Ἡ γιορτὴ τῆς Σκηνοπηγίας, ποὺ διαρκοῦσε ἑπτὰ ἡμέρες καὶ θύμιζε στοὺς Ἰουδαίους τὴ σαραντάχρονη περιπλάνησή τους στὴν ἔρημο, πλησιάζει στὸ τέλος της. Σύμφωνα μέ τό τυπικό τῆς γιορτῆς λευκοντυμένοι ἱερεῖς μεταφέρουν ἐν πομπῇ στὸν ναὸ μιὰ χρυσὴ στάμνα γεμάτη νερὸ ἀπὸ τὴν πηγὴ τοῦ Σιλωάμ. Αὐτὴ ἡ τελετὴ θύμιζε τὴ θαυμαστὴ διάσωση τοῦ Ἰσραὴλ στὴν ἔρημο, ὅταν κρυστάλλινες πηγὲς νεροῦ ἀνέβλυσαν ἀπὸ τὸν βράχο καὶ ὁ λαὸς ξεδίψασε. Ὕστερα ἀπὸ λίγο οἱ προσκυνητὲς θὰ ξαναγυρίσουν στὶς καθημερινές τους ἀσχολίες.
Ὁ Κύριος γνωρίζει καλὰ πόσο ἐξαντλητικὴ θὰ εἶναι ἡ πορεία, ποὺ θὰ ξαναρχίσουν οἱ ἄνθρωποι μέσα σὲ μιὰ ἄλλη ἔρημο, τὴν ἔρημο τῆς ζωῆς τους. Γνωρίζει πόσο βασανίζεται ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ καθημερινὰ ἀπὸ μιὰ ἄλλη δίψα, τὴ δίψα τὴν πνευματική. Γι’ αὐτὸ τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς μεγάλης γιορτῆς, στάθηκε ὁ Ἰησοῦς καὶ φώναξε δυνατά: ‘’Ὅποιος διψᾶ, ἂς ἔρθει σὲ μένα καὶ ἂς πιεῖ».
Διψᾶμε γιὰ δικαιοσύνη, ἀγάπη, εἰλικρίνεια, εἰρήνη; Διψᾶμε γιὰ ζωή. Προσπαθοῦμε νὰ σβήσουμε αὐτὴ τὴ δίψα μὲ θεωρίες ἢ διασκεδάσεις, μ’ ἕνα ξέφρενο κυνήγημα χρημάτων, φήμης, δυνάμεως. Ὅμως ἡ καρδιά μας παραμένει ἀνικανοποίητη, στεγνή∙ «Διψᾶτε γιὰ ἀγάπη;», μᾶς λέει ὁ Χριστός. «Λαχταρᾶτε νὰ ἀγαπηθεῖτε ἀνυπόκριτα καὶ νὰ ἀγαπήσετε πραγματικά; Ἐλᾶτε κοντά μου. Μήν μένετε σέ ἀόριστες θεωρίες καί σέ ἄψυχα «πρέπει». Αὐτά εἶναι νερό ἁλμυρό πού δέν ξεδιψᾶ. Μάθετε νά ἀγαπᾶτε «καθώς ἐγώ ἠγάπησα ὑμᾶς», ἄδολα, ἔμπρακτα, τούς πάντας, καί θά ἀγαπηθεῖτε καί ἐσεῖς εἰλικρινά.
Τὸ νερὸ δὲν ξεδιψᾶ, ὅταν τὸ περιεργάζεται τὸ βλέμμα μας, ἀλλ’ ὅταν φθάνει στὴ γλῶσσα καί στὰ σωθικά μας. Μήν περιοριζόμαστε λοιπόν στό νά βρέχουμε λίγο τά χείλη μας, νά ἀγγίζουμε μερικές σταγόνες τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ μέ τήν σκέψη μας. Ὅπως τὸ νερὸ προχωρεῖ μέχρι τὸ τελευταῖο κύτταρο, γιὰ νὰ τὸ ζωογονήσει, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς πρέπει νὰ εἰσδύσει διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέχρι τὴν ἔσχατη γωνιὰ τῶν σκέψεων, τῶν αἰσθημάτων, τῆς ὑπάρξεώς μας.
Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης διευκρινίζει ὅτι, ὅταν εἶπε τά λόγια αὐτά ὁ Χριστός ἐννοοῦσε τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐπρόκειτο νά λάβουν κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς.
Μὲ τὴν Πεντηκοστὴ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα συγκροτεῖ τὴν Ἐκκλησία∙ καὶ μὲ τὴν συνεχῆ ἐνέργειά Του μέσα σ’ Αὐτὴ μυριάδες μυριάδων ἄνθρωποι «προσοικειοῦνται», κάνουν δηλαδὴ προσωπικὰ δικό τους τὸ σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ δοθοῦν κατόπιν μὲ χαρούμενη αὐταπάρνηση στὴ διακονία τῶν ἄλλων. Ἔτσι μέσα ἀπὸ τὰ σπλάχνα τους ἀναπηδᾶ εὐφρόσυνο καὶ ζωογόνο πνευματικὸ νερὸ καλοσύνης καὶ ἐλπίδος. Μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Παρακλήτου γίνονται παρηγοριὰ καὶ στηριγμὸς τῶν ἀνθρώπων.