καί πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἦταν σοφοί καί σπουδαῖοι ἐπιστήμονες. Ὅμως ἡ κοσμική γνώση, ἡ ἀνθρώπινη γνώση δέν ἀποτελεῖ προϋπόθεση γιά τή γνώση τοῦ Θεοῦ, γιά τήν κατά Θεόν σοφία καί γνώση. Αὐτή προσφέρεται δωρεάν ἀπό τόν Θεό σέ ἐκείνους τούς ἀνθρώπους πού εἶναι ἄξιοι νά τήν δεχθοῦν. Σέ ἐκείνους πού ἔχουν τήν καρδιά τους καί τό σῶμα τους καθαρό καί ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί μποροῦν νά κατανοήσουν, ἔστω καί ἄν εἶναι ἀγράμματοι καί ἀμόρφωτοι κατά κόσμον. Μποροῦν νά συλλάβουν καί νά μεταδώσουν καί τίς πιό δύσκολες θεολογικές ἔννοιες καί τά πιό δυσνόητα μυστήρια τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ Θεός τούς δίδει τή γνώση καί τή σοφία πού ἀπατεῖται γιά νά τά κατανοήσουν.
Αὐτή τήν ἀλήθεια διακηρύσσει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν γράφει ὅτι «τά μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα τούς σοφούς καταισχύνῃ». Ἐπέλεξε, δηλαδή, ἐκείνους τούς ὁποίους οἱ ἄνθρωποι θεωροῦσαν ἀμαθεῖς καί ἀνοήτους γιά νά ντροπιάσει τούς σοφούς.
Καί αὐτό ἐπιβεβαιώνεται στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας ὄχι μόνο στά πρόσωπα τῶν ἁγίων ἀποστόλων, ἀλλά καί στά πρόσωπα πολλῶν ἁγίων καί ἀσκητῶν, ἀκόμη καί συγχρόνων, ὅπως ἦταν ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὁ ἅγιος Πορφύριος, ὁ ἅγιος Ἰάκωβος, πού δέν εἶχαν τήν κοσμική μόρφωση, παρά ταῦτα ὅμως ἀνεδείχθησαν πάνσοφοι. Γνώριζαν καί προγνώριζαν πράγματα τά ὁποῖα δέν μποροῦσε νά κατανοήσει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Καί ὅμως ἐκεῖνοι τά κατανοήσουν καί μποροῦσαν νά μιλοῦν γιά τόν Θεό, νά διδάσκουν τούς ἀνθρώπους καί νά ὠφελοῦν τίς ψυχές τους καλύτερα ἀπό τούς μεγαλύτερους θεολόγους καί τούς πανεπιστήμονες κάθε ἐπιστήμης. Καί αὐτό διότι διέθεταν τή σοφία τοῦ Θεοῦ. Εἶχαν τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Εἶχαν τόν Χριστό ἐνοικοῦντα καί μένοντα στήν ψυχή τους, ὁ ὁποῖος ἔχει ὑποσχεθεῖ ὅτι σέ ὅσους τόν πιστεύουν θά δώσει «στόμα καί σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν πάντες οἱ ἀντικείμενοι», ἀλλά θά ἀποροῦν καί θά θαυμάζουν πῶς μποροῦν νά ὁμιλοῦν ἔτσι, ὅπως ἔκαναν καί ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἄκουαν τόν Χριστό.
Αὐτή τήν σοφία καί αὐτή τή γνώση ἄς παρακαλοῦμε καί ἐμεῖς τόν Χριστό νά μᾶς χαρίσει, διότι αὐτή ἡ σοφία καί ὁ φωτισμός τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅ,τι χρειαζόμαστε γιά νά πορευθοῦμε τόν δρόμο τῆς ζωῆς μας καί νά ἀξιωθοῦμε νά συναντήσουμε τόν Θεό καί νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια ζωή καί μακαριότητα, ἐκεῖ ὅπου θά μπορέσουμε καί νά ἀπολαύσουμε τό πλήρωμα τῆς σοφίας στό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Αὐτή τή σοφία πού εἶχαν ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως καί ὁ ἅγιος Ἐλευθέριος, τοῦ ὁποίου ἔχουμε τήν ἰδιαίτερη εὐλογία, μέ τή συγκατάθεση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἐλασσῶνος κ. Χαρίτωνος, νά ἔχουμε ἐδῶ τήν κάρα του, ἡ ὁποία θησαυρίζεται στήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐλασσῶνος γιά νά τήν προσκυνήσουμε, γιά νά λάβουμε καί ἐμεῖς χάρη καί εὐλογία καί ἰδιαίτερα αὐτή τήν ἡμέρα, ἡ ὁποία εἶναι τόσο σημαντική, τήν ἡμέρα τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Γι᾽ αὐτό ἄς ζητήσουμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς δώσει τή δική του χάρη, τή δική του σοφία, ὅποιοι καί ἄν εἴμαστε, ὅποια μόρφωση καί ἄν ἔχουμε, ὅλοι ἔχουμε ἰδιαιτέρως ἀνάγκη αὐτῆς τῆς σοφίας. Ἀμήν.