Σε παραμύθι μάς παραπέμπει πρωτίστως ο τίτλος του σημερινού άρθρου, το οποίο μάς μιλάει για ένα αχθοφόρο που κατάφερε να γίνει Βασιλιάς σε μια χώρα. Όσο ψεύτικος κι’ αν είναι ο κόσμος του μύθου, μάς προβάλλει πάντως τους πρωταγωνιστές του με τις αμετάλλαγες ιδιότητες, που είχαν ή απέκτησαν στην συνέχεια, χωρίς εναλλαγή σε αυτούς, ώστε ο Βασιλιάς να ξαναγίνεται αχθοφόρος και ο αχθοφόρος πάλι Βασιλιάς. Το φαντασιακό υλικό, που συνθέτει τους μύθους, δεν έχει παλινδρομήσεις και τα συναισθήματα που σού γεννούν οι πρωταγωνιστές τους είναι απολύτως συνυφασμένα με τις ιδιότητες και τις δράσεις αυτών. Έτσι μπορούμε να συμμερισθούμε τους κόπους και τα βάσανα του αχθοφόρου, όπως βέβαια και τον τρόπο άσκησης της εξουσίας από αυτόν από την στιγμή που έγινε Βασιλιάς. Με το παραμύθι αυτό μοιάζει η σημερινή ελληνική πολιτική πραγματικότητα, η οποία μάς δείχνει τον Ελληνικό Λαό και με τις δύο ιδιότητες που έχει: Και με την ιδιότητα του «αχθοφόρου» της καθημερινότητας, αλλά και με την ιδιότητα του «Βασιλιά». Μόνο που την τελευταία ιδιότητα την αποκτά συνήθως μια φορά κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια, όταν γίνονται Εθνικές ή Ευρωεκλογές, και ύστερα την αποβάλλει, για να ξαναγίνει «αχθοφόρος». Την Κυριακή λοιπόν των εκλογών ο «αχθοφόρος» απεκδύεται τα ρούχα της βιοπάλης, φοράει τον «βασιλικό μανδύα» και το «στέμμα» και ανεβαίνει στον «θρόνο» του, για να αποφασίσει, σε ποιούς θα μοιράσει τα αξιώματα της Πολιτείας και σε ποιόν από τους πολλούς υποψηφίους θα δώσει την εντολή να κυβερνήσει την χώρα. Σε αυτή την μοναδική και υψίστη ώρα της «βασιλικής εξουσίας» του κατά τα άλλα «αχθοφόρου» Ελληνικού Λαού προσβλέπουν οι αρχηγοί όλων ανεξαιρέτως των κομμάτων και προσπαθούν με διάφορες παροχές και υποσχέσεις να δελεάσουν τον «Βασιλιά», για να αποσπάσουν την εύνοιά του. Είναι άλλωστε ο κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Ώσπου να ανοίξουν οι κάλπες και να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της βούλησης του «Βασιλιά». Από εκεί και μετά καταθέτει τα «σκήπτρα» του και επανέρχεται την επομένη των εκλογών στην τάξη του «αχθοφόρου». Οπότε ξαναζούμε τον ιδιόρρυθμο αυτό μύθο στην αντίστροφη όψη του: Ομιλούμε τώρα για τον «Βασιλιά», που ξανάγινε «αχθοφόρος» μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Το έργο επαναλαμβάνεται εις το διηνεκές και στις δύο όψεις του, συνοδευόμενο πάντοτε από τις ίδιες διαψεύσεις των προσδοκιών, που εκαλλιέργησαν οι υποσχέσεις προς τον «Βασιλιά» των πολιτικών αρχηγών, που διεκδικούσαν την εξουσία. Το παράξενο του πράγματος στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι ότι οι πολιτικοί δεν εγκαταλείπουν τις απατηλές υποσχέσεις τους προς τον «Βασιλιά», όταν επανέλθει στον Θρόνο του, αλλά ότι ο «Βασιλιάς» δεν θέλει να συνειδητοποιήσει την δύναμη που διαθέτει, ώστε με τις σχετικές αποφάσεις του να αρνηθεί να γίνει αντικείμενο εμπαιγμού του από τους πολιτικούς στέλνοντας τα μηνύματά του, όχι μόνο σε εκείνους που τον εξαπάτησαν, αλλά και σε όλους τους επίδοξους μιμητές τους, ώστε να συνειδητοποιθεί από τους εμπαίζοντες πολιτικούς ότι ο «Βασιλιάς» δεν αστειεύεται. Δεν αρκεί απλά να αποδοκιμάζει ο «Βασιλιάς» ορισμένη Κυβέρνηση, εφ’ όσον αυτή επρόδωσε την εμπιστοσύνη του, όπως συνέβη λ.χ. με την απελθούσα Κυβέρνηση της «αριστεράς του τίποτα», που «ισοπέδωσε» τα πάντα στην χώρα. Πρέπει την ίδια στάση να τηρεί ο «Βασιλιάς» και στην διάδοχη κατάσταση αυτής, όταν στηρίζει μια εθνικώς επιζήμια πολιτική. Η κατάπτυστη π.χ. «Συμφωνία των Πρεσπών», με την οποία αναγνωρίσθηκε η μακεδονική ταυτότητα στους Σκοπιανούς «πειρατές» της ιστορίας μας, συνήφθη από μια Κυβέρνηση, που τιμωρήθηκε όπως της άξιζε. Σήμερα ωστόσο η διάδοχη κατάσταση αυτής της Κυβέρνησης υπεραμύνεται της «Συμφωνίας των Πρεσπών» υποστηρίζοντας ότι, εάν δεν υπήρχε η εν λόγω συμφωνία, οι Σκοπιανοί θα οικειοποιούντο, χωρίς κανένα απολύτως εμπόδιο, ολόκληρη της Μακεδονία! Δεν κάνουν, όμως τον κόπο να σκεφθούν οι απαρτίζοντες σήμερα την «αριστερά του τίποτα» ότι, εάν δεν υπήρχε ο όρος «Μακεδονία» στην ονομασία του κρατιδίου των Σκοπίων – πράγμα που ήταν εφικτό υπό τις διεθνείς συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή της σύναψης της σχετικής Συμφωνίας – δεν θα διενοείτο η σημερινή πολιτική ηγεσία του κρατιδίου αυτού να ομιλήσει σήμερα για «Δημοκρατία της Μακεδονίας» απαλείφοντας τον όρα «Βόρεια» που τής αναγνωρίζει η «Συμφωνία των Πρεσπών». Ποιά είναι λοιπόν η μελετώμενη αντίδραση του «Βασιλιά», όπως προκύπτει από τις σχετικές δημοσκοπήσεις; Η επιβράβευση της πολιτικής της «αριστεράς του τίποτα», η οποία φιλοδοξεί, με την στήριξη του «Βασιλιά», να αποτελέσει εκ νέου αξιωματική αντιπολίτευση, της οποίας μάλιστα προϊσταται ένα «Σοδομίτης» πολιτικός!
Περαιτέρω, για να ομιλήσουμε και για την σημερινή Κυβέρνηση. Ήδη από το 2019, όταν ο «Βασιλιάς» τής έδωσε την εντολή να κυβερνήσει την χώρα μετά την λαίλαπα της «αριστεράς του τίποτα», ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε ότι θα απαλλάξει την χώρα από τα εκατομμύρια των λαθρομεταναστών εισβολέων, που την κατακλύζουν εφαρμόζοντας ένα σχέδιο άμεσης επαναπροώθησης αυτών στις χώρες, από τις οποίες προέχονται. Ουδέν έπραξε ο κ. Μητσοτάκης προς τήρηση της σχετικής υπόσχεσης, που έδωσε στον «Βασιλιά» συμπλέοντας στο σημείο αυτό με την εθνομηδενίστρια Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κατερίνα Σακελλαροπούλου, την οποία αυτός επέλεξε για το ύπατο αξίωμα της Πολιτείας, προτιθέμενος μάλιστα, όπως εδήλωσε προσφάτως, να υποστηρίξει την ανανέωση της θητείας της! Και σαν να μη έφτανε αυτό, αναθεώρησε πλήρως την πολιτική του έναντι της πλημμυρίδας της λαθρομετανάστευσης υποστηρίζοντας σήμερα ότι τούς χρειαζόμαστε όλους αυτούς τους λαθρομετανάστες, για να επιλύσουμε δι’ αυτών το οξύ δημογραφικό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει η χώρα! Παραβλέπει όμως ο κ. Μητσοτάκης ότι με την πολιτική του αυτή, την οποία πάντως δεν έθεσε υπ’ όψη του «Βασιλιά», για να δει, αν την εγκρίνει, μπορεί να σώζει την χώρα από την δημογραφική της εξαφάνιση, την αλλοτριώνει όμως και έτσι την οδηγεί στον θάνατο με άλλον τρόπο, αφού η Ελλάδα, που θα έχει διασωθεί, δεν θα είναι το παραδοσιακό Ελληνικό Έθνος, η διαφύλαξη του οποίου θα έπρεπε να είναι κύριο μέλημα του Πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, αλλά ένα συνοθύλευμα μουσουλμάνων λαθρομεταναστών, που έχει καταλάβει ειρηνικά την Ελλάδα με την ανοχή εκείνων, που είχαν αναλάβει το καθήκον να την υπερασπισθούν.
Τί λέει για όλα αυτά σήμερα ο «Βασιλιάς», αλλά και για πολλά άλλα ζητήματα, όπως είναι π.χ. η πρωτοφανής ακρίβεια στην χώρα, που οδηγεί αργά αλλά σταθερά στην φτωχοποίηση της Ελλάδος, η οποία συναγωνίζεται με άλλες, Βαλκανικές χώρες την θέση της ουραγού στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Θα αρκεσθεί και αυτή την φορά ο Ελληνικός Λαός στον κολακευτικό, αλλά ανεκμεταέλλευτο τίτλο του «Βασιλιά» κατά την ημέρα των εκλογών ή θα αντιδράσει, ώστε, όταν επανέλθε στον ρόλο του αχθοφόρου να αισθανθεί ελαφρύτερο το φορτίο, που θα κληθεί να κουβαλάει για πολλά χρόνια μέχρι να ξαναγίνει «Βασιλιάς»;