«Είναι εκείνοι που έδωκαν την καλήν ομολογία και την μαρτυρία Ιησού Χριστού «εν οστρακίνοις σκεύεσιν». Οπλίσθηκαν με την παντοδυναμία Του για να ανταπεξέλθουν νικηφόρα στα τεχνάσματα «του απ’ αρχής ανθρωποκτόνου διαβόλου». Είναι εκείνοι που οπλίσθηκαν με την παντοδυναμία του Θεανθρώπου, δίδοντας παντού και πάντα «την καλήν ομολογία και την μαρτυρία Ιησού Χριστού» «εν οστρακίνοις σκεύεσιν». Δεν έγιναν υπεράνθρωποι αλλά ανακαίνισαν στην ύπαρξή τους «τις μορφές της εικόνος του Θεανθρώπου». Αγωνίσθηκαν με την χάρη και το έλεός Του, «είτε διά ζωής, είτε διά θανάτου», ακολουθώντας «το εσφαγμένο Αρνίο όπου και αν υπάγη» (Αποκ. 14, 4). Και όπως πάντοτε συμβαίνει, οι ακόλουθοι του Χριστού συσταυρώνονται με Αυτόν «υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος» (Εβρ. 11, 38).
Δεν παρέλειψε ωσαύτως να αναφερθεί και στους Αποστόλους Βαρθολομαίο και Βαρνάβα, οι οποίοι ως πρόβατα εν μέσω λύκων εξήλθον νικηταί, «οι δε πολεμηθέντες ενίκησαν και οι πολεμήσαντες ανηρέθησαν. Τα πρόβατα των λύκων περιεγένοντο» (ιερός Χρυσόστομος). διότι ο Αρχηγός και Τελειωτής της πίστεώς μας είναι ο αιωνίως νικών. Τα κύματα των ανθρωπίνων επιφορών διαλύονται και μετασχηματίζονται εις αφρόν, επιπίπτοντας μανιωδώς επί της πέτρας, η δε πέτρα είναι ο Χριστός (Α΄ Κορ. 10, 4). Στα πρόσωπα των πιστών ανά τους αιώνας αντικατοπτρίζεται ο Παντοκράτωρ Κύριος. Τέτοιο απτό δείγμα στον αιώνα μας αποτελεί η εξαίσια μορφή και η υπέροχη προσωπικότητα του εν αγίοις Πατρός ημών Λουκά, Επισκόπου Συμφερουπόλεως, του θαυματουργού, που διήλθε διά πυρός και σιδήρου, δίδοντας πάντοτε το ευεργετικό παρόν σ’ εκείνους που ταλανίζονταν από τις ανάγκες και τις περιστάσεις στα δύσκολα χρόνια των συγχρόνων διωγμών.
«Στο ερώτημα που είναι ο Χριστός όταν οι χριστιανοί πάσχουν, η απάντηση είναι: ο πανταχού παρών Κύριος προσμετρά την ομολογία και την μαρτυρία και επιδοτεί το άθλημά τους στην χαρισματική διάσταση της αιώνιας ζωής. Όλη η χορεία των Αγίων Πάντων, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί, ευεργετήθηκαν πλουσιοπάροχα όχι μόνον με την αιώνια ζωή αλλά και με το «περισσόν» αυτής (Ιω. 10, 10), διότι τα κατορθώματα του βίου τους εγένοντο «ου κατά ακολουθίαν των πραγμάτων, αλλ’ υπέρ φύσιν και ακολουθίαν…» (ι. Χρυσόστομος).»
Η Παναγία η επονομαζομένη εκ του Αρχαγγέλου το πρώτον «Άξιόν εστι» είναι θεοστεφανωμένη με την άγια Χάρη του Χριστού μας, του Υιού και Θεού Της και Θεού μας. Είναι θεοστολισμένη με τις άγιες Δωρεές του Παρακλήτου.
Όχι πως δεν χρειάζονται τα άνθη και το έλαιον, της αθώας δωροφορίας μας. Μα πάνω κι από αυτά και πέρα από αυτά προέχει η διάθεση: “τα σα εκ των σων”.
Βαστάζει τον Χριστό, συνήθως σε μια στάση “γλυκοφιλούσης τον Υιό και Θεό Της” (όπως είναι το Άξιόν Εστιν του Πρωτάτου και το δικό μας εδώ αντίγραφο, αλλά και η Γλυκοφιλούσα της Μονής Φιλοθέου). Τι θέλει να δείξει αυτή η γλυκοφιλούσα στάση; Ότι η Παναγία είναι σε διαρκή κοινωνία ολοδοσίας προς τον Υιό και Θεό Της. Και ότι ο Υιός και Θεός Της είναι σε διαρκή κοινωνία με την Παναγία Μητέρα Του. Εδώ έχουμε την Χριστολογική ουσία της Παναγίας. Είναι μια ζωγραφική απεικόνιση της Αγίας Γραφής, συνοψισμένη στη μορφή και στη διακονία και στην υπακοή και στην ταπείνωση της Παναγίας Μαριάμ (αυτού του επώνυμου ιστορικού μητρικού προσώπου που θέλησε να ζήσει ως Μητέρα του Κυρίου, με τις διώξεις, με τη δίστομη ρομφαία του Σταυρού, με τον προσωρινό χωρισμό Του).
»είναι η Δέσποινά μας—είμαστε οι δούλοι της αγάπης Της.
»είναι η Βασίλισσα των Αγγέλων―εναρμονίζουμε την ψυχή μας στον αρχαγγελικό ύμνο: «Άξιόν εστιν ως αληθώς, μακαρίζειν Σε, την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και Μητέρα του Θεού ημών». Συντονίζοντες τον νούν και την καρδιά μας στη συχνότητα της αιωνιότητος, ελκύουμε μυστικώς την δρόσο του Αγίου Πνεύματος και συναισθανόμαστε πλουσιοπάροχα τον γλυκασμό της όντως ζωής, της άνω Ιερουσαλήμ.
»Η Μητέρα του Θεού μας, γνωρίζοντας την προαίρεσή μας, νοερά, μυστικά, αγιοπνευματικά, μας προσκάλεσε στην εόρτια σύναξή Της!
Είναι η ίδια η Παναγία μας –κατά το ένα θέλημα της Αγίας Τριάδος– ότι μας προσκαλεί να Την ευλαβούμεθα, να Την ενθυμούμεθα, να Την επικαλούμεθα, να Την “προσάγουμε” μεσίτρια λυτρώσεως από τα βάσανα, μεσίτρια δωρημάτων χαράς, μεσίτρια μετανοίας και συγχωρήσεως. Νοερά και Πνευματικά (εν Πνεύματι Αγίω) η Παναγία μας προσκαλεί, ώστε να Την ευλαβούμεθα τόσο πολύ. Γιατί Εκείνη μας θέλει, να μας οδηγεί ολοένα και τελειότερα στην “κοινωνία του Αγίου Πνεύματος” και δι᾽ Αυτού στη “θεία κοινωνία του Υιού Της και Θεού Της”.
»Την δοξολογούμε χρεωστικώς και οφειλετικώς και Την ευχαριστούμε γι᾽ αυτό το μοναδικό δώρο της νέας ύπαρξης και της χαριτωμένης ζωής και της άγιας σωτηρίας, που μας χαρίζει ο Υιός Της να το γευόμαστε διά των πρεσβειών Της. Αμήν.».