Ο κ. Μητσοτάκης επεσήμανε ότι στη μεν Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης παρουσιάστηκαν οι προτεραιότητες της κυβέρνησης και τα βήματα για τους επόμενους μήνες. Ενώ, στη Νέα Υόρκη η χώρα είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί συνολικά απέναντι σε όλες τις σύγχρονες προκλήσεις. Είπε ότι τα δύο αυτά γεγονότα συναντώνται σε θέματα που έχουν κοινά σημεία και αλληλοεπηρεάζονται όπως στον πόλεμο της Ουκρανίας και στην κρίση της ενέργειας αλλά και στη δοκιμασία της ασφάλειας και της ίδιας της δημοκρατίας. «Είναι μια απόδειξη της επιρροής που έχει πλέον η παγκόσμια αβεβαιότητα στις οικονομίες και στις κοινωνίες όλων των κρατών όπως και της σημασίας που αποκτούν πια οι συλλογικές απαντήσεις απέναντι σε υπερεθνικά προβλήματα», τόνισε.
Επανέλαβε ότι κανείς εθνικός προϋπολογισμός σε καμία χώρα δεν είναι σε θέση να καλύψει ένα πρωτοφανές κύμα ακρίβειας που διαπερνά τα σύνορα και απαιτούνται εκτός από τις εθνικές πολιτικές και τολμηρές ευρωπαϊκές αποφάσεις.
Ακόμη επεσήμανε ότι η ελληνική κοινωνία έχει επιδείξει μεγάλη ωριμότητα, αναφέρθηκε στο πρόσφατο δημοσίευμα των FT που κάνει λόγο για οικονομικό θαύμα ως προς τις αποδόσεις της ελληνικής οικονομίας κόντρα στις τάσεις που παρατηρούνται στις περισσότερες οικονομίες του κόσμου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε όσα είπε και στην παρέμβασή του στη Γενική Συνέλευση με αιχμή τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επισημαίνοντας ότι η διεθνής συνεργασία στη βάση των αρχών αναδεικνύεται σε προτεραιότητα απέναντι στη διεθνή αβεβαιότητα. «Μόνο αν ηττηθεί αυτή η μορφή της επιθετικής βίας το διεθνές δίκαιο θα μπορεί να εξακολουθεί να διέπει τις σχέσεις των χωρών και μόνο αν αποκρουστεί ένα τετελεσμένο καταπάτησης των συνόρων δεν θα βρει αυτό επίδοξους μιμητές σε άλλες περιοχές».
Υπογράμμισε ότι: «Η ελευθερία, η ανεξαρτησία, η δημοκρατία, το δικαίωμα τελικά των κοινωνιών μας στην ευημερία, όλα αυτά είναι αδιαπραγμάτευτα».
Κλείνοντας την εισαγωγική τοποθέτησή του τόνισε «ό,τι είχε να πει η Ελλάδα το είπε καθαρά στον ΟΗΕ. Τόσο για τις κόκκινες γραμμές της όσο και για τη φιλική της διάθεση απέναντι στον τουρκικό λαό. Η άλλη όχθη μπορεί να επαναλαμβάνει μονότονα τα ψέματα και τις απειλές της. Σε αυτό το γαΪτανάκι όμως έχει μείνει μόνη. Εμείς μένουμε με ψυχραιμία και αυτοπεποίθηση στις καθαρές μας θέσεις με την ισχύ του διεθνούς δικαίου, την επιφυλακή των ενόπλων δυνάμεών μας, τη συμπαράσταση των συμμάχων μας. Εδώ τα πολλά λόγια είναι πράγματι φτώχεια -όπως λέει και η παροιμία- και ίσως είναι καιρός να ασχοληθούν με αυτήν την φτώχεια και όσοι λένε πολλά. Αντί για τις πύρινες λέξεις να επιλέξουν επιτέλους τις δημιουργικές πράξεις και τον δρόμο του ουσιαστικού διαλόγου. Απέναντί τους, άλλωστε, δεν έχουν μόνο την Ελλάδα, έχουν ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ.
Αναλυτικά κατά την εισαγωγική τοποθέτησή του ο πρωθυπουργός ανέφερε:
«Συνεδριάζουμε σήμερα στο πρώτο τακτικό Υπουργικό Συμβούλιο μετά τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και λίγα εικοσιτετράωρα από την παρουσία μου στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Από το εθνικό βήμα της Έκθεσης παρουσιάστηκαν, νομίζω, αναλυτικά οι προτεραιότητές μας και τα βήματά μας για τους επόμενους μήνες, ενώ στη Νέα Υόρκη η χώρα είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί συνολικά απέναντι σε όλες τις σύγχρονες προκλήσεις. Συνεπώς ο ορίζοντάς μας για τους επόμενους μήνες θεωρώ ότι είναι πλέον καθαρός και καθόλου τυχαία, πάντως, τα δύο αυτά γεγονότα συναντώνται σε θέματα που συνυπάρχουν και προφανώς αλληλοεπηρεάζονται: στον πόλεμο της Ουκρανίας και στην κρίση της ενέργειας, αλλά και στη δοκιμασία της ασφάλειας και της ίδιας της Δημοκρατίας.
Νομίζω ότι είναι μία απόδειξη της επιρροής που έχει πλέον η παγκόσμια αβεβαιότητα στις οικονομίες και στις κοινωνίες όλων των κρατών, όπως και της σημασίας που αποκτούν πια οι συλλογικές απαντήσεις απέναντι σε υπερεθνικά προβλήματα, παράλληλα προφανώς με τις ειδικές πολιτικές που εφαρμόζει η κάθε χώρα.
Θα το ξαναπώ, το έχουμε πει πολλές φορές και με τον Υπουργό Οικονομικών, ότι κανείς εθνικός προϋπολογισμός, σε καμία χώρα, δεν είναι σε θέση να καλύψει ένα πρωτοφανές κύμα ακρίβειας, το οποίο διαπερνά τα σύνορα. Και απαιτούνται εκτός από τις εθνικές πολιτικές και τολμηρές ευρωπαϊκές αποφάσεις.
Από την άλλη πλευρά, νοικοκυριά και επιχειρήσεις χρειάζονται στήριξη σημαντική, αλλά τόση όση να μην υπονομεύεται η οικονομία συνολικά, ενώ ταυτόχρονα προϋπόθεση για την υπέρβαση των προσωρινών δυσκολιών είναι η ανεξαρτησία, η πολιτική σταθερότητα, αλλά και η διεθνής αξιοπιστία του κάθε κράτους. Είναι αλήθεια ότι η ελληνική κοινωνία έχει επιδείξει μεγάλη ωριμότητα. Αντιλαμβάνεται τις συνέπειες των εισαγόμενων κρίσεων και πιστεύω ότι εκτιμά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να διατηρήσει τη συνοχή και την ενότητα της ελληνικής κοινωνίας, χωρίς σε καμία περίπτωση να ναρκοθετεί την επόμενη μέρα.
Αυτό πιστεύω ότι αναγνωρίζεται και από διεθνείς παρατηρητές. Να αναφερθώ στο πρόσφατο δημοσίευμα των Financial Times, που μιλάει για οικονομικό θαύμα ως προς τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, κόντρα στις τάσεις που παρατηρούνται στις περισσότερες οικονομίες του κόσμου.
Σε αυτό, λοιπόν, το σύνθετο περιβάλλον, ο δικός μας χάρτης όπως τον έχουμε συνδιαμορφώσει με τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου είναι καθαρός. Δρομολογούνται ήδη τα πρώτα μέτρα που ανακοινώσαμε στη Θεσσαλονίκη: κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους, αύξηση από τώρα με άμεση καταβολή του στεγαστικού επιδόματος των φοιτητών κατά 50% υπό προϋποθέσεις και κατά 100%. Μείωση συνολικά 25 λεπτά το λίτρο στην αντλία, ως προς το πετρέλαιο κίνησης. Είναι ένα μέρος μόνο της δέσμης των πρόσθετων 5,5 δισεκατομμυρίων ευρώ που ανεβάζουν το ύψος των παρεμβάσεών μας για το 2022 στα 13,2 δισεκατομμύρια.
Από 1ης Ιανουαρίου 2023 ακολουθεί η αύξηση των συντάξεων για τους περισσότερους συνταξιούχους. Και αυτοί οι οποίοι ακόμα έχουν προσωπική διαφορά, θα δουν βελτίωση του εισοδήματός τους από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Η αύξηση των μισθών για τους γιατρούς του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Και βέβαια θα συνεχιστεί η στήριξη για τις ενεργειακές ανατιμήσεις που πλέον -όπως έχει παρουσιάσει και το Υπουργείο- συνδέεται με πιο έξυπνα κίνητρα για την εξοικονόμηση ενέργειας. Θα έχει την ευκαιρία στη συνέχεια και ο Υπουργός να μιλήσει αναλυτικά για την εικόνα η οποία διαμορφώνεται στην εθνική αλλά και στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας. Όπως ξέρετε, είμαστε από τους πρωταγωνιστές στην Ευρώπη στην άμυνα κατά της ακρίβειας. Επιμένουμε σε αυτή την πολιτική εξαντλώντας τα περιθώρια, χωρίς όμως σε καμία περίπτωση να τα ξεπερνάμε.
Έχουμε πει πολλές φορές ότι αποτελεσματικότερη λύση στην ενεργειακή πρόκληση δεν μπορεί να υπάρξει εάν αυτή δεν είναι ευρωπαϊκή, πολυεπίπεδη και τολμηρή. Χαίρομαι, που η πρότασή μας για ένα συνολικό πλαφόν στο αέριο που εισάγεται στην Ευρώπη – αναφέρομαι και στο αέριο το οποίο εισάγεται με αγωγούς αλλά και στο LNG – αρχίζει να αποκτά μια πρόσθετη δυναμική. Θα μάς μιλήσει γι’ αυτό στη συνέχεια ο Υπουργός. Και βέβαια αυτή θα πρέπει να συνοδευτεί και από έναν ανασχεδιασμό συνολικά του μοντέλου τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας με απεξάρτηση από τις τιμές του φυσικού αερίου και με δράσεις, όπως κοινές πολιτικές προμήθειας και αποθήκευσης ενέργειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Θα το ξαναπώ: δυστυχώς στον τομέα αυτόν κινούμαστε ως Ευρώπη με καθυστέρηση. Εκτιμώ, όμως, ότι το ζήτημα αυτό θα μας απασχολήσει εμφατικά και στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής, στην Πράγα, ελπίζοντας ότι μέχρι τότε οι αρμόδιοι Υπουργοί και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έχουν κάνει ακόμα περισσότερα βήματα προετοιμασίας.
Η διεθνής συνεργασία, εξάλλου, στη βάση των αρχών αναδεικνύεται σε προτεραιότητα απέναντι στη διεθνή αβεβαιότητα. Είναι κάτι που είχα την ευκαιρία να τονίσω και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, με αιχμή, πάντα, την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Μόνο αν ηττηθεί αυτή η μορφή της επιθετικής βίας, το Διεθνές Δίκαιο θα μπορεί να εξακολουθεί να διέπει τις σχέσεις των χωρών και μόνο αν αποκρουστεί ένα τετελεσμένο καταπάτησης των συνόρων, δεν θα βρει αυτό επίδοξους μιμητές σε άλλες περιοχές.
Από την άλλη πλευρά και καθώς η Μόσχα συστηματικά και απροκάλυπτα, θα έλεγα, μετατρέπει το φυσικό αέριο σε όπλο, σε μοχλό πίεσης, μόνο η απεξάρτηση από αυτό θα ακυρώσει τον σχεδιασμό της να προκαλέσει κοινωνική και πολιτική αστάθεια στις χώρες της Δύσης. Γι’ αυτό και υποστήριξα πως η κρίση αυτή έχει, ναι, ένα πρόσκαιρο τίμημα, το οποίο όμως πρέπει να αναλάβουμε, ένα τίμημα το οποίο μπορεί να μας κοστίσει, αλλά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μας λυγίσει. Η ελευθερία, η ανεξαρτησία, η Δημοκρατία, το δικαίωμα τελικά των κοινωνιών μας στην ευημερία, όλα αυτά είναι αδιαπραγμάτευτα. Οι κυβερνήσεις, συνεπώς, έχουν χρέος να σταθούν δίπλα στους πολίτες, στο πλευρό τους, αλλά να μην κρύψουν τις δυσκολίες, καθώς όλα τα δημοσιονομικά περιθώρια έχουν τα όριά τους. Με αυτήν την ισορροπία βαδίζουμε και εμείς.
Παρά το δυσμενές περιβάλλον η οικονομία αναπτύσσεται πολύ πιο γρήγορα από αυτό που εκτιμούσαμε στις αρχές του έτους. Η ανεργία υποχωρεί. Το μέσο εισόδημα παρά τις δυσκολίες, παρά τους μισθούς οι οποίοι είναι ακόμα χαμηλοί, στηρίζεται όσο το δυνατόν καλύτερα μπορούμε. Σημαντικές νέες επενδύσεις γίνονται πράξη. Εκτιμώ ότι θα έχουμε σημαντικές εξαγγελίες στον τομέα αυτόν και εντός αυτής της εβδομάδος. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που οι Έλληνες το αντιλαμβάνονται, το συμμερίζονται και αυτό είναι κάτι το οποίο καταγράφεται και σε όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης.
Πριν μπούμε στην σημερινή ατζέντα, από την οποία θα ξεχώριζα τον προγραμματισμό των προσλήψεων για το 2023, αλλά και την ενημέρωση για τα ενεργειακά, δύο κουβέντες για τα εθνικά. Μάλλον, καλύτερα, μία κουβέντα. Ό,τι είχε να πει η Ελλάδα το είπε καθαρά στον ΟΗΕ, τόσο για τις «κόκκινες γραμμές της», όσο και για την φιλική της διάθεση απέναντι στον Τουρκικό λαό. Η άλλη όχθη μπορεί να επαναλαμβάνει μονότονα τα ψέματα και τις απειλές της. Σε αυτό το γαϊτανάκι, όμως, έχει μείνει μόνη. Εμείς μένουμε με ψυχραιμία και αυτοπεποίθηση στις καθαρές μας θέσεις με την ισχύ του Διεθνούς Δικαίου, την επιφυλακή των Ενόπλων Δυνάμεών μας, τη συμπαράσταση των συμμάχων μας. Εδώ τα πολλά λόγια είναι πράγματι φτώχεια -όπως λέει και η παροιμία- και ίσως είναι καιρός να ασχοληθούν με αυτήν την φτώχεια και όσοι λένε πολλά. Αντί για τις πύρινες λέξεις να επιλέξουν επιτέλους τις δημιουργικές πράξεις και τον δρόμο του ουσιαστικού διαλόγου. Απέναντί τους, άλλωστε, δεν έχουν μόνο την Ελλάδα, έχουν ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ».
Κ. Τζ.
ΦΩΤΟ ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ