Ἀνάγκες ποικίλες πιέζουν τὸν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς καὶ ἡ μέριμνα γιὰ τὸ αὔριο ἀποτελεῖ συνήθως τρόπο ζωῆς, ἰδιαίτερα στίς μέρες μας.
Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀγχώδη μέριμνα ζητεῖ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ὁ Χριστός, λέγοντας: «Μὴ μεριμνᾶτε», μὴν ἀνησυχεῖτε, μὴν ἀφήνετε νὰ σᾶς τυραννοῦν ἀγωνιώδεις σκέψεις, σπᾶστε τά δεσμά τῆς ἀνησυχίας μέ τήν ἐμπιστοσύνη πρός τόν Θεό.
«Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερο ἀπὸ τὴν τροφή, καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὸ ἔνδυμα;» Ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς ἔδωσε τὸ δῶρο τῆς ζωῆς, δὲ θὰ μεριμνήσει καὶ γιά τὴ συντήρησή του; Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐκδηλώνεται μέσα στή φύση, ἀκόμη καί στά πιό ἀσήμαντα, στά πουλιά πού πετοῦν ἐλεύθερα στόν οὐρανό, στά κρινολούλουδα πού ντυμένα μέ χαρούμενα χρώματα λικνίζονται στό ἀγέρι τοῦ κάμπου.
Ποιὰ οὐσιαστικὴ ἀλλαγὴ μπορεῖ νὰ πετύχει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἐναγώ-νια φροντίδα; «Ποιὸς μπορεῖ μεριμνώντας νὰ προσθέσει ἕνα πήχυ στὸ ἀνάστημά του;», λέγει ὁ Κύριος. Στὴν οὐσία ἡ ὑπερβολικὴ μέριμνα φανερώνει ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στὸν Θεό.
Ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ δὲ σημαίνει ἀδιαφορία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὰ βιοτικά. Τὸ «μὴ μεριμνᾶτε» τοῦ Χριστοῦ δὲ σημαίνει «μὴν ἐργάζεσθε». Ὁ Κύριος δὲ συνηγορεῖ σὲ μιὰ παθητικότητα ἀπέναντι στὴ ζωή. Δὲν περιφρονεῖ τὴ σοβαρὴ καὶ ἐπίπονη ἐργασία.
Μὲ ἄλλη ἀφορμή, τὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων, καταδικάζει τὴ ραθυμία. Ἀπό ἐκεῖνο ποὺ θέλει νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἀγωνιώδης μέριμνα, ποὺ ταλαιπωρεῖ τὴν ἀνθρώπινη ψυχή.
Ὁ Κύριος δὲν ἀμφισβητεῖ ὅτι ἡ τροφὴ καὶ τὸ ἔνδυμα εἶναι ἀπαραίτητα. «Ὅλα αὐτὰ θὰ σᾶς χορηγηθοῦν», μᾶς λέει. Τονίζει ὅμως μιὰ θεμελιώδη προϋπόθεση: «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.»
Συνιστᾶ μιὰ δυναμικὴ καὶ ὑπεύθυνη τοποθέτηση μέσα στὴ ζωή, τονίζο-ντας ὅτι πρὶν ἀπ’ ὅλα εἶναι ἡ «βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ», ἡ νέα πραγματικότητα ποὺ ἐγκαινίασε Ἐκεῖνος μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο Του, ἡ βασιλεία τῆς Ἀγάπης, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ σκοπὸ τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας.
Σέ παλαιότερες ἐποχές στήν καθημερινή ἐποικοινωνία τῶν ἀνθρώπων ἄκουγε κανείς τό ‘’ἔχει ὁ Θεός’’, αὐτό μαρτυρεῖ τήν ἐμπιστοσύνη πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ.